Η Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρές δημογραφικές προκλήσεις που επηρεάζουν άμεσα το ασφαλιστικό σύστημα και τα όρια συνταξιοδότησης. Η σχέση εργαζομένων προς συνταξιούχους μειώνεται συνεχώς, ενώ το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται, δημιουργώντας πίεση για προσαρμογές. Η γήρανση του πληθυσμού και ο χαμηλός δείκτης γεννήσεων καθιστούν αναπόφευκτη τη σταδιακή αναπροσαρμογή των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης τα επόμενα χρόνια.
Τα ισχύοντα όρια και οι προβλέψεις για το μέλλον
Παρά τη δέσμευση ότι τα όρια θα παραμείνουν σταθερά έως το τέλος του 2027, τα πρώτα σενάρια για την περίοδο 2028–2030 δείχνουν σταδιακές αυξήσεις στο γενικό όριο των 67 ετών και στο όριο των 62 ετών με 40 έτη ασφάλισης, σύμφωνα με την υφιστάμενη νομοθεσία που προβλέπει επανεξέταση κάθε τρία χρόνια βάσει δημογραφικών δεικτών.
Το πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι η συνεχώς επιδεινούμενη αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους. Σήμερα διαμορφώνεται σε 1,6 εργαζόμενους ανά έναν συνταξιούχο και αναμένεται να πέσει σε μόλις 1,25:1 την επόμενη δεκαετία, ενώ για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του συστήματος απαιτείται αναλογία 4:1, σύμφωνα με διεθνείς προδιαγραφές.
Ο ρόλος της Αναλογιστικής Αρχής και οι σταδιακές αυξήσεις
Η Αναλογιστική Αρχή εκπονεί μελέτες κάθε τρία χρόνια, καθορίζοντας τις κατάλληλες προσαρμογές στα όρια ηλικίας με βάση το προσδόκιμο ζωής και άλλους δημογραφικούς δείκτες. Οι αυξήσεις που σχεδιάζονται θα είναι σταδιακές, περίπου 3–4 μήνες ανά έτος, ώστε να μην επιβαρυνθούν άμεσα οι ασφαλισμένοι.
Δυσοίωνες προβλέψεις για το 2030 και το 2070
Η τελευταία αναλογιστική έκθεση της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καταδεικνύει τις δυσμενείς δημογραφικές εξελίξεις. Το γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει στα 68,5 έτη έως το 2030 και στα 72,5 έτη έως το 2070. Αντίστοιχα, το όριο των 62 ετών με 40 έτη ασφάλισης ενδέχεται να αυξηθεί στα 63,5 έτη μέχρι το 2030.

Δείκτες που θα καθορίσουν τις εξελίξεις
Τρεις δημογραφικοί δείκτες θα καθορίσουν τη μελλοντική πορεία: ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων, ο δείκτης γήρανσης και ο δείκτης γονιμότητας, που παραμένει χαμηλός στο 1,5 παιδί ανά γυναίκα. Το προσδόκιμο ζωής αποτελεί κομβικό παράγοντα, καθώς προβλέπεται να αυξηθεί κατά 1,5 έτος έως το 2030, ενεργοποιώντας τον μηχανισμό του νόμου Κατρούγκαλου (Ν. 4387/2016).
Η σημασία της ισορροπημένης μετάβασης
Η ανάγκη για σταδιακή και καλά μελετημένη εφαρμογή των αυξήσεων είναι κρίσιμη ώστε να διατηρηθεί η κοινωνική δικαιοσύνη και η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Στόχος είναι να εξασφαλιστεί ότι οι επόμενες γενιές δεν θα επιβαρυνθούν υπερβολικά, δημιουργώντας ένα ασφαλιστικό σύστημα ανθεκτικό στις δημογραφικές πιέσεις, χωρίς ξαφνικές επιβαρύνσεις στους σημερινούς ασφαλισμένους.