Σε τελική ευθεία μπαίνει η εφαρμογή νέας νομοθετικής ρύθμισης, που στοχεύει να ενισχύσει ουσιαστικά το εισόδημα των συνταξιούχων που παραμένουν επαγγελματικά ενεργοί. Συγκεκριμένα, προβλέπεται η απαλλαγή από την εισφορά αλληλεγγύης για το ποσό της προσαύξησης που προστίθεται στη σύνταξή τους, όταν αυτή επανυπολογίζεται λόγω της απασχόλησης μετά τη συνταξιοδότηση. Η αλλαγή αυτή έρχεται να ενισχύσει τα κίνητρα για την παραμονή στην εργασία, μειώνοντας παράλληλα τη φορολογική επιβάρυνση αυτών που επιλέγουν να συνεχίσουν να εργάζονται.

Το υπουργείο Εργασίας έχει έτοιμη τροπολογία, σύμφωνα με την οποία το τμήμα της σύνταξης που αυξάνεται ως αποτέλεσμα της εργασίας του συνταξιούχου δεν θα υπόκειται σε παρακράτηση εισφοράς αλληλεγγύης, μόλις εκείνος σταματήσει να εργάζεται και γίνει ο επανυπολογισμός της σύνταξής του. Αυτό σημαίνει ότι ενώ η σύνταξη αυξάνεται λόγω επιπλέον ασφαλιστικού χρόνου, η εισφορά θα συνεχίσει να υπολογίζεται βάσει του προηγούμενου κλιμακίου — πριν από την αύξηση — διασφαλίζοντας έτσι ότι δεν θα προκύψει υψηλότερη παρακράτηση.

Στην πράξη, η ρύθμιση αυτή αποτρέπει την αύξηση των κρατήσεων επί του συνολικού ποσού της σύνταξης και ενισχύει καθαρά το μηνιαίο ποσό που λαμβάνουν όσοι εργάστηκαν περισσότερο. Πρόκειται για μια στοχευμένη παρέμβαση που έρχεται να συμπληρώσει προηγούμενες προσπάθειες της πολιτείας να διευκολύνει τους συνταξιούχους που επιλέγουν να παραμείνουν επαγγελματικά ενεργοί. Μία από αυτές ήταν και η αναπροσαρμογή της κλίμακας της εισφοράς αλληλεγγύης (ΕΑΣ) με βάση την τιμαριθμική αύξηση των συντάξεων. Για το 2025, η αύξηση αυτή ανήλθε στο 2,4%, με αποτέλεσμα περίπου 90.000 συνταξιούχοι να διατηρήσουν το επίπεδο κρατήσεών τους αμετάβλητο.

Ένα σημαντικό κενό

Το νέο μέτρο έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό, καθώς μέχρι σήμερα δεν υπήρχε πρόβλεψη για το τι συμβαίνει όταν η σύνταξη αυξάνεται λόγω επιπλέον χρόνου ασφάλισης. Αυτό δημιουργούσε τον κίνδυνο το όφελος από την εργασία να εξανεμίζεται από τις αυξημένες κρατήσεις — αποτρέποντας ουσιαστικά πολλούς από το να συνεχίσουν να εργάζονται.

Σύμφωνα με τον μηχανισμό υπολογισμού, κάθε επιπλέον έτος εργασίας μετά τη συνταξιοδότηση συνεπάγεται αύξηση της σύνταξης κατά 0,77% του ασφαλιστέου μισθού. Το ποσό αυτό προστίθεται στη σύνταξη όταν ο συνταξιούχος σταματήσει να εργάζεται και ζητήσει τον επανυπολογισμό. Πλέον, η συγκεκριμένη προσαύξηση θα είναι καθαρή, χωρίς παρακρατήσεις λόγω ΕΑΣ.

Ήδη, ο ΕΦΚΑ έχει ξεκινήσει να υπολογίζει τις νέες συντάξεις για όσους συνταξιούχους συνέχισαν την εργασία τους μετά τη λήψη της αρχικής τους σύνταξης, ενώ εντός των επόμενων μηνών αναμένεται να εκδοθούν και αποφάσεις για δικαιούχους που είχαν συνταξιοδοτηθεί πριν από τον Μάρτιο του 2016.

Από τους περίπου 200.000 συνταξιούχους που έχουν δηλώσει μέσω της ειδικής πλατφόρμας του ΕΦΚΑ ότι εργάζονται, υπολογίζεται ότι σχεδόν οι μισοί πληρούν τις προϋποθέσεις για να δουν την κύρια σύνταξή τους αυξημένη. Οι υπόλοιποι είναι κυρίως αγρότες με χαμηλά ετήσια εισοδήματα (κάτω των 10.000 ευρώ), οι οποίοι ήδη εξαιρούνται από εισφορές και ειδικές κρατήσεις.

Για την κατοχύρωση της προσαύξησης, οι δικαιούχοι θα πρέπει να δηλώσουν την οριστική διακοπή της απασχόλησής τους στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του ΕΦΚΑ και να υποβάλουν αίτηση για την αναγνώριση του πρόσθετου χρόνου ασφάλισης. Με αυτόν τον τρόπο θα ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός επανυπολογισμού της σύνταξης με την ανάλογη οικονομική ωφέλεια.

Πρόκειται για μια στοχευμένη πολιτική επιλογή που εξυπηρετεί τη γενικότερη προσπάθεια του κράτους να παρατείνει τον εργασιακό βίο των πολιτών και να ανταμείβει δίκαια την παραγωγική τους συνεισφορά και μετά τη συνταξιοδότηση.