Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε την Παρασκευή ότι η Κίνα θα πρέπει να ανοίξει την αγορά της στις ΗΠΑ και ότι οι δασμοί 80% στα κινεζικά προϊόντα «φαίνεται να είναι σωστοί».

«Η Κίνα θα πρέπει να ανοίξει την αγορά της στις ΗΠΑ – θα ήταν τόσο καλό γι’ αυτές!!! Οι κλειστές αγορές δεν λειτουργούν πια!!!», ανέφερε ο Τραμπ σε μια ανάρτηση στο Truth Social.

«Το 80% των δασμών στην Κίνα φαίνεται σωστό. Στο χέρι του Σκοτ Μπ», είπε ο Τραμπ, αναφερόμενος στον υπουργό Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ την παραμονή των εμπορικών συνομιλιών μεταξύ των δύο χωρών.

Σε χθεσινές του δηλώσεις, ο Τραμπ ανέφερε πως αναμένει ότι θα υπάρξουν ουσιαστικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας για το εμπόριο αυτό το Σαββατοκύριακο και είπε ότι οι δασμοί δεν θα μπορούσαν να υπερβούν το 145%.

«Δεν μπορείς να πας υψηλότερα. Ανέρχονται σε 145%, επομένως γνωρίζουμε ότι θα μειωθούν», ανέφερε ο Τραμπ. «Νομίζω ότι θα είναι μια πολύ φιλική συνάντηση. Ανυπομονούν να το κάνουν με όμορφο τρόπο».

Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, και ο επικεφαλής διαπραγματευτής σε θέματα εμπορίου, Τζέιμσον Γκριρ, θα συναντήσουν τον «τσάρο» της κινεζικής οικονομίας, Χε Λίφενγκ, στην Ελβετία αυτό το Σαββατοκύριακο για συνομιλίες, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν το πρώτο βήμα προς την επίλυση ενός εμπορικού πολέμου που προκαλεί αναταραχές στην παγκόσμια οικονομία.

Ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε πως πιστεύει ότι η Κίνα θέλει πάρα πολύ να επιτευχθεί μια συμφωνία. Πρόσθεσε ότι θα ήθελε να δει την Κίνα να «ανοίγει» την οικονομία της.

«Νομίζω ότι θα έχουμε ένα καλό Σαββατοκύριακο με την Κίνα. Νομίζω ότι έχουν πολλά να κερδίσουν. Πραγματικά, πιστεύω ότι έχουν πολλά περισσότερα να κερδίσουν σε σύγκριση με εμάς, υπό μια έννοια», σημείωσε ο Τραμπ.

Μετά την επιστροφή του Τραμπ τον Ιανουάριο στον Λευκό Οίκο, η κυβέρνησή του επέβαλε νέους τελωνειακούς δασμούς συνολικού ύψους 145% στα εμπορεύματα που προέρχονται από την Κίνα, στους οποίους προστίθενται μέτρα κατά τομείς.

Το Πεκίνο απάντησε επιβάλλοντας τελωνειακούς δασμούς 125% στις αμερικανικές εισαγωγές στην Κίνα, καθώς και πιο στοχευμένα μέτρα.

Τα επίπεδα αυτά θεωρούνται αφόρητα από τους περισσότερους οικονομολόγους, σε σημείο οι ΗΠΑ και η Κίνα, αλλά και χώρες πέραν αυτών, να απειλούνται με ύφεση και ενδεχομένως μεγάλη αύξηση των τιμών.