Η πρώτη άδεια οδήγησης αυτοκινήτου εξεδόθη στις 5 Σεπτεμβρίου 1913 στο όνομα Γεώργιος Δ. Πασχάκης, ύστερα από το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων, αν και ο Αλέξανδρος Μπαχάουερ διεκδικεί για τον εαυτό του την υπ’ αρ. 1 άδεια οδήγησης, «συμπτωματικώς, παρότι υπήρχον  προγενέστεροί του».

Ο Μπαχάουερ, οδηγός, μεταξύ άλλων, της κυρίας Εμπειρίκου, ισχυρίζεται ότι το δίπλωμά του εξεδόθη στη Γαλλία το 1906 και εθεωρήθη από την Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής το 1909 αν και επιτροπή εξετάσεων για τη χορήγηση του διπλώματος, συνεστήθη το 1913.

Ο Πασχάκης ήταν ο πρώτος οδηγός αγοραίου αυτοκινήτου στην Αθήνα. Το αυτοκίνητο, μάρκας Νταράκ τεσσάρων θέσεων, είχε εισαχθεί από τον Κωνσταντίνο Πρίντεζη το 1901. Το αυτοκίνητο ανέπτυσσε τελική ταχύτητα 50 χλμ. ανά ώρα και κατανάλωνε 4 γαλόνια βενζίνη ανά 50 χλμ. Το τέλος του υπήρξε άδοξο.

1280747993

«Ένα βράδυ, ενώ επέστρεφε  από την Κηφισσιάν, ετρύπησεν το ελαστικόν της αριστερής οπισθίας ρόδας», πληροφορούσε η Ακρόπολις τους αναγνώστες της  στις 5 Μαρτίου 1934, και εμάς σήμερα. «Οι κρότοι, όμως, εκ των διαρκών εξατμίσεων ήσαν τόσοι και οι τρανταγμοί από την κακοδομίαν τόσον αλλεπάλληλοι, ώστε ο οδηγός δεν αντελήφθη καθόλου το ατύχημα».

Έτσι, το ελαστικό έφυγε από τη ζάντα και ένα κομμάτι σίδερο τρύπησε και κατέστρεψε τη ζάντα στους Αμπελοκήπους. Το αυτοκίνητο αχρηστεύτηκε για καιρό, έως ότου ο ιδιοκτήτης του ταξιδέψει  μέχρι την Αίγυπτο, στην Αλεξάνδρεια, για αν φέρει λάστιχα. Ο Πασχάκης πούλησε το αυτοκίνητο σε δύο Τουρκαλβανούς, οι οποίοι το μετέφεραν στα Δαρδανέλια.

htyrete

Το πάθημα, πάντως, του Πασχάκη έδωσε λαβή ώστε να συγκροτηθούν τα πρώτα «γκαράζ», όπως έλεγαν τότε τα συνεργεία αυτοκινήτων.

Το πρώτο ιδρύθηκε στην Αθήνα στα τέλη του 1909, όταν όλα τα κυκλοφορούντα αυτοκίνητα έφταναν μόλις στις τρεις δεκάδες. Το συνεργείο δημιουργήθηκε από την ήδη γνωστό μας Νικόλαο Σιμόπουλο, η εταιρεία  μεταφορών του οποίου διέθετε αρχικά τρία αυτοκίνητα και δύο λεωφορεία, τα οποία οδηγούσαν, κατά καιρούς, όλοι οι τότε «σωφέρ» των Αθηνών, λόγου χάριν, ο Κώστας Θεοδώρου, που οδηγούσε και τη Μερτσέντες του Παντιά Ράλλη, ο Επαμεινώνδας Χατζίσκος ή ο Πέτρος Σαπουντζάκης ή «Μονομπλόκ». Το ψευδώνυμο του τελευταίου καταδεικνύει ότι οι «σωφέρ» ήταν κιόλας αναγνωρίσιμα, οικεία  στους κατοίκους πρόσωπα.

oldauto3

Οι «σοφέρ» κατά τους Βαλκανικούς θα καταστούν εξόχως σημαντικά  πρόσωπα. Θα το διαπιστώσουμε μαζί τους ταξιδεύοντας.

Ηλίας Καφάογλου