Όταν μία πολυτραυματισμένη, λόγω διαδοχικών και πολυεπίπεδων κρίσεων, οικονομία, όπως η ελληνική, «χάνει», μέσα σε μια δεκαετία (2010-2020), πάνω από 500.000, υψηλής επιστημονικής στάθμης, εργαζομένους κυρίως, εξ ανάγκης τους, και η «φυγή» αυτή προς το εξωτερικό τείνει να καταστεί έκφραση σταθερής δυσαρέσκειας της νέας γενιάς, δεν μπορούμε να αγνοούμε, επί μακρόν, τα σχετικά μηνύματα καθώς:

Γράφει ο Παύλος Θωμόγλου*

  • Ο εκπατρισμός του εξειδικευμένου – κατά το πλείστον – αυτού ανθρώπινου δυναμικού (brain drain), το κόστος εκπαίδευσης του οποίου (15 δις. ευρώ περίπου ) καταβλήθηκε από τον Έλληνα φορολογούμενο και «χαρίστηκε» στα κράτη υποδοχής που κάλυψαν ανέξοδα τις σχετικές ανάγκες τους, προκαλεί σοβαρή οικονομική «αιμορραγία» για τη χώρα, σε εποχή που οι χρηματοδοτικοί πόροι είναι περιορισμένοι και κοστίζουν.
  • Η τεχνολογική – με την ευρύτερη έννοια του όρου – απογύμνωση της χώρας, προστιθέμενη σε μία επιταχυνόμενη δημογραφική γήρανση, καθιστά προβληματική κάθε μορφή ανανέωσης, σε μια, μάλιστα, περίοδο που το παλιό «πεθαίνει» και το καινούργιο θα πρέπει να θεμελιωθεί σε γερές βάσεις.
  • H σημαντική απώλεια για τη χώρα ικανού και ταλαντούχου προσωπικού, με νέες δεξιότητες και ζωηρή επιθυμία για προσωπική ολοκλήρωση στον χώρο του επιχειρείν, θα αποτελέσει, εάν δεν αναστραφεί, σοβαρό αντικίνητρο για κάθε νέο, καινοτόμο επενδυτικό σχέδιο.

Η αναζήτηση των αιτίων του σύνθετου αυτού προβλήματος παραπέμπει στη δομή του παραγωγικού μας μοντέλου αλλά και τη γενικότερη οργάνωση και λειτουργία του Κράτους και συγκεκριμένα:

  • Στην υποστελέχωση των ελληνικών Πανεπιστημίων και των ερευνητικών τους Κέντρων, σε διδακτικό προσωπικό.
  • Στην περιορισμένη προσφορά ευκαιριών απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, καθώς η οικονομία μας δεν παράγει σύνθετα προϊόντα, υψηλής προστιθέμενης αξίας και υπηρεσίες έντασης γνώσης και τεχνολογίας που απαιτούν εξειδικευμένο προσωπικό.
  •  Στη συνεχή διεύρυνση του χάσματος αποδοχών, Ελλήνων και ξένων επιστημόνων, καθώς οι επιχειρήσεις μας, στη συντριπτική τους πλειονότητα, είναι μικρές, χαμηλής, σχετικά παραγωγικότητας και περιορισμένων δυνατοτήτων ικανοποίησης ακόμη και εύλογων απαιτήσεων του ειδικευμένου εργαζόμενου.
  • Στην έλλειψη αξιοκρατίας που, συχνά, παρατηρείται στις μικρές, εσωστρεφείς και οικογενειακές επιχειρήσεις της χώρας, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει με τις ανταγωνιστικές, διεθνώς, μονάδες οι οποίες, όμως, στη χώρα μας, είναι ελάχιστες.
  • Στο καλύτερο εργασιακό περιβάλλον που, συνήθως, βιώνουν οι εργαζόμενοι σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις του εξωτερικού όπου η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί αντικείμενο συνεχούς παρακολούθησης και μελέτης.
  • Στις ευρύτερες ευκαιρίες για υπαλληλική ανέλιξη που παρατηρούνται σε χώρες με δυναμικό και αποτελεσματικό ιδιωτικό τομέα, οι οποίες δεν υπάρχουν, συνήθως, στην Ελλάδα, όπου οι σχετικές προοπτικές είναι αρκετά περιορισμένες.
  • Στην αντιγραφειοκρατική λειτουργία των ξένων κρατών και την αποτελεσματικότερη οργάνωση της ζωής των κατοίκων τους, εκτός των χώρων εργασίας, που περιορίζουν τις γενικότερες ανασφάλειες και αβεβαιότητες του εργαζομένου, επιτρέποντας την καλύτερη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου του.
  • Και βέβαια, η χειμάζουσα δυστυχώς εθνική και οικονομική διαχρονική κρίση της χώρας μας.

Ο περιορισμός της μεταφοράς, εκτός εθνικών συνόρων, ανθρώπινου κεφαλαίου, μέσω της μετανάστευσης των Ελλήνων επιστημόνων, τεχνιτών και ο επαναπατρισμός του χαμένου για την οικονομία μας εξειδικευμένου αυτού προσωπικού, προϋποθέτει:

  • Ριζικό μετασχηματισμό του παραγωγικού πρότυπου (αύξηση του μέσου επιχειρηματικού μεγέθους, τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, στροφή στην παραγωγή εξειδικευμένων προϊόντων, ισόρροπη ανάπτυξη όλων των παραγωγικών κλάδων).
  • Ενθάρρυνση μίας σύγχρονης επιχειρηματικής κουλτούρας στην οποίαν δεν θα έχουν θέση οι πελατειακές σχέσεις, η επιδίωξη του εύκολου και γρήγορου κέρδους και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, μέσω της συνεχούς συμπίεσης του κόστους εργασίας.
  • Αναδιοργάνωση και εκσυγχρονισμός της κρατικής μηχανής και αναβάθμιση του κώδικα αξιών μας, ώστε να επιβραβεύεται ο άξιος, ο ικανός, ο παραγωγικός αλλά και να εδραιωθεί ένα γενικότερο κλίμα σταθερότητας, κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχή.

Προς την κατεύθυνση αυτή θα μπορούσαν να συμβάλλουν:

  • Η στενότερη επαφή του σχολείου και του κόσμου της εργασίας.
  • Η ενίσχυση της έρευνας και η σύνδεση της γνώσης με την παραγωγή και την ανάπτυξη.
  • Η ενθάρρυνση της αυτοαπασχόλησης των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και όχι μόνο , σε καινοτόμες νεοφυείς επιχειρήσεις.
  • Η ανασυγκρότηση του παραγωγικού μας ιστού, με έμφαση στον ψηφιακό του μετασχηματισμό και την πράσινη ανάπτυξη, στη συνεχή αναβάθμιση του ρόλου του ανθρώπινού παράγοντα στην παραγωγική διαδικασία, στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την εξωστρέφεια και την ποιότητα.

Η αποτροπή της οριστικής περιθωριοποίησης της πιο ικανής, μορφωμένης, αλλά και πιο αδικημένης μεταπολεμικής νέας γενιάς μας, αποτελεί σήμερα, καθοριστικό για το μέλλον της χώρας στόχο, που θα πρέπει συνειδητά να συγκλίνουν, όχι μόνο οι εκάστοτε κυβερνήσεις, αλλά και σύσσωμο το πολιτικό δυναμικό της χώρας μας, από εθνικό χρέος.

*Παύλος Θωμόγλου, Επιχειρηματίας, Μέλος Δ.Σ. ΕΒΕΑ, π. Αντιπρόεδρος ΕΒΕΑ