Μάχη με το χρόνο δίνουν οι ομάδες έρευνας και διάσωσης για να εντοπίσουν το τουριστικό υποβρύχιο που χάθηκε με πέντε επιβάτες κατά τη διάρκεια μιας κατάδυσης για την εξερεύνηση του ναυαγίου του Τιτανικού. Σύμφωνα με τις πληροφορίες από την αμερικανική ακτοφυλακή, η επαφή με το υποβρύχιο «Titan» χάθηκε μια 1 ώρα και 45 λεπτά μετά την κατάδυσή του το απόγευμα της Κυριακής, περίπου 1.450 χιλιόμετρα ανοιχτά του Κέιπ Κοντ της Μασαχουσέτης.

Το «Titan» της OceanGate Expeditions είναι ένα υποβρύχιο το οποίο χρησιμοποιείται για εξερεύνηση και σε αυτό επιβαίνουν συνήθως πέντε άτομα, ο καπετάνιος και τέσσερα ακόμη μέλη, τα οποία ανεξαρτήτων ιδιότητας θα πρέπει να έχουν λάβει ειδική εκπαίδευση.

Το σκάφος 6,7 μέτρων και βάρους 10.432 κιλών, μπορεί να καταδύεται σε βάθη 4.000 μέτρων και χρησιμοποιεί τη δορυφορική τεχνολογία Starlink του Έλον Μάσκ για την επικοινωνία. Το υποβρύχιο έχει μέγιστη ταχύτητα τριών κόμβων, αλλά είναι πιο αργό όσο πιο βαθιά πηγαίνει.

Η παροχή οξυγόνου στο σκάφος αρκεί για περίπου 96 ώρες, γεγονός που σημαίνει πως θα διαρκούσε μέχρι το πρωί της Πέμπτης. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζουν εμπειρογνώμονες, το όριο αυτό επηρεάζεται από τον ρυθμό αναπνοής των επιβαινόντων.

Εξετάζοντας τα σενάρια για την εξαφάνιση του σκάφους, ειδικοί επισημαίνουν πως τα ενδεχόμενα είναι πολλά: θα μπορούσε είτε να έχει εγκλωβιστεί στα συντρίμμια του «Τιτανικού» είτε απλώς να προέκυψε κάποιο πρόβλημα στην παροχή ρεύματος ή στο σύστημα επικοινωνίας ή ακόμα και μια διαρροή ή φωτιά.

Ο Eric Fusil, ειδικός σε υποβρύχια και αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αδελαΐδας, δήλωσε στο CNN πως ένας μεγάλος κίνδυνος είναι η διακοπή ρεύματος, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει και την απώλεια επικοινωνίας. «Ορισμένα υποβρύχια διαθέτουν γεννήτρια αλλά δεν είναι σαφές αν το σκάφος «Titan» είχε εφεδρικό σύστημα ενέργειας όταν χάθηκε το ίχνος του», σημείωσε.

Επίσης, ένα βραχυκύκλωμα θα μπορούσε να προκαλέσει πυρκαγιά στο τουριστικό υποβρύχιο. Κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό καθώς όχι μόνο θα καταστρέφονταν τα συστήματα επικοινωνίας, αλλά οι τοξικές αναθυμιάσεις σε ένα τόσο μικρό και κλειστό χώρο, θα αποτελούσαν σημαντικό κίνδυνο για τους επιβαίνοντες.

Ένα άλλο σενάριο είναι αυτό της διαρροής. Και σε αυτή την περίπτωση η κατάσταση θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη για τους επιβαίνοντες. Η πίεση που δέχονται τα σκάφη σε αυτά τα βάθη είναι τεράστια, ωστόσο σύμφωνα με την ιδιοκτήτρια εταιρεία το «Titan» είναι εξοπλισμένο με ένα καινοτόμο σύστημα ασφαλείας που ελέγχει την πίεση στο σκάφος και ενεργοποιεί μια προειδοποίηση στον χειριστή του εάν εντοπιστούν προβλήματα.

Ειδικοί στον Guardian εκτιμούν πως το πιθανότερο σενάριο είναι το υποβρύχιο να έχει παγιδευτεί στα συντρίμμια του Τιτανικού, τα οποία βρίσκονται σε βάθος περίπου 3.800 μέτρων στον πυθμένα του ωκεανού, παραμένουν εκεί πάνω από έναν αιώνα. «Υπάρχουν κομμάτια του παντού. Είναι επικίνδυνο», δήλωσε ο Frank Owen, συνταξιούχος αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού της Αυστραλίας και διευθυντής του προγράμματος διαφυγής και διάσωσης υποβρυχίων».

Μιλώντας στο βρετανικό μέσο, o Alistair Greig, καθηγητής θαλάσσιας μηχανικής στο University College του Λονδίνου, σημειώνει πως «εάν έχει κατέβει στον πυθμένα και δεν μπορεί να ξαναβγεί με τη δική του ισχύ, οι επιλογές είναι πολύ περιορισμένες». «Ενώ το υποβρύχιο μπορεί να παραμένει άθικτο, εάν έχει βρίσκεται στον πυθμένα είναι ελάχιστα τα σκάφη που μπορούν να φτάσουν τόσο βαθιά, και σίγουρα όχι δύτες».

Ο Chris Parry, απόστρατος αντιναύαρχος του βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού, δήλωσε στο Sky News ότι η διάσωση στο βυθό είναι «μια πολύ δύσκολη επιχείρηση». «Ο Τιτανικός βρίσκεται σε μία τάφρο. Υπάρχουν πολλά συντρίμμια τριγύρω. Έτσι, η προσπάθεια να εντοπιστεί με το σόναρ, ώστε να στοχεύσουμε σε συγκεκριμένη περιοχή, στην οποία θέλουμε να ψάξουμε με ένα άλλο υποβρύχιο θα είναι πράγματι πολύ δύσκολη».