Ο Φρανσουά Ολάντ, ο άνθρωπος που ονειρευόταν να είναι ένας «νορμάλ πρόεδρος» κοντά στο λαό, εγκαταλείπει την Κυριακή 14 Μαΐου το προεδρικό μέγαρο των Ηλυσίων με ρεκόρ αρνητικής δημοτικότητας, αφήνοντας πίσω του μια πολιτική αρένα σε πλήρη αποσύνθεση.

Επιπλέον παραδίδει τα ηνία της Γαλλίας στον πρώην σύμβουλό του, τον 39χρονο Εμανουέλ Μακρόν, έναν πρωτάρη στην πολιτική, ο οποίος εξελέγη με την υπόσχεση να προχωρήσει σε ρήξη με την πενταετία του Ολάντ και να ανανεώσει το πολιτικό τοπίο.

Μολονότι δεν έγινε κατανοητός και αποδοκιμάσθηκε ακόμη και από την ίδια την πλειοψηφία του, ο Φρανσουά Ολάντ επιβλήθηκε αντίθετα ως πολεμικός αρχηγός, προχωρώντας σε αλλεπάλληλες στρατιωτικές επιχειρήσεις στις οποίες έδειξε μια αποφασιστικότητα που βρισκόταν στους αντίποδες της δημόσιας εικόνας του στην εσωτερική πολιτική.

Σε κάθε τρομοκρατική δόνηση -από το 2015 οι τζιχαντιστικές επιθέσεις στη Γαλλία στοίχισαν τη ζωή σε 239 ανθρώπους- πέτυχε επίσης να εμφανιστεί ως πατέρας του Έθνους και να ανακουφίσει μια τραυματισμένη χώρα αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Όμως αυτό δεν ήταν αρκετό για να αποκαταστήσει τη δημοτικότητά του, η οποία είχε πληγεί από ένα βιβλίο εξομολογήσεων με προφητικό τίτλο («Ένας πρόεδρος δεν θα έπρεπε να τα λέει αυτά») και από την αποτυχία του να συνασπίσει μια πλειοψηφία γύρω από την οικονομική πολιτική του, που αμφισβητήθηκε ακόμη και από την ίδια την παράταξή του.

Στο τέλος της πενταετίας του το προεδρικό αξίωμα μοιάζει πιο εξασθενημένο από ποτέ. «Πρέπει να το αποκαταστήσουμε (…), να ξαναβρούμε έναν πρόεδρο διαιτητή που ξέρει να δίνει μια κατεύθυνση», συνοψίζει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντομινίκ ντε Βιλπέν.

Το 2012 ο πρώτος σοσιαλιστής πρόεδρος μετά τον Φρανσουά Μιτεράν (1981-1995) ήθελε να είναι το αντίθετο του απερχόμενου Νικολά Σαρκοζί, υπερδραστήριου και αεικίνητου. Η «ταπεινή» προεδρία του πρέπει να διακρίνεται από το στυλ του αντιπάλου του, που θεωρείται υπερβολικά φανταχτερό.

Οι πράξεις που προκάλεσαν ρήγματα

Εντούτοις ήδη από τους πρώτους μήνες η δημοτικότητά του πέφτει. Οι επικρίσεις επανέρχονται, επίμονες: δεν ξέρει να αποφασίζει, δεν έχει κύρος, ασχολείται υπερβολικά με ζητήματα τακτικής.

Το 2013, μια μεταρρύθμιση που επεκτείνει τον γάμο και στα ζευγάρια του ίδιου φύλου και την οποία είχε υποσχεθεί στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του, προκαλεί βαθύ ρήγμα στη γαλλική κοινωνία.

Μετά την εχθρότητα εναντίον του προκαλεί η χωρίς προηγούμενο αύξηση της φορολογικής πίεσης επί των Γάλλων και των επιχειρήσεων, που συνοδεύεται από μια μείωση των δημόσιων δαπανών.

Για να αντιμετωπίσει την ενδημική ανεργία ο πρόεδρος επιλέγει στα μέσα της θητείας του, στις αρχές του 2014, μια σοσιαλφιλελεύθερη στροφή, κάτι που προκαλεί τους μύδρους της αριστερής πτέρυγας του Σοσιαλιστικού Κόμματος εναντίον του και την αποσκίρτηση πολλών υπουργών.

Η εχθρότητα αυτή κορυφώνεται στις αρχές του 2016 με έναν πόλεμο των «στασιαστών» της πλειοψηφίας του εναντίον ενός νόμου για τη μεταρρύθμιση του εργατικού δικαίου που βγάζει στους δρόμους δεκάδες χιλιάδες μισθωτούς και νέους.

«Πολλοί από τους ψηφοφόρους αυτούς έχουν τη δυσάρεστη εντύπωση ότι εξαπατήθηκαν. Ο Ολάντ, πρίγκιπας της αμφισημίας, τους πούλησε απλούστατα υπερβολικά όνειρα», εκτιμούν οι συγγραφείς του αμφιλεγόμενου βιβλίου των εξομολογήσεων, οι δημοσιογράφοι Ζεράρ Νταβέ και Φαμπρίς Λομ.

Οι πόλεμοι και οι επιθέσεις που βάφουν με αίμα το Παρίσι και τη Νίκαια, συμβάλλουν στο να γίνει και πάλι «προεδρικός». Φορά χωρίς δισταγμό τη στολή του αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων και αναπτύσσει τα γαλλικά στρατεύματα στο Μαλί και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία ή τα γαλλικά μαχητικά εναντίον της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και στη Συρία.

Μακρόν, ο κληρονόμος;

«Θα ήθελα να πουν για μένα, διότι είναι η αλήθεια, ότι ήμουν θαρραλέος αυτή την περίοδο. Ένας πρόεδρος δεν θα έπρεπε να τα λέει αυτά», εξομολογείται ο 62χρονος απερχόμενος πρόεδρος στο βιβλίο.

Η ιδιωτική ζωή του, την οποία ήθελε να προφυλάξει, γυρίζει σε βάρος του σαν μπούμερανγκ. Τον Ιανουάριο 2014 χωρίζει παταγωδώς με τη σύντροφό του Βαλερί Τριερβελέρ μετά την αποκάλυψη της σχέσης του με την ηθοποιό Ζιλί Γκαγέ από ένα περιοδικό που ασχολείται με τις διασημότητες.

Ήδη το 2007 ο χωρισμός του με τη Σεγκολέν Ρουαγιάλ, την ατυχήσασα υποψήφια στις προεδρικές εκλογές και μητέρα των τεσσάρων παιδιών του, ήταν πολύκροτος. Εκείνη έγινε ωστόσο υπουργός Περιβάλλοντος.

Παρά τις αποτυχίες και τις παραφωνίες ο Φρανσουά Ολάντ σκοπεύει να είναι το 2017 υποψήφιος για να επανεκλεγεί. Μήπως άλλωστε αυτό δεν έκαναν όλοι οι γάλλοι πρόεδροι από το 1958; Αλλά και εδώ δεν καταφέρνει να είναι ένας «νορμάλ» πρόεδρος. Στριμωγμένος από τις ίδιες τις αδυναμίες του, τις επικρίσεις και τις διαιρέσεις της παράταξής του, τελικά εγκαταλείπει και την 1η Δεκεμβρίου ανακοινώνει πως δεν θα είναι υποψήφιος.

Στο τέλος της προεδρικής θητείας του αφήνει μια κληρονομιά χωρίς φιοριτούρες: ένα ρημαγμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα, μια ακροδεξιά με τα υψηλότερα ποσοστά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο -η Μαρίν Λεπέν που ηττήθηκε την Κυριακή κέρδισε τις ψήφους 10,6 εκατομμυρίων εκλογέων- και την ανεργία στο 10%.

Η νίκη του Εμανουέλ Μακρόν είναι εντούτοις και νίκη των ιδεών του Φρανσουά Ολάντ, μιας σοσιαλδημοκρατίας απαλλαγμένης από δόγματα. «Ίσως (ο Μακρόν) να είναι ο άνθρωπος που θα εκπληρώσει τα ανομολόγητα όνειρα του προκατόχου του», λέει ο κεντρώος πρώην ευρωβουλευτής Ζαν-Λουί Μπουρλάνζ.