Η ευρωπαϊκή συνείδηση φαίνεται πως αρχίζει να αφυπνίζεται απέναντι στα εγκλήματα της ισραηλινής κυβέρνησης στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη και είναι επιτέλους καιρός, όπως αναφέρει ο βρετανικός Guardian σε ανάλυσή του. Τι προκάλεσε αυτή τη μακρόχρονη και αργή αφύπνιση; Είναι οι πάνω από 54.000 Παλαιστίνιοι που σκοτώθηκαν από τις 7 Οκτωβρίου 2023, όταν έγινε η φρικιαστική επίθεση της Χαμάς; Τα χιλιάδες βρέφη που κινδυνεύουν να πεθάνουν από ασιτία και υποσιτισμό; Οι πολίτες που καίγονται ζωντανοί; Τα σχέδια Ισραηλινών υπουργών για επανακατάληψη και επανεποικισμό της Λωρίδας της Γάζας και την εκδίωξη των Παλαιστινίων; Ή μήπως οι πυροβολισμοί του ισραηλινού στρατού εναντίον διπλωματών, συμπεριλαμβανομένων Ευρωπαίων, στη Δυτική Όχθη ή τα ρατσιστικά συνθήματα από την κρατικά χρηματοδοτούμενη πορεία στην Ιερουσαλήμ όπως «θάνατος στους Άραβες» και «να καούν τα χωριά τους»;
Πιθανότατα πρόκειται για έναν συνδυασμό όλων αυτών, μαζί με την αναγνώριση ότι η άσκηση πίεσης με βάση αρχές δεν πρόκειται να προέλθει από την Ουάσινγκτον. Όποιοι κι αν είναι οι παράγοντες, η Ευρώπη φαίνεται να πλησιάζει σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής, γυρίζοντας τη σκοτεινή σελίδα της συνενοχής της στον σχεδόν 20μηνο πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα.
Μια μειοψηφία ευρωπαϊκών χωρών έχει υιοθετήσει μια στάση αρχών. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ Ισπανία, Ιρλανδία και Σλοβενία, καθώς και η Νορβηγία εκτός ΕΕ, αναγνώρισαν πέρυσι την Παλαιστίνη ως κυρίαρχο κράτος, στήριξαν πλήρως τις διαδικασίες και αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου Δικαιοσύνης και του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, συνέχισαν τη χρηματοδότηση της UNRWA και υπερψήφισαν όλα τα ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ για τη Γάζα.
Αντίθετα, μια άλλη μειοψηφία χωρών συνέχισε να στηρίζει ανοιχτά την κυβέρνηση Νετανιάχου. Οι πιο αμετανόητες είναι η Τσεχία και η Ουγγαρία, ενώ ακολουθούν η Γερμανία και η Ιταλία. Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, έφτασε στο σημείο να προσκαλέσει τον Νετανιάχου στη Βουδαπέστη, παρά το ένταλμα σύλληψης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Στη συνέχεια, η Ουγγαρία αποχώρησε εντελώς από το ΔΠΔ.
Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες κράτησαν σιγή ιχθύος. Κατά τους πρώτους έξι μήνες του πολέμου, αυτό σήμαινε άρνηση έκκλησης για κατάπαυση του πυρός. Μόνο την άνοιξη του 2024, όταν ακόμα και η ακραία φιλοϊσραηλινή διοίκηση του Τζο Μπάιντεν άλλαξε στάση, προστέθηκε και η ΕΕ στις φωνές υπέρ ανακωχής.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ αντέδρασαν ήπια στην απάνθρωπη πρόταση του Ντόναλντ Τραμπ για «ριβιέρα» της Γάζας και υποστήριξαν το αραβικό σχέδιο ανάκαμψης και ανοικοδόμησης. Ωστόσο, συνέχισαν τη συνεργασία με το Ισραήλ, φτάνοντας στο σημείο να πραγματοποιήσουν συνεδρίαση του Συμβουλίου Σύνδεσης ΕΕ-Ισραήλ τον Φεβρουάριο, με προεδρεύουσα την ύπατη εκπρόσωπο Κάγια Κάλας και τον Ισραηλινό υπουργό Εξωτερικών, Γκιντεόν Σαάρ. Το μόνο που έκαναν ήταν να επιπλήξουν ελαφρώς το Ισραήλ για τη δυσανάλογη και αδιάκριτη βία του στη Γάζα.
Πλέον, όμως, η σιωπηρή πλειοψηφία αρχίζει να μετακινείται. Το Ηνωμένο Βασίλειο ανέστειλε τις διαπραγματεύσεις για διμερή συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με το Ισραήλ. Αν και η αναστολή αυτή δεν έχει πρακτικό κόστος για το Ισραήλ, καθώς δεν υπάρχει ακόμη συμφωνία, έχει έντονο συμβολικό χαρακτήρα.
Η Γαλλία είναι πιο ενεργή, όχι μόνο διπλωματικά υπέρ της λύσης των δύο κρατών, αλλά και αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο στοχευμένων κυρώσεων κατά του Ισραήλ. Μέχρι στιγμής, πρόκειται για δειλά, κυρίως θεωρητικά βήματα. Αλλά υποδηλώνουν αλλαγή ρυθμού και διάθεσης.
Η πιθανώς πιο ουσιαστική εξέλιξη είναι η πρόταση εντός ΕΕ για αναστολή των προνομιακών εμπορικών ρυθμίσεων βάσει της συμφωνίας σύνδεσης ΕΕ-Ισραήλ. Σημειώνεται ότι η αναστολή αυτή δεν αποτελεί κυρώσεις. Οι κυρώσεις, δηλαδή απαγορεύσεις ή περιορισμοί στις εισαγωγές, απαιτούν ομοφωνία εντός ΕΕ, κάτι που δύσκολα επιτυγχάνεται. Η πλήρης αναστολή της συμφωνίας σύνδεσης είναι επίσης απίθανη για τον ίδιο λόγο.
Ωστόσο, η αναστολή μόνο των προνομιακών εμπορικών όρων συνιστά αφαίρεση οφέλους της συμφωνίας και εμπίπτει στην εμπορική πολιτική της ΕΕ, η οποία απαιτεί απλώς ενισχυμένη πλειοψηφία. Το εμπόριο ΕΕ-Ισραήλ θα συνεχιστεί, αλλά όχι υπό ευνοϊκούς όρους, όπως συμβαίνει από το 2000 που τέθηκε σε ισχύ η συμφωνία.
Ενώ παλαιότερα αυτό φαινόταν αδιανόητο, τώρα υπάρχει πραγματική πιθανότητα να προχωρήσει η διαδικασία. Προς το παρόν, η Κάλας έχει δώσει εντολή για επανεξέταση της συμμόρφωσης του Ισραήλ με τις υποχρεώσεις της συμφωνίας. Αξιοσημείωτο είναι ότι η επανεξέταση δεν ζητήθηκε από φιλοπαλαιστινιακές χώρες, όπως η Ισπανία ή η Ιρλανδία, ούτε από τη Γαλλία, αλλά από την παραδοσιακά φιλοϊσραηλινή Ολλανδία, υπό δεξιά κυβέρνηση.
Δεδομένου ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα και ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου αποτελούν νομικά «ουσιώδη στοιχεία» της συμφωνίας (άρθρο 2), θα ήταν εξοργιστικό εάν η επανεξέταση, η οποία θα τεκμηριώσει εγκλήματα πολέμου, αγνοηθεί και δεν οδηγήσει σε πρόταση της Κομισιόν για αναστολή.
Η απαιτούμενη ενισχυμένη πλειοψηφία σημαίνει ότι 15 από τα 27 κράτη-μέλη πρέπει να εγκρίνουν το μέτρο, και να εκπροσωπούν το 65% του πληθυσμού της ΕΕ. Δεκαεπτά χώρες στήριξαν την επανεξέταση. Όμως, αν Γερμανία και Ιταλία αντιταχθούν, το πληθυσμιακό όριο δεν καλύπτεται. Χρειάζεται να μετακινηθεί έστω η μία.
Προς το παρόν, η ακροδεξιά κυβέρνηση της Ιταλίας υπό την Τζόρτζια Μελόνι δεν δείχνει σημάδια αλλαγής πολιτικής. Η κριτική προς το Ισραήλ αυξάνεται, αλλά όχι σε βαθμό να οδηγήσει σε στροφή.
Οι γερμανικές κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν την ασφάλεια του Ισραήλ ως «κρατικό συμφέρον» (Staatsräson), λόγω του ιστορικού παρελθόντος της χώρας, κάτι που καθιστά σχεδόν αδύνατη την κριτική κατά του πολέμου στη Γάζα. Όμως, η στάση αυτή φαίνεται να αλλάζει. Ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι οι ενέργειες του Ισραήλ στη Γάζα δεν μπορούν πλέον να δικαιολογηθούν και ότι δεν κατανοεί πλέον τους στόχους του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας.
Στην πραγματικότητα, οι στόχοι του Ισραήλ είναι ξεκάθαροι: επανακατάληψη, επανεποικισμός και μαζική εκδίωξη και όχι η ασφάλεια ή η απελευθέρωση ομήρων. Ακόμα και οι πιο φανατικοί υποστηρικτές του Ισραήλ, όπως ο Μερτς, δυσκολεύονται να το αρνηθούν πλέον και συνεπώς να το στηρίξουν.
Η αναστολή των προνομιακών εμπορικών όρων της συμφωνίας σύνδεσης δεν θα σταματήσει τον πόλεμο μέσα σε μία νύχτα. Αλλά θα είναι το πρώτο ουσιαστικό βήμα της διεθνούς κοινότητας για να επιβληθεί κόστος στο Ισραήλ για τα εγκλήματά του. Τελικά, μόνο μέσα από την επιβολή κόστους μπορεί να επέλθει αλλαγή.
Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος του Ισραήλ, άρα το ενδεχόμενο κόστος δεν είναι αμελητέο. Η δράση τώρα δεν θα φέρει πίσω τις δεκάδες χιλιάδες ζωές που χάθηκαν στη Γάζα. Αυτές θα παραμείνουν για πάντα ένα στίγμα στη συλλογική μας συνείδηση. Όμως μπορεί να μειώσει την προοπτική ενός μέλλοντος με ακόμα περισσότερο θάνατο και καταστροφή.