Ένας γάλλος κατά συρροήν δολοφόνος, που βίαζε θύματα ηλικίας μόλις 11 ετών, εμφανίστηκε σε πασίγνωστη τηλεοπτική εκπομπή της χώρας, ενώ καταζητούνταν από την αστυνομία για σχεδόν 35 χρόνια. Ο François Vérove έδειχνε χαλαρός κατά τη διάρκεια της συμμετοχής του στην εκπομπή «Tout le monde veut prendre sa place» (Όλοι θέλουν να πάρουν τη θέση του).

Ο Vérove, συνταξιούχος αστυνομικός, είχε βιάσει τουλάχιστον τρεις ανήλικες και πιστεύεται ότι είχε διαπράξει 31 δολοφονίες και βιασμούς μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90. Η πιο διαβόητη περίπτωση αφορά την 11χρονη Σεσίλ Μπλοχ, η οποία βιάστηκε πριν δολοφονηθεί στο υπόγειο του διαμερίσματός της.

Ωστόσο, πάνω από δύο δεκαετίες αργότερα, ο ίδιος εμφανίστηκε άνετος στη γαλλική κρατική τηλεόραση, καθώς συνομιλούσε με τον δημοφιλή παρουσιαστή, Nagui Fam. Η συμμετοχή του στο γαλλικό τηλεπαιχνίδι αποκαλύφθηκε πρόσφατα από το περιοδικό «Marianne».

Τα πλάνα δείχνουν τον κατά συρροή δολοφόνο να στέκεται χωρίς κανένα ίχνος ανησυχίας, καθώς ο παρουσιαστής τον συστήνει ως «Φρανσουά από τη La Grande-Motte». Ο συνταξιούχος αστυνομικός έλαβε μέρος στην εκπομπή το 2019. Σε βίντεο που δημοσιεύουν διεθνή ΜΜΕ εμφανίζεται να αστειεύεται με τον παρουσιαστή, κερδίζοντας κάποιες στιγμές το χειροκρότημα του κοινού.

Στον serial killer είχε δοθεί από τον Τύπο το παρατσούκλι «Le Grele» ή «Ο άντρας με τα σημάδια».

Κατά τη διάρκεια της εκπομπής, ο Vérove μίλησε για τη ζωή του ως αστυνομικός και εξήγησε πώς ήταν αστυφύλακας πριν ενταχθεί στην έφιππη αστυνομία και στη συνέχεια σε μια ταξιαρχία μοτοσικλετών τη δεκαετία του ’80.

Σε έναν γύρο ερωτήσεων, ο Vérove απέτυχε να απαντήσει σωστά σε δύο ερωτήσεις γενικών γνώσεων, σχετικά με τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τους εμβολιασμούς κατά της φυματίωσης αντίστοιχα, και αποκλείστηκε από το παιχνίδι.

Η αυτοκτονία

Το σκοτεινό παρελθόν του Vérove ήρθε στο φως, όταν αυτοκτόνησε το 2021. Μετά τον θάνατό του, αστυνομική έρευνα τον συνέδεσε με 31 βιασμούς και δολοφονίες στο Παρίσι.

Ο Vérove, 59 ετών τότε, άφησε ένα σημείωμα αυτοκτονίας στο διαμέρισμα, όπου πήρε υπερβολική δόση φαρμάκων, λέγοντας στη σύζυγό του ότι η τρελή οργή, που κουβαλούσε μέσα του, τον έκανε εγκληματία. «Υπήρχαν στιγμές που δεν άντεχα και έπρεπε να καταστρέψω, να σπιλώσω, να σκοτώσω κάποιον αθώο».

Στην επιστολή του μιλούσε για «παρορμήσεις του παρελθόντος», ισχυριζόμενος ότι τα χρόνια που ακολούθησαν είχε καταφέρει να τις θέσει υπό έλεγχο. Παραδέχθηκε δολοφονίες, χωρίς ωστόσο να αναφέρει λεπτομέρειες για τα θύματα ή τις εκάστοτε συνθήκες, ενώ δήλωσε ότι δεν είχε διαπράξει κανένα έγκλημα μετά το 1997.