Με τα λόγια του θρύλου του παγκοσμίου ποδοσφαίρου Ντιέγκο Μαραντόνα, ο Μπατιστούτα «ήταν ο καλύτερος στράικερ που είχαμε ποτέ στα μέρη μας και δεν πρόκειται ποτέ να ξαναδούμε. Δεν θα ξαναδούμε αυτά που έκανε από κανέναν, όπως κι αν λέγεται. Για μένα ήταν ο μεγαλύτερος σκόρερ που ευτύχησα να δω σε όλη μου τη ζωή». Όταν ο «βασιλιάς» του ποδοσφαίρου μιλά για σένα με τέτοιους χαρακτηρισμούς, τότε ξέρεις ότι τα έχεις κάνει όλα καλά στην καριέρα σου, πράγμα που συνέβη φυσικά για τον συμπατριώτη του Ντιεγκίτο, συμπαίκτη του στην εθνική ομάδα και έναν από τους κορυφαίους επιθετικούς που είδε ποτέ ο λαμπερός κόσμος του ποδοσφαίρου! Ξακουστός για το φονικό του ένστικτο μπροστά στην εστία, ενστάλαζε τον φόβο στις αντίπαλες ενδεκάδες και μόνο από τη συμπερίληψή του στο αρχικό σχήμα της ομάδας. Όσο για το φαρμακερό δεξί του, έσκισε ουκ ολίγες φορές τα δίχτυα τόσο στην Αργεντινή όσο και την Ιταλία. Στη δεκαετία 1991-2000 μάλιστα, με τα χρώματα της Φιορεντίνα, ο «Μπάτιγκολ» βρήκε δίχτυα 168 φορές, ενώ τη σεζόν 1995 ήταν ο πρώτος σκόρερ του Καμπιονάτο (και 11ος στη συνολική κατάταξη των μεγαλύτερων σκόρερ του Καμπιονάτο όλων των εποχών με 184 τέρματα σε 318 ματς). Και βέβαια έγραψε χρυσές σελίδες με το τρομερό αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της Αργεντινής, όντας ο Νο 1 γκολτζής της εθνικής σε όλη της την ιστορία! Τα 56 του γκολ σε 78 διεθνείς αγώνες (και τρία Παγκόσμια Κύπελλα) παραμένουν αξεπέραστα. Και όλα ξεκίνησαν από ένα παιδί που λάτρευε το μπάσκετ και δυσκολεύτηκαν πολύ οι γονείς του να τον πείσουν να αλλάξει καριέρα. Κι αν δεν έπαιρνε η Αργεντινή το Μουντιάλ το 1978, ο Μπατιστούτα δεν θα πατούσε ποτέ ποδοσφαιρικό χορτάρι, αφήνοντας έτσι τόσο το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας του όσο και τις φανέλες των Φιορεντίνα, Ρόμα και Ίντερ σαφώς φτωχότερες… Πρώτα χρόνια Ο Γκαμπριέλ Ομάρ Μπατιστούτα γεννιέται την 1η Φεβρουαρίου 1969 σε κωμόπολη της αργεντίνικης επαρχίας Σάντα Φε, ως το μεγαλύτερο από τα 4 παιδιά του εκδορέα πατέρα και της σχολικής υπαλλήλου μητέρας. Ιδιαίτερα καλός στις σχολικές του υποχρεώσεις, ο μικρός Γκαμπριέλ έχει όνειρο να σπουδάσει και να γίνει «κάποιος» στη ζωή του. Στα πρώτα λοιπόν χρόνια της ζωής του δεν είχε αναπτύξει κανενός είδους ενδιαφέρον για τη στρογγυλή θεά και χρειάστηκε μάλιστα η οικογενειακή πίεση για να εγκαταλείψει το όνειρο της ανώτατης εκπαίδευσης για χάρη του επαγγελματικού αθλητισμού! Παρά το γεγονός ότι διακρίνεται στα σπορ από τρυφερή ηλικία, καθώς τα αθλητικά του χαρίσματα δεν μπορούν να κρυφτούν, ο κόσμος των σπορ δεν τον συγκινεί. Κι ενώ όλοι του οι συμμαθητές ονειρεύονται να γίνουν ο επόμενος Mario Kempes, ο Γκαμπριέλ ενδιαφέρεται περισσότερο για το πανεπιστημιακό του μέλλον παρά να κλοτσά μια μπάλα. Και ήταν μάλιστα αυτή ακριβώς η διαβεβαίωση για τις σπουδές του που θα τον κάνει να προσχωρήσει στο εφηβικό τμήμα της Newell’s Old Boys! Ο υπεύθυνος της ομάδας Jorge Griffa, αναγνωρίζοντας το απαράμιλλο ταλέντο του στο γήπεδο, τον πείθει να εγκαταλείψει το ερασιτεχνικό μπάσκετ που λάτρευε και να μετακινηθεί κάπου 460 χιλιόμετρα νοτιότερα, στο Rosario, διαβεβαιώνοντάς τον ταυτοχρόνως ότι η ομάδα θα κάλυπτε τα έξοδα για τις σπουδές του! Παρά τις αρχικές του ενστάσεις και την επιφυλακτικότητά του, ο νεαρός Μπατιστούτα λέει τελικά το μεγάλο «ναι», βάζοντας έτσι τα θεμέλια μιας πολύ μεγάλης καριέρας… Πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιο στη Newell’s Old Boys Ήταν το 1988 όταν ο Μπατιστούτα θα κάνει το ντεμπούτο του με τη Newell’s Old Boys, με προπονητή μάλιστα τον Marcelo Bielsa, ο οποίος έμελλε να ξανασυναντηθεί με τον Γκαμπριέλ αργότερα, στις τάξεις της εθνικής ομάδας της Αργεντινής. Παρά το αναμφισβήτητο ταλέντο του, η καριέρα του παίκτη δεν απογειώνεται από την πρώτη στιγμή, καθώς ο Μπατιστούτα αντιμετωπίζει μια σειρά από προβλήματα: πέρα από τη μάχη του με τα παραπανίσια κιλά, που στέκονται εμπόδιο στις αρχές, υπέφερε και από ψυχολογικά θέματα, όπως η έλλειψη της οικογένειάς του και η απόσταση που τον χώριζε από το σπίτι του. Οι ικανότητές του ωστόσο συνεχώς βελτιώνονταν και ο ίδιος γινόταν ολοένα και πιο πολύπλευρος παίκτης, κερδίζοντας αγώνα με τον αγώνα τη φήμη που θα γιγαντωνόταν στο μέλλον. Δεν θα περνούσε πολύς καιρός μέχρι να τον μάθουν καλά οι αντίπαλες άμυνες. Ταυτοχρόνως, είχε ήδη γνωρίσει από τα 16 του χρόνια τη 15χρονη Irina Fernández, την οποία παντρεύτηκε τον Δεκέμβριο του 1990. Το ζευγάρι θα αποκτούσε αργότερα 4 παιδιά… Οι μέρες στη River Plate Παρά το γεγονός ότι ήταν φανατικός οπαδός της Boca Juniors, ο Μπατιστούτα πήρε μεταγραφή το 1989-1990 στη σφοδρή αντίπαλό της River Plate! Το φιντάνι έγινε δεκτό με ενθουσιασμό στις τάξεις του μεγάλου κλαμπ της Αργεντινής, εξασφαλίζοντας ένα πολλά υποσχόμενο συμβόλαιο. Παρά το γεγονός ότι σκόραρε γρήγορα-γρήγορα 17 γκολ με τα χρώματα της νέας του ομάδας, οι πολυάριθμοι καυγάδες με τον προπονητή Daniel Passarella (τον αρχηγό της Εθνικής Αργεντινής στην κούπα που σήκωσε η ομάδα στο Μουντιάλ του 1978 και προσωπικό ίνδαλμα του «Μπάτιγκολ») σύντομα θα φέρουν τη ρήξη στις σχέσεις τους. Ως αποτέλεσμα, ο Μπατιστούτα βρίσκεται χωρίς ομάδα στα μέσα της σεζόν… Η εποχή της Boca Juniors Κι έτσι η μεγάλη του παιδική αγάπη, η Boca Juniors, βρίσκει ευκαιρία και τον «κλέβει» το 1990. Παρά το γεγονός ότι το ξεκίνημά του στον καινούριο σύλλογο είναι φειδωλό, η αλλαγή προπονητή την επόμενη σεζόν τον κάνει να βρει την πραγματική φόρμα του. Ο ίδιος αρχίζει και πετάει! Ο σχετικά άγνωστος Μπατιστούτα γίνεται ο πρώτος σκόρερ της Boca το 1991 (20 γκολ σε 29 συμμετοχές) και βοηθά τα μέγιστα στην κατάκτηση του πρωταθλήματος. Επίσης, χαρίζει στους αργεντίνους φιλάθλους μια σειρά από εντυπωσιακά τέρματα και μετατρέπεται έτσι στον αγαπημένο της εξέδρας… Η μετακίνηση στο Καμπιονάτο και η ένδοξη περίοδος της Φιορεντίνα Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, ο Μπατιστούτα συμμετέχει για πρώτη φορά στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της Αργεντινής στο Copa America. Η τρομερή του φόρμα και τα γκολ του φυσικά, ιδιαίτερα κατά της Βραζιλίας και της Κολομβίας, συνέβαλαν τα μέγιστα στην κατάκτηση της κούπας του λατινοαμερικάνικου κυπέλλου! Ο Μπατιστούτα τελειώνει το τουρνουά ως πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης, κάτι που τον βάζει για πρώτη φορά στο στόχαστρο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Ο αντιπρόεδρος της Φιορεντίνα μαγεύεται από την απόδοσή του και προλαβαίνει να κλείσει τη μηχανή αυτή του σκοραρίσματος για την ομάδα του. Στην πρώτη του σεζόν με τη Φιορεντίνα (1991-1992), την ομάδα που τον καθιέρωσε στις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες συνειδήσεις, ο Μπατιστούτα σκοράρει 13 γκολ και βάζει το όνομά του στους σκόρερ του Καμπιονάτο, αν και η επόμενη χρονιά έμελλε να είναι καταστροφική τόσο για τον ίδιο όσο και τη Φιορεντίνα, που βρίσκεται χωρίς να το πολυκαταλάβει στη Β’ Εθνική. Με τη μεγάλη συνεισφορά του ωστόσο με 16 γκολ, η Φιορεντίνα επιστρέφει στα μεγάλα σαλόνια του ιταλικού ποδοσφαίρου έπειτα από τη μοιραία αυτή σεζόν (1992-93) στη Seria B. Η περίοδος του Μπατιστούτα στη Φιορεντίνα θα τον βρει στην καλύτερη φάση της καριέρας του, αφήνοντας το σημάδι του βαθιά χαραγμένο στο ιταλικό ποδόσφαιρο. Στη σεζόν 1994-1995, ο «Μπάτιγκολ» σκόραρε 26 τέρματα, γινόμενος έτσι ο πρώτος σκόρερ της Seria A αλλά και το απόλυτο φόβητρο των αντίπαλων αμυνών! Αυτή την αγωνιστική χρονιά ο Μπατιστούτα, που έκανε κυριολεκτικά ό,τι ήθελε μέσα στον αγωνιστικό χώρο, καταρρίπτει το εδώ και 30 χρόνια ρεκόρ του Ezio Pascutti σκοράροντας σε κάθε ματς στους πρώτους 11 αγώνες της ομάδας! Το ασταμάτητο σκοράρισμά του θα κάνει τους οπαδούς της Φιορεντίνα να τον αποκαλούν πλέον «Μπάτιγκολ»… Το ειδύλλιο του Μπατιστούτα και της Φιορεντίνα θα κρατούσε 9 σεζόν, περίοδο στην οποία θα προλάβει να γίνει ο κορυφαίος σκόρερ στην ιστορία της ομάδας! Παρά τις πολλαπλές προτάσεις που είχε στη μεταγραφική περίοδο κάθε αγωνιστικής (και ειδικότερα τις αφόρητες πιέσεις από Ρεάλ Μαδρίτης και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ), ο ίδιος έλεγε πάντα «όχι», καθώς τη Φιορεντίνα την αγάπησε με όλη του την καρδιά. Η απίστευτη αφοσίωσή του στη Φιορεντίνα, παρά την έλλειψη διακρίσεων, κατάφερε να τη φέρει στις πρώτες θέσεις του Καμπιονάτο… Η μεταγραφή στη Ρόμα Ο διακαής πόθος του Μπατιστούτα για μια κούπα στο Καμπιονάτο δεν φαινόταν ωστόσο να δικαιώνεται με τα χρώματα της Φιορεντίνα και αυτός ήταν ο λόγος για την ηχηρή μεταγραφή του σε μια από τις κορυφαίες ομάδες της ιταλικής ποδοσφαιρικής μάχης, τη Ρόμα. Ο ίδιος είχε πατήσει εξάλλου τα 30 χρόνια ζωής, ήξερε λοιπόν ότι τα περιθώρια για μια διάκριση στένευαν επικινδύνως. Παρά το γεγονός ότι δεν σήκωσε το Scudetto με τη Φιορεντίνα, κατάφερε να κερδίσει με τη φανέλα της το Coppa Italia αλλά και το Supercoppa Italiana το 1996, την ίδια ώρα που η ομάδα προκρίθηκε το 1999 στο Champion League. Το γκολ του μάλιστα κατά της Μάντσεστερ στο Old Trafford ακούστηκε στα πέρατα του κόσμου… Κι έτσι στην πρώτη του σεζόν με τα χρώματα της Ρόμα ο στόχος του επιτεύχθηκε! Οι «Giallorossi» κατακτούν το πρωτάθλημα τη σεζόν 2000-01, με τον Μπατιστούτα να συνεισφέρει με 20 τέρματα. Ακρογωνιαίος λίθος της επιθετικής αιχμής της Ρόμα, τα 20 γκολ στις 28 συμμετοχές του στο Καμπιονάτο έδωσαν τέλος στην περίοδο των 18 ετών που είχε να ακουμπήσει τίτλο η Ρόμα… Μετακίνηση στην Ίντερ και «αποστρατεία» στην Al-Arabi Η φόρμα του ωστόσο δεν ήταν στην καλύτερη δυνατή κατάστασή της μετά την κατάκτηση του Scudetto και τελικά δόθηκε δανεικός στην Ίντερ. Στο Μιλάνο ο Μπατιστούτα δεν τα πήγε ιδιαίτερα καλά, με τη σεζόν-ντεμπούτο του το 2003 να τον βρίσκει με μόλις 2 γκολ σε 12 ματς, πράγμα που έδειξε σε πολλούς ότι η καριέρα του 34χρονου πλέον «Μπάτιγκολ» έφτανε σιγά-σιγά στο τέλος της… Τελευταίος σταθμός στην ασύλληπτη καριέρα του, η «τιμητική» μετακίνησή του στην ομάδα του Κατάρ Al-Arabi, όπου θα προλάβει βέβαια παρά το προχωρημένο της ηλικίας του να σπάσει άλλο ένα ρεκόρ, αυτό του πρώτου σκόρερ σε όλη την ιστορία της ομάδας! Τα 24 γκολ που σκόραρε στη δεύτερη σεζόν του στην Al-Arabi (2003-04) τον έκαναν ταυτοχρόνως πρώτο σκόρερ σε όλα τα αραβικά πρωταθλήματα. Την επόμενη σεζόν ωστόσο, το 2005, ο Μπατιστούτα θα εγκαταλείψει οριστικά το ποδόσφαιρο, όταν σοβαρός τραυματισμός έφερε πρόωρα το επικείμενο τέλος της καριέρας του… Διεθνής με τα χρώματα της Αργεντινής Σε διεθνές επίπεδο, ο Μπατιστούτα εκτοξεύτηκε σε νέα ιστορικά ρεκόρ ως ένας από τους καλύτερους μπαλαδόρους που φόρεσαν ποτέ τα χρώματα της βαριάς φανέλας της Αργεντινής. Παρά το γεγονός ότι δεν ευτύχησε να κατακτήσει Παγκόσμιο Κύπελλο, πήρε δύο Copa America, ένα Confederations Cup, ενώ κατέχει και τον τίτλο του κορυφαίου σκόρερ της Εθνικής Αργεντινής με 56 γκολ σε 76 συμμετοχές! Το όνομά του φιγουράρει επίσης στη μυθολογία της FIFA ως ο μόνος μπαλαδόρος που σκόραρε χατ τρικ σε δύο ξεχωριστά Μουντιάλ: το πρώτο κατά της χώρας μας στο Μουντιάλ της Αμερικής το 1994 και το άλλο ενάντια στην Τζαμάικα 4 χρόνια αργότερα στα γήπεδα της Γαλλίας… Η επιβλητική μορφή του παγκοσμίου ποδοσφαίρου θα είχε σαφώς πολύ περισσότερες διακρίσεις αν δεν αφιέρωνε εαυτό και καριέρα στη Φιορεντίνα. Τον «Μπάτιγκολ» δεν τον ένοιαζαν ωστόσο ποτέ οι τίτλοι, παραμένοντας ένας από τους κορυφαίους και πλέον ολοκληρωμένους επιθετικούς που είδε ποτέ ο κόσμος της στρογγυλής θεάς. Αν το πιστεύει εξάλλου ο Μαραντόνα, ποιος μπορεί να το αμφισβητήσει; Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr