«Βρισκόμαστε λίγα βήματα πριν την έξοδο από την πολυετή επιτροπεία», δηλώνει η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Όλγα Γεροβασίλη στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

«Κάθε διαπραγμάτευση», συνεχίζει, «είναι αποτέλεσμα συμβιβασμών, αλλά αυτή τη φορά η χώρα πήρε εκείνο που ήθελε. Δικαιούμαστε τώρα να ελπίζουμε και να μιλάμε για καλύτερες μέρες». Η κ. Γεροβασίλη δεν αποκλείει η ΕΚΤ να αποφασίσει τελικά την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. «Η συζήτηση πια περνά, από τις δεσμεύσεις του προγράμματος, στην ανάπτυξη και τις επενδύσεις, μέσω της ρήτρας ανάπτυξης και της ίδρυσης αναπτυξιακής τράπεζας», λέει και υπογραμμίζει πως η κυβέρνηση θα εκμεταλλευτεί κάθε περιθώριο και κάθε εργαλείο που διαθέτει για να επιταχύνει στο δρόμο που καταφέρε να ανοίξει.

Επιπλέον το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο, σύμφωνα με την υπουργό, που επισημαίνει πως απαιτούνται τολμηρά μέτρα για την ελάφρυνσή του.

«Επιμείναμε στη θέση μας αυτή παρά τους αρνητικούς συσχετισμούς που δημιουργεί το πλαίσιο λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης», λέει ακόμη. Επίσης, η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης αναφέρεται στα πρωτογενή πλεονάσματα που σύμφωνησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις και οδηγούσαν τη χώρα σε ύφεση.

Ερωτηθείσα για τις τροπολογίες της τελευταίας στιγμής η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης επαναλαμβάνει πως «θα ήταν λάθος, τη στιγμή που διεκδικούσαμε αναπτυξιακό σχέδιο και απομείωση του χρέους, να επιτρέπαμε σε ακραίους κύκλους των δανειστών να στρέψουν ξανά τη διαπραγμάτευση στα προαπαιτούμενα, επιβάλλοντας νέες εκβιαστικές καθυστερήσεις».

Η κ.Γεροβασίλη υπογραμμίζει επίσης, πως συνειδητά βγαίνει εκτός δημοσίου διαλόγου η δέσμη των θετικών μέτρων που ψηφίστηκαν. «Για πρώτη φορά ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να πάρει ουδέτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα σε περίοδο προσαρμογής με αντίμετρα αυτού του εύρους» και προσθέτει: «Δεν μιλάμε εδώ απλώς για διαχείριση μιας κατάστασης, είναι ζήτημα συνολικής στρατηγικής και αναζήτησης πολιτικών λύσεων».

Η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης αναγνωρίζει πως ο ελληνικός λαός έχει κάνει μεγάλες θυσίες και έχει υποστεί ισχυρά πλήγματα στην καθημερινότητα και στη ζωή του τα τελευταία επτά χρόνια, συμπληρώνοντας όμως ότι ως κυβέρνηση «επιμείναμε για μια βιώσιμη και οριστική λύση, που δεν περνά μέσα από συνεχή και αναποτελεσματική αύξηση άμεσων κι έμμεσων φόρων, αλλά περνά μέσα από την μεγέθυνση της πραγματικής οικονομίας, την αύξηση του ΑΕΠ και τη σταθερότητα στο οικονομικό περιβάλλον».

Παράλληλα η Ολγα Γεροβασίλη στέλνει ηχηρό μήνυμα υπογραμμίζοντας ότι «η κυβέρνησή μας βρίσκεται σε διαρκή σύγκρουση με διάφορα κατεστημένα και έχει αποδείξει ότι δεν έχει εξαρτήσεις από τα κάθε λογής και μεγέθους συμφέροντα που χρεοκόπησαν τη χώρα. Έχουμε, επίσης, αποδείξει ότι υλοποιούμε το κυβερνητικό μας πρόγραμμα, χωρίς να καταφεύγουμε σε μεθοδεύσεις κοινωνικού αυτοματισμού όπως έκαναν οι προκάτοχοί μας». Για την παραγωγική ανασυγκρότηση τονίζει πως για την κυβέρνηση δεν μπορεί αυτή να επιτευχθεί ερήμην του λαού.

Ερωτηθείσα για τις προσλήψεις στ Δημόσιο απαντά «με βάση τον κανόνα 1 προς 4, ο μέγιστος αριθμός προσλήψεων για το έτος 2017 ανέρχεται σε 2.453. Στον αριθμό αυτό προστίθενται 4.644 προσλήψεις, οι οποίες δεν υλοποιήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια από τη ΝΔ, ενώ είχε τη δυνατότητα. Άρα, μπορούμε να πραγματοποιήσουμε 7.097 προσλήψεις εντός του 2017».

Πάντως η κ. Γεροβασίλη αναφέρει για το Δημόσιο ότι παρουσιάζει μια σειρά διαχρονικά ριζωμένων παθογενειών που δεν μπορεί κανείς να τις εξαλείψει από τη μια ημέρα στην άλλη, σε αυτές προστέθηκε τα τελευταία χρόνια και το πρόβλημα της υποστελέχωσης, καθιστώντας έτσι δυσχερέστερη την παροχή υπηρεσιών του Δημοσίου προς τους πολίτες. Ξεκαθαρίζει πάντως πως η κυβέρνηση δεν αντιμετωπίζει το δημόσιο με τη λογική του «μικρού» ή «μεγάλου», αλλά με κριτήριο κατά πόσο ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες.