Η σημασία της υποβρύχιας αρχαιολογικής έρευνας, καθώς και η δημιουργία θαλάσσιων αρχαιολογικών πάρκων, στα οποία η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς συνδυάζεται με την πρόσβαση των πολιτών και την οικονομική ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών, ήταν στο επίκεντρο της σημερινής ομιλίας της υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνης, κατά τη Διεθνή Συνάντηση Αρχαιολογικού Τουρισμού, που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Πέστουμ της νότιας Ιταλίας.
«Για χώρες όπως η Ελλάδα, όπου ο πολιτισμός και η θάλασσα έπλασαν ανέκαθεν κάθε όψη της ζωής, η συνδυασμένη δράση ανάμεσα σε πολιτιστική κληρονομιά και τουρισμό αποτελεί τόσο μια οικονομική ευκαιρία όσο και μια κοινωνική αποστολή. Στηρίζει τις τοπικές κοινότητες, προάγει την πολιτιστική αυτογνωσία και ενθαρρύνει την υπεύθυνη διαχείριση των πόρων, παρέχοντας την εγγύηση ότι η ανάπτυξη συμβαδίζει με την προστασία του πολιτιστικού πλούτου», σημείωσε η υπουργός Πολιτισμού.
«Η σύγχρονη υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα στην Ελλάδα άρχισε τον 19ο αιώνα, όταν οι σφουγγαράδες της Σύμης ανακάλυψαν τα κατάλοιπα ενός ρωμαϊκού πλοίου, στα ανοικτά των Αντικυθήρων. Η ανακάλυψη αυτή, η οποία έφερε στο φως τον γνωστό Μηχανισμό των Αντικυθήρων και πολύτιμα αγάλματα σε χαλκό, όχι μόνον αποκάλυψε τα τεχνολογικά και πολιτιστικά επιτεύγματα της αρχαιότητας, αλλά σήμανε και την αρχή μιας νέας εποχής υποβρύχιας έρευνας. Από τότε, το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού διεξήγαγε συστηματικές έρευνες στα ύδατα της χώρας».
Η Λίνα Μενδώνη, κατά τη διάρκεια της παρέμβασής της, τόνισε ότι υπάρχει, πάντα, μία μεγάλη πρόκληση: Να προστατευθούν εύθραυστα κατάλοιπα, να μπορούν να μελετηθούν και, συγχρόνως, να γίνονται προσβάσιμα και στους πολίτες. «Το να βρεθεί ισορροπία ανάμεσα στην προστασία και τη συμμετοχή των πολιτών είναι από τα κύρια μελήματα της υποβρύχιας αρχαιολογίας», είπε χαρακτηριστικά.
«Για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις αυτές, η Ελλάδα υιοθέτησε θαρραλέα μέτρα. Ο πρόσφατος εκσυγχρονισμός του νομικού της πλαισίου επέτρεψε τη δημιουργία προσβάσιμων θαλάσσιων αρχαιολογικών πάρκων, μια πρωτοποριακή πρωτοβουλία, η οποία συνδυάζει την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς με τον βιώσιμο τουρισμό. Από το 2020, τέσσερις υποθαλάσσιοι αρχαιολογικοί χώροι ορίστηκαν επίσημα ως επισκέψιμοι. Το γνωστό ναυάγιο της Περιστέρας, στα ανοιχτά της Αλοννήσου, στις βόρειες Σποράδες και άλλοι τρεις αρχαιολογικοί χώροι στον Παγασητικό Κόλπο. Συνολικά, δεκαέξι ναυάγια πρόκειται να ενταχθούν, βαθμιαία, στο δίκτυο αυτό», πρόσθεσε.
Η υπουργός Πολιτισμού επεσήμανε ότι η πιλοτική πρωτοβουλία της Περιστέρας, παρά το ότι ξεκίνησε κατά την πανδημία του κορωνοϊού, «είχε μεγάλη επιτυχία και προκάλεσε το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας, του τομέα των καταδύσεων και του κοινού». Από το 2020, πάνω από 1.600 δύτες επισκέφθηκαν αυτά τα θαλάσσια πάρκα, πραγματοποιώντας πάνω από 400 καταδύσεις υπό επιτήρηση. Την ίδια ώρα, όπως ανέφερε η Λίνα Μενδώνη, βρίσκεται σε εξέλιξη η υλοποίηση ενός άλλου, ιδιαίτερα σημαντικού σχεδίου. Πρόκειται για τη δημιουργία του Εθνικού Μουσείου Εναλίων Αρχαιοτήτων, στο λιμάνι του Πειραιά, «συνολικής έκτασης 25.000 τετραγωνικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένων εκθεσιακών χώρων, εργαστηρίων, διδακτικών χώρων εργαστηρίων και ενός αμφιθεάτρου, έκτασης 7.500 τετραγωνικών μέτρων. Ένα έργο το οποίο θα ανταποκρίνεται στα υψηλότερα μουσειακά κριτήρια».
«Η πρόοδος που επιτελέσθηκε έως τώρα δείχνει ξεκάθαρα ότι η υποθαλάσσια πολιτιστική κληρονομιά μπορεί να μετατραπεί σε μοχλό ανάπτυξης, καινοτομίας και κατάρτισης. Η συνεργασία ανάμεσα στο υπουργείο Πολιτισμού, στις τοπικές Αρχές, στα κέντρα έρευνας και σε ιδιώτες εταίρους, έφερε ήδη απτά αποτελέσματα», σημείωσε η Λίνα Μενδώνη.