«Η ελληνική οικονομία θεωρείται από τους διεθνείς αναλυτές ως μια οικονομία με θετικές προοπτικές για τα επόμενα χρόνια. Κι αυτό οφείλεται σε 3 βασικά παράγοντες: Πρώτον, στο ότι επιμένουμε σταθερά σε γραμμή δημοσιονομικής σοβαρότητας. Δίνουμε μόνο όσα αντέχουμε και τίποτα παραπάνω. Δεύτερον, έχουμε υιοθετήσει μία σειρά από αλλαγές που στέλνουν παντού το μήνυμα ότι η Ελλάδα περιορίζει λελογισμένα τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές. Αλλά και έχει απλουστεύσει σημαντικά το αδειοδοτικό και επενδυτικό περιβάλλον. Και, τρίτον, στο ότι η διεθνής οικονομική κοινότητα γνωρίζει πως έχουμε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή κυβέρνηση, η οποία επιχειρεί να εφαρμόσει τις καλύτερες διεθνείς και ευρωπαϊκές πρακτικές» ανέφερε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης μιλώντας στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2024 λίγο πριν την έναρξη της διαδικασίας ψήφισης του σχετικού σχεδίου νόμου.

Σύμφωνα με τον ίδιο «οι φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνουν ότι το 2023 η Ελλάδα σημειώνει την 3η υψηλότερη αύξηση στις επενδύσεις στην Ευρωζώνη, ενώ το 2024 προβλέπεται ότι θα σημειώσει τη μεγαλύτερη αύξηση στις επενδύσεις. Δεν σας αρκεί; Τι θα θέλατε, για να είστε ευχαριστημένοι; Το 2024, η Κομισιόν προβλέπει, ότι οι επενδύσεις θα ανέλθουν σε 37,4 δις ευρώ. Πράγμα που σημαίνει ότι οι επενδύσεις στην πατρίδα μας με βάση την Κομισιόν θα έχουν αυξηθεί κατά 90% σε σχέση με το 2019. Όσο για τις Άμεσες Ξένες Επενδύσεις, σε καθαρούς όρους, έφτασαν σε ρεκόρ εικοσαετίας το 2022, αγγίζοντας τα 8 δισ. ευρώ! Ενώ η καλύτερη επίδοση προ του 2010 ήταν μόλις 4,3 δις».

Και συνέχισε: «Ακούσαμε σφοδρότατη κριτική για το δημόσιο χρέος. Η αλήθεια είναι ότι όλες σχεδόν οι χώρες πιέστηκαν σημαντικά από την ανάγκη αύξησης των δημοσίων δαπανών, και επομένως την ανάγκη αύξησης της δανειακής επιβάρυνσης, λόγω των επιπτώσεων της κρίσης του κορονοϊού. Παρόλα αυτά, η Ελλάδα από 180,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ χρέος το 2019, με βάση την Κομισιόν, μείωσε το χρέος της στις 172,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το 2022. Είναι η ταχύτερη μείωση χρέους σε ολόκληρη την Ευρωζώνη και θα το μειώσει περαιτέρω στις 160,9 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το 2023, και στις 151,9 το 2024. Δέσμευσή μας, άλλωστε, είναι έως το 2027 το χρέος να έχει υποχωρήσει στο 140% του ΑΕΠ».

Όσον αφορά στον πληθωρισμό είπε πως «χωρίς καμία διάθεση να υποβαθμίσουμε το πρόβλημα που εντοπίζεται ειδικά στα τρόφιμα, η Ελλάδα καταγράφει χαμηλότερο πληθωρισμό από το μέσο όρο της Ευρωζώνης και της Ε.Ε., τόσο το 2023, όσο και στις προβλέψεις για το 2024. Επίσης, η πρόβλεψη  της Κομισιόν για τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή, για το 2023, το 2024 και το 2025, μας τοποθετεί σε χαμηλότερο επίπεδο σε σχέση με τους μέσους όρους για την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενώ χαρακτηριστικό είναι πως παρόμοιες προβλέψεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει διατυπώσει και ο ΟΟΣΑ. Έχει προταθεί από την αντιπολίτευση ως θεραπεία η μείωση του ΦΠΑ. Η οποία, όμως, σε όσες, λίγες χώρες εφαρμόστηκε, δεν λειτούργησε. Στην Ισπανία για παράδειγμα, μείωσαν τον ΦΠΑ στα τρόφιμα. Αυτός ενθυλακώθηκε από τους ενδιάμεσους και δεν πέρασε στον καταναλωτή. Το ίδιο έγινε και στην Πολωνία! Και επειδή ήταν και προσωρινό μέτρο, τώρα βρίσκονται αντιμέτωποι με την αύξηση του ΦΠΑ. Και, άρα, και των τιμών/ Αντιθέτως πολύ σημαντικότερες προς αυτή την κατεύθυνση είναι οι πρωτοβουλίες που εμείς παίρνουμε Δεν αναφέρομαι μόνο στην επιδότηση των τιμολογίων του ρεύματος, το επίδομα θέρμανσης κοκ. Αναφέρομαι, επίσης, στους ελέγχους της αγοράς μέσω της ΔΙΜΕΑ για αισχροκέρδεια, και τα αντίστοιχα βαριά πρόστιμα. Αναφέρομαι, επίσης, στις πρωτοβουλίες έκτακτης, αλλά και μόνιμης στήριξης του εισοδήματος των πολιτών μέσω του Προϋπολογισμού».

Οι 7 προκλήσεις

Όπως είπε ο κ. Χατζηδάκης, το 2024 η ελληνική οικονομία θα κληθεί να απαντήσει σε εφτά επιμέρους σημαντικές προκλήσεις, που συνιστούν ταυτόχρονα και τις εφτά κυριότερες προτεραιότητες οικονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.

–       Πρώτη Πρόκληση, η διατήρηση της ανθεκτικότητας της Ελληνικής Οικονομίας. Για αυτό, βασικές επιδιώξεις μας είναι: Η απαρέγκλιτη επίτευξη των δημοσιονομικών μας στόχων και των πρωτογενών πλεονασμάτων. Η περαιτέρω βελτίωση της πιστοληπτικής μας ικανότητας. Και βέβαια, η περαιτέρω αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους. Δεν μας αρκεί ότι αλλάξαμε κατηγορία παίρνοντας την επενδυτική βαθμίδα. Η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να ανέβει ακόμη πιο ψηλά. Έχουμε τόσο το μείγμα της οικονομικής πολιτικής όσο και τους ανθρώπους που χρειάζονται για να τα καταφέρουμε.

–       Δεύτερη Πρόκληση, η περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και η αντίστοιχη αύξηση των επενδύσεων. Γνωρίζουμε ότι υπάρχει σημαντικό επενδυτικό κενό, που πρέπει να καλυφθεί. Για αυτό επιδιώκουμε τη συνεχή βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με περαιτέρω μείωση του μη-μισθολογικού κόστους από το 2025 και άρση άλλων εμποδίων για την υγιή επιχειρηματικότητα, καθώς και ένα ακόμη πιο εύρωστο τραπεζικό σύστημα, το οποίο θα λειτουργεί σε συνθήκες ανταγωνισμού – για αυτό δώσαμε τη δυνατότητα παροχής δανείων και από μη-τραπεζικά ιδρύματα – με τελικό στόχο την ενίσχυση της ρευστότητας στις επιχειρήσεις και την οικονομία. Συν την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών επενδυτικών πόρων. Έχουμε τη μεγαλύτερη κατά κεφαλήν ενίσχυση από το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης σε ολόκληρη την ΕΕ. Ήταν μία επιτυχία της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη και είμαστε αποφασισμένοι να την αξιοποιήσουμε!

–       Τρίτη Πρόκληση, η περαιτέρω ενίσχυση της εξωστρέφειας, με στόχο την αύξηση των εξαγωγών στο 60% του ΑΕΠ έως το 2027, και στο 70% έως το 2030. Ώστε το εμπορικό ισοζύγιο να βελτιωθεί ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά, με ενίσχυση των εξαγωγών προϊόντων υψηλής τεχνολογίας και προστιθέμενης αξίας. Πώς θα το πετύχουμε; Με μφαση σε τομείς στους οποίους είμαστε αποδεδειγμένα πιο ανταγωνιστικοί: Αγροδιατροφικός τομέας, Φαρμακοβιομηχανία, Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, με κίνητρα για μεγέθυνση των ελληνικών επιχειρήσεων, και στήριξη των δράσεων καινοτομίας και με στήριξη των επιχειρήσεων για την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση, καθώς η Ελλάδα μπορεί να πρωτοπορήσει στους τομείς αυτούς.

–       Τέταρτη Πρόκληση, ο περιορισμός της φοροδιαφυγής. Ήδη υιοθετήθηκαν από τη Βουλή 11 διαφορετικές πρωτοβουλίες για τον περιορισμό αυτού του παραβατικού φαινομένου. Όπως ξεκαθαρίσαμε, και αυτό γίνεται σαφές ήδη σε αυτό τον προϋπολογισμό, οι πόροι από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής – και αυτό φαίνεται στην πρωτοβουλία για τους ελεύθερους επαγγελματίες – κατευθύνονται πρωτίστως στην ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής, και ιδιαίτερα στις δαπάνες για την Υγεία και την Παιδεία. Θέλω να σταθώ εδώ σε δυο επιμέρους στοιχεία. Το πρώτο: Η σύνδεση των POS με τις ταμειακές μηχανές. Θα γίνει όπως είπαμε στους πρώτους μήνες του χρόνου. Δεν το συζητάμε. Δεν το πρόκειται να γίνουν εκπτώσεις. Ας λάβουν όλοι το μήνυμα. Η κυβέρνηση δεν βάζει νερό στο κρασί της στο συγκεκριμένο θέμα. Το δεύτερο σημείο: Το λαθρεμπόριο των καυσίμων. Υπάρχουν πράγματι διαχρονικές καθυστερήσεις. Τώρα ψηφίστηκε η αυστηρότερη νομοθεσία που υπήρξε ποτέ. Θα την εφαρμόσουμε! Με ό,τι σημαίνει αυτό για τις υποχρεώσεις των εταιρειών πετρελαιοειδών. Και ακόμη περισσότερο βεβαίως για τα κυκλώματα λαθρεμπορίας. Καμία υποχώρηση! Κανένας συμβιβασμός!

–       Πέμπτη Πρόκληση, η αποτελεσματικότερη αξιοποίηση της Δημόσιας Περιουσίας. Το 2024 θα προχωρήσουν μια σειρά από συμβάσεις παραχώρησης, μεταξύ των οποίων για περιφερειακά αεροδρόμια και λιμάνια. Βασική παρέμβαση θα είναι ένα καινούργιο νομοθετικό πλαίσιο για το Υπερταμείο. Με κανόνες ευελιξίας για τις θυγατρικές του. Κανόνες επιβράβευσης για τους εργαζομένους τους. Κανόνες για μεγαλύτερες ταχύτητες. Και για προσέλκυση ικανών στελεχών από τον ιδιωτικό τομέα. Αλλά, παράλληλα, και η δημιουργία ενός Εθνικού Επενδυτικού Ταμείου για στήριξη επενδύσεων στις τεχνολογίες αιχμής και στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Το Υπερταμείο αλλάζει και συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

–       Έκτη Πρόκληση, η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, λαμβάνοντας υπόψη και την πίεση λόγω πληθωρισμού. Αυξάνουμε τους μισθούς των Δημοσίων Υπαλλήλων μετά από 14 χρόνια. Δίνουμε νέες αυξήσεις στις συντάξεις. Επαναφέρουμε τις τριετίες στον ιδιωτικό τομέα. Αυξάνουμε τα αναπηρικά επιδόματα. Αυξάνουμε το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα. Αυξάνουμε το αφορολόγητο για τις οικογένειες με παιδιά. Ενώ δημιουργούμε τις προϋποθέσεις για να φτάσουμε σε μέσο μισθό 1.500 ευρώ στο τέλος της τετραετίας όπως έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση.

–       Έβδομη πρόκληση: Δεν θέλω, όμως, να λησμονεί κανένας ότι αυτός ο προϋπολογισμός είναι και ένας προϋπολογισμός κοινωνικής συνοχής. Έχουμε αύξηση της επιχορήγησης στα νοσοκομεία κατά 481 εκατομμύρια ευρώ, και αύξηση στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας κατά 255 εκατομμύρια ευρώ. Ενώ, από το 2019 μέχρι σήμερα έχουν αυξηθεί οι δαπάνες: για την Παιδεία κατά 15,7%, για τα ασφαλιστικά ταμεία κατά 16,4%, για τη ΔΥΠΑ κατά 40%, για την υγεία κατά 46,5%, για τα νοσοκομεία 97,9%. Και έτσι είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε.