Μια μόνο δόση ιατρικού LSD φαίνεται να ανοίγει τον δρόμο για μια νέα εποχή στη θεραπεία του άγχους. Πρόσφατη κλινική δοκιμή φάσης 2b έδειξε ότι το φάρμακο MM120 μπορεί να προσφέρει σημαντική και διαρκή μείωση των συμπτωμάτων της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής (ΓΑΔ).

Το εύρημα αυτό έρχεται σε μια περίοδο που η ανάγκη για νέες θεραπευτικές επιλογές είναι έντονη. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), περίπου το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει με μια αγχώδη διαταραχή. Στις ΗΠΑ, 8,6 εκατομμύρια ενήλικες πάσχουν από ΓΑΔ, ενώ μόλις το 4,3% λαμβάνει κάποια μορφή θεραπείας. Παρά τις διαθέσιμες επιλογές (ψυχοθεραπεία, αντικαταθλιπτικά φάρμακα (SSRIs, SNRIs) και αλλαγές στον τρόπο ζωής), περίπου το 50% των ασθενών δεν ανταποκρίνεται επαρκώς.

«Δεν έχουν εγκριθεί νέες θεραπείες για την πάθηση από το 2007», υπογραμμίζει ο Reid Robison, MD, ψυχίατρος, επικεφαλής ιατρικός σύμβουλος και συνιδρυτής της Inner Space Research, αλλά και κύριος ερευνητής της νέας μελέτης. «Ενώ οι υπάρχουσες θεραπείες προσφέρουν ανακούφιση σε πολλούς, εξακολουθούν να υπάρχουν πάρα πολλοί ασθενείς που δεν βιώνουν διαρκή βελτίωση. Επιπλέον, οι σημερινές θεραπείες συνοδεύονται από παρενέργειες, ειδικά όσες απαιτούν καθημερινή χρήση».

Το νέο φάρμακο MM120

Το MM120 είναι μια από του στόματος φαρμακευτική μορφή LSD (D-τρυγικό λυσεργίδιο), το παραισθησιογόνο που έγινε γνωστό ως «οξύ». Η εταιρεία που κάνει την έρευνα το προορίζει ειδικά για τη θεραπεία της ΓΑΔ.

«Το MM120 λειτουργεί αυξάνοντας τις συνδέσεις ανάμεσα σε περιοχές του εγκεφάλου που συνήθως δεν επικοινωνούν μεταξύ τους», εξηγεί ο Δρ. Robison. «Αυτό επιτρέπει αλλαγές που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη θεραπεία της υποκείμενης αιτίας του άγχους και πιθανόν και άλλων παθήσεων, όπως η κατάθλιψη».

Η μελέτη

Η κλινική δοκιμή φάσης 2b δημοσιεύθηκε στο έγκριτο Journal of the American Medical Association (JAMA). Στη μελέτη συμμετείχαν 198 ενήλικες με μέτρια έως σοβαρή ΓΑΔ, με μέση ηλικία τα 41 έτη.

Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε πέντε ομάδες: τέσσερις που έλαβαν τυχαία δόσεις των 25, 50, 100 ή 200 μικρογραμμαρίων MM120 και μία ομάδα που έλαβε εικονικό φάρμακο.

Εντυπωσιακά αποτελέσματα

Η δόση των 100 μικρογραμμαρίων αποδείχθηκε η πιο αποτελεσματική. Οι συμμετέχοντες εμφάνισαν μείωση 7,6 μονάδων στην Κλίμακα Αξιολόγησης Άγχους Hamilton (HAM-A) την τέταρτη εβδομάδα σε σχέση με το placebo. Το ποσοστό κλινικής ανταπόκρισης έφθασε το 65%, ενώ το 48% των ασθενών πέτυχε κλινική ύφεση. Τα οφέλη διατηρήθηκαν μέχρι και την 12η εβδομάδα.

«Η μείωση αυτή είναι τόσο κλινικά όσο και στατιστικά σημαντική, καθώς η ελάχιστη κλινικά σημαντική διαφορά είναι 2,5 μονάδες», εξηγεί ο Δρ. Robison. «Οι δόσεις των 100 και 200 μg παρουσίασαν γρήγορες, έντονες και παρατεταμένες βελτιώσεις από την πρώτη κιόλας εβδομάδα».

Παράλληλα, οι συμμετέχοντες που έλαβαν 100 μg βελτίωσαν τις βαθμολογίες τους και στην Κλίμακα CGI-S (Clinical Global Impression-Severity), αλλά και στην Κλίμακα Αξιολόγησης Κατάθλιψης Montgomery-Åsberg (MADRS). Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς η ΓΑΔ συχνά συνυπάρχει με καταθλιπτικά συμπτώματα ή με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή.

Ο ρόλος της νευροπλαστικότητας

Ο Δρ. Robison εξηγεί ότι το LSD φαίνεται να προκαλεί «περίοδο νευροπλαστικότητας», όπου ο εγκέφαλος είναι πιο δεκτικός σε αλλαγές.

«Τα άτομα που συμμετέχουν σε ελεγχόμενες συνεδρίες με LSD αναφέρουν συχνά βαθιές και ουσιαστικές εμπειρίες, που συμβάλλουν στις αλλαγές», σημειώνει. «Στην περίπτωση του άγχους, θεωρούμε ότι τόσο οι ίδιες οι εμπειρίες όσο και η ενισχυμένη νευροπλαστικότητα παίζουν ρόλο στις βελτιώσεις που παρατηρούμε».

Ανεξάρτητες φωνές: προσοχή και προσδοκίες

Ο Greg Fonzo, PhD, συν-διευθυντής του Κέντρου McGill για την Έρευνα και Θεραπεία Ψυχεδελικών, δήλωσε ότι τα αποτελέσματα είναι «πολύ ελπιδοφόρα», ειδικά με μία μόνο δόση. Ωστόσο, τόνισε την ανάγκη μεγαλύτερων μελετών σε πιο ποικιλόμορφα δείγματα.

Επεσήμανε επίσης ότι η συγκεκριμένη μελέτη είναι από τις πρώτες που απαγόρευσαν ρητά τη χρήση ψυχοθεραπείας κατά και μετά τις συνεδρίες δοσολογίας. Αυτό ενισχύει την αξιοπιστία ότι οι βελτιώσεις οφείλονται στο ίδιο το φάρμακο.

«Οι μελέτες φάσης 3 βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη», υποστήριξε. «Θα είναι επίσης κρίσιμο να δούμε για πόσο διαρκούν τα αποτελέσματα: αν δηλαδή μια δόση αρκεί για έξι ή δώδεκα μήνες και πώς επηρεάζει τυχόν επαναληπτική θεραπεία την αποτελεσματικότητα και τη διάρκεια».

Επιφυλάξεις για την ασφάλεια

Η Stacy Doumas, MD, πρόεδρος του Τμήματος Ψυχιατρικής στο Ιατρικό Κέντρο Hackensack Meridian Jersey Shore, αντιμετώπισε τα αποτελέσματα με ενδιαφέρον αλλά και σκεπτικισμό.

«Με ενθαρρύνει η διερεύνηση νέων θεραπειών, ειδικά για διαταραχές όπως η ΓΑΔ, όπου πολλοί ασθενείς συνεχίζουν να υποφέρουν», επισήμανε. Ωστόσο, προειδοποίησε ότι η χρήση LSD ενέχει κινδύνους: «Είναι αντιφατικό να αντιμετωπίζουμε το άγχος με μια ψυχεδελική ουσία που μπορεί να προκαλέσει αλλοιωμένες καταστάσεις συνείδησης ή ακόμα και ψύχωση. Υπάρχει και ο κίνδυνος ψυχολογικής εξάρτησης, ενώ έχουν αναφερθεί παρενέργειες όπως ναυτία και επεισόδια ψύχωσης».

Κατέληξε υπογραμμίζοντας την ανάγκη για αυστηρή επιστημονική και ηθική εποπτεία: «Μόνο με διαφανή και μεθοδολογικά ορθή έρευνα μπορούμε να ξέρουμε αν τα οφέλη του LSD υπερτερούν των κινδύνων και για ποιον ασθενή».

Το μέλλον της θεραπείας

Οι ερευνητές ετοιμάζονται να προχωρήσουν σε δοκιμές φάσης 3, όπου το MM120 θα χορηγηθεί σε ακόμη περισσότερους ασθενείς. Αν τα αποτελέσματα επιβεβαιωθούν, μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για την πρώτη νέα θεραπεία της ΓΑΔ μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες.

Όπως σημειώνει ο Δρ. Robison: «Αυτά τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν τη συμβολή των ψυχεδελικών στην ψυχιατρική. Η μελέτη αυτή δείχνει ότι οι ψυχεδελικές θεραπείες μπορούν να αξιολογηθούν με επιστημονική αυστηρότητα και να προσφέρουν πραγματικές λύσεις. Ανυπομονώ να δω τη συνεχή ανάπτυξη του MM120, μιας θεραπείας που μπορεί να αποδειχθεί πρωτοποριακή για εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν με ΓΑΔ».

Συμπερασματικά

Τα δεδομένα δείχνουν ότι μια εφάπαξ δόση ιατρικού LSD μπορεί να αποτελέσει σημαντική καινοτομία στη θεραπεία του άγχους. Όμως, όπως τονίζουν οι ειδικοί, απαιτείται προσοχή, αυστηρή παρακολούθηση και μεγαλύτερες μελέτες πριν το MM120 βρεθεί στην κλινική πράξη.