Η αβεβαιότητα για πολλές οικοδομικές άδειες φαίνεται να τελειώνει, καθώς ένα νέο Προεδρικό Διάταγμα του υπουργείου Περιβάλλοντος βάζει σε τάξη τα έργα που είχαν μπλοκαριστεί μετά την ακύρωση ορισμένων διατάξεων του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (ΝΟΚ). Πολλές από αυτές τις διατάξεις, οι οποίες επέτρεπαν επιπλέον τετραγωνικά και μεγαλύτερο ύψος, είχαν κριθεί αντισυνταγματικές από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, δημιουργώντας μεγάλη αναστάτωση στον κατασκευαστικό κλάδο και σε όσους είχαν επενδύσει σε οικοδομικές εργασίες. Η απόφαση αυτή είχε άμεσες συνέπειες όχι μόνο για ιδιοκτήτες και μηχανικούς, αλλά και για τους δήμους, που έβλεπαν να «παγώνουν» έργα που θα έφερναν έσοδα ή βελτίωση της πόλης.
Το νέο διάταγμα εισάγει έναν τρόπο να συνεχιστούν ή να εγκριθούν οι άδειες, χωρίς να παραβιάζεται το Σύνταγμα. Ο βασικός μηχανισμός είναι η περιβαλλοντική αντιστάθμιση, γνωστή και ως περιβαλλοντικό ισοδύναμο. Σύμφωνα με τη ρύθμιση, όποιος αξιοποίησε τα επιπλέον τετραγωνικά ή το ύψος που προέβλεπε ο ΝΟΚ θα μπορεί να συνεχίσει τις εργασίες ή να πάρει την άδεια μόνο εφόσον καταβληθεί αυτό το περιβαλλοντικό τέλος. Το ποσό αυτό δεν πηγαίνει στον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά σε ειδικό λογαριασμό στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, από όπου θα διατίθεται αποκλειστικά στους δήμους όπου βρίσκονται τα έργα. Τα χρήματα θα χρησιμοποιούνται για δράσεις όπως δενδροφυτεύσεις, αναπλάσεις πεζοδρομίων, δημιουργία πάρκων και άλλων χώρων πρασίνου, αλλά και για παρεμβάσεις που βελτιώνουν την ποιότητα ζωής στις πόλεις. Με αυτόν τον τρόπο, οι αυξημένες δυνατότητες δόμησης συνδέονται άμεσα με οφέλη για το περιβάλλον και τους δημόσιους χώρους.
Η ρύθμιση δίνει σαφή λύση σε όσους είχαν ήδη ξεκινήσει οικοδομικές εργασίες μέχρι τις 11 Δεκεμβρίου 2024. Για αυτούς, οι εργασίες μπορούν να συνεχιστούν κανονικά χωρίς επιπλέον κόστος, ενώ το διάταγμα καθορίζει με ακρίβεια τι θεωρείται «έναρξη εργασιών», ώστε να μην υπάρξουν αμφιβολίες ή παρερμηνείες. Όσοι δεν πρόλαβαν να ξεκινήσουν έως τη συγκεκριμένη ημερομηνία θα πρέπει να αναθεωρήσουν τις άδειές τους και να μειώσουν τα επιπλέον τετραγωνικά ή το ύψος. Για άδειες που έχουν ακυρωθεί δικαστικά ή για τις οποίες εκκρεμεί απόφαση, υπάρχει δυνατότητα «διάσωσης», εφόσον οι εργασίες είχαν ήδη ξεκινήσει και καταβληθεί το περιβαλλοντικό τέλος. Επιπλέον, το διάταγμα λαμβάνει υπόψη και έργα που έχουν υποβάλει αίτηση χρηματοδότησης σε προγράμματα όπως το Ταμείο Ανάκαμψης ή το ΕΣΠΑ, ώστε να μην χαθούν τα κονδύλια.
Με αυτόν τον τρόπο, η αγορά των κατασκευών ξεμπλοκάρει, οι ιδιοκτήτες και οι μηχανικοί αποκτούν σαφή εικόνα για το πώς μπορούν να προχωρήσουν τα έργα τους, ενώ παράλληλα εισάγεται μια λογική περιβαλλοντικής ευθύνης. Οι οικοδομές που αυξάνουν την επιβάρυνση δόμησης θα συνεισφέρουν ουσιαστικά στη χρηματοδότηση έργων πρασίνου, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής στις πόλεις.
Το νέο ΠΔ δεν αποτελεί μόνο νομική διόρθωση, αλλά και ένα μοντέλο ισορροπίας ανάμεσα στην ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος. Με τον τρόπο αυτό, οι πολίτες επωφελούνται διπλά: οι εργασίες και οι επενδύσεις προχωρούν χωρίς νέες καθυστερήσεις, και ταυτόχρονα οι πόλεις αποκτούν περισσότερους πράσινους χώρους και βελτιωμένες υποδομές. Η σύνδεση των οικοδομικών παρεμβάσεων με την περιβαλλοντική αντιστάθμιση δημιουργεί ένα πλαίσιο που ενθαρρύνει την υπεύθυνη ανάπτυξη, προωθεί τη βιωσιμότητα και διασφαλίζει ότι η αύξηση της δόμησης αντισταθμίζεται με οφέλη για την κοινότητα.
Συνολικά, η νέα ρύθμιση αποτελεί μια σημαντική ανάσα για τον κατασκευαστικό κλάδο, τους ιδιοκτήτες, τους δήμους και τους πολίτες, καθώς συνδυάζει την ανάπτυξη με την προστασία του περιβάλλοντος, δίνοντας σαφήνεια και ασφάλεια σε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές.