Η αγορά βραχυχρόνιας μίσθωσης, με αιχμή του δόρατος το Airbnb, βρίσκεται σε καμπή.
Από την Αθήνα έως τη Βαρκελώνη και από τη Νέα Υόρκη έως το Άμστερνταμ, οι κυβερνήσεις και οι δημοτικές Αρχές υιοθετούν όλο και αυστηρότερα μέτρα, επιχειρώντας να αναχαιτίσουν τις πιέσεις που ασκεί η τουριστική χρήση των κατοικιών στην κοινωνική και οικονομική ζωή των πόλεων.
Στην ελληνική πρωτεύουσα, το 2025 σηματοδοτεί την πρώτη οργανωμένη προσπάθεια περιορισμού της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Το ιστορικό κέντρο, το Παγκράτι, τα Εξάρχεια και περιοχές του Νέου Κόσμου τέθηκαν εκτός νέων καταχωρίσεων. Το «πάγωμα» δεν ακυρώνει τις υφιστάμενες καταχωρίσεις, αλλά καθιστά αδύνατη την είσοδο νέων παικτών στην αγορά.
Η επιλογή αυτή δεν προέκυψε σε κενό αέρος. Οι γειτονιές αυτές βίωναν εντονότερα την τουριστική πίεση: πολυκατοικίες που λειτουργούσαν σχεδόν ως ξενοδοχεία, συχνές εναλλαγές ενοίκων, μεταβολές στις αξίες μισθώσεων. Παρότι τα στοιχεία δείχνουν ότι σε εθνικό επίπεδο μόλις 0,4% του αποθέματος κατοικιών χρησιμοποιείται αποκλειστικά για βραχυχρόνια μίσθωση (3% μαζί με τα «δυνητικά» ακίνητα), η τοπική διάσταση δημιουργεί ισχυρή κοινωνική αντίδραση.
Το ελληνικό παράδειγμα εντάσσεται σε ένα ευρύτερο διεθνές πλαίσιο.
- Ηνωμένες Πολιτείες: Στη Νέα Υόρκη, ο νόμος Local Law 18 περιόρισε δραστικά τη δραστηριότητα, μειώνοντας κατά 80–90% τις διαθέσιμες καταχωρίσεις. Τα ενοίκια δεν υποχώρησαν ουσιαστικά, όμως οι τιμές στα ξενοδοχεία αυξήθηκαν, επιβεβαιώνοντας ότι οι αγορές κατοικίας και φιλοξενίας είναι στενά αλληλένδετες.
- Ισπανία: Η Βαρκελώνη κινήθηκε πιο αποφασιστικά, ανακοινώνοντας την πλήρη κατάργηση όλων των αδειών τουριστικών διαμερισμάτων έως το 2028. Το μέτρο παρουσιάζεται ως στρατηγική ανάκτηση της πόλης από τους κατοίκους της.
- Ιταλία: Στη Φλωρεντία, το ιστορικό κέντρο έχει κλείσει για νέες άδειες, με στόχο να διατηρηθεί η αυθεντικότητα του αστικού ιστού.
- Βόρεια Ευρώπη: Στο Παρίσι και το Άμστερνταμ, εφαρμόστηκαν αυστηρά
- χρονικά όρια διάθεσης κατοικιών: 120 ημέρες για τη γαλλική πρωτεύουσα, μόλις
- 30 για την ολλανδική.
Τι δείχνουν οι αριθμοί
Παρά τις διαφοροποιήσεις στις πολιτικές, τα ερευνητικά δεδομένα συγκλίνουν: η επίδραση στις τιμές δεν είναι εκρηκτική, είναι όμως μετρήσιμη και ιδιαίτερα έντονη σε τοπικό επίπεδο. Στη Βαρκελώνη, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις αυξάνουν τα ενοίκια κατά 1,9%. Στο Βερολίνο, κάθε νέο εμπορικό ακίνητο συνδέεται με επιβάρυνση 0,13–0,24 €/τ.μ. στα μισθώματα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, αύξηση 1% στις καταχωρίσεις οδηγεί σε μικρή αλλά στατιστικά σημαντική αύξηση στα ενοίκια (0,018%) και στις τιμές κατοικιών (έως 0,043%).
Οι αριθμοί μπορεί να φαίνονται χαμηλοί, ωστόσο σε περιοχές με υψηλή συγκέντρωση τουριστικών διαμερισμάτων η αίσθηση αλλαγής είναι δυσανάλογα μεγάλη. Η διαφορά μεταξύ εθνικού μέσου όρου και τοπικής πραγματικότητας εξηγεί γιατί οι αντιδράσεις των κατοίκων είναι συχνά έντονες και πολιτικά επιδραστικές.
Η ουσία του προβλήματος συνοψίζεται σε ένα διαχρονικό δίλημμα: πώς θα συνδυαστεί το δικαίωμα του ιδιοκτήτη να αξιοποιεί την περιουσία του με την ανάγκη του ενοικιαστή για προσιτή στέγη. Ο τουρισμός αποτελεί βασικό πυλώνα ανάπτυξης, αλλά η κοινωνική συνοχή απειλείται όταν η κατοικία μετατρέπεται σε προϊόν αποκλειστικά για επισκέπτες.
Οι εμπειρίες από την Ευρώπη και την Αμερική δείχνουν ότι καμία λύση δεν είναι πανάκεια. Οι καθολικές απαγορεύσεις μπορεί να μεταφέρουν τη ζήτηση αλλού ή να ενισχύσουν παράπλευρες αγορές. Οι πιο ήπιοι περιορισμοί, αντίθετα, ενδέχεται να αποδειχθούν ανεπαρκείς αν δεν συνοδεύονται από ελέγχους και σαφές πλαίσιο εφαρμογής.
Το Airbnb και γενικότερα η βραχυχρόνια μίσθωση δεν αποτελούν παροδικό φαινόμενο.
Η ζήτηση για ευέλικτη, προσωρινή στέγαση θα παραμείνει ισχυρή, τόσο λόγω τουρισμού όσο και λόγω της κινητικότητας στην εργασία. Ωστόσο, η μορφή που θα λάβει ο κλάδος τα επόμενα χρόνια θα εξαρτηθεί από την ικανότητα των πόλεων να επιβάλουν σταθερούς και δίκαιους κανόνες.
Για την Αθήνα, το ζήτημα αυτό συνδέεται με τη στρατηγική της στέγασης: πώς θα εξασφαλιστεί προσιτό απόθεμα κατοικιών για νέους, οικογένειες και εργαζομένους, χωρίς να υπονομευθεί η τουριστική οικονομία που στηρίζει σημαντικό μέρος του ΑΕΠ. Η απάντηση, όπως δείχνουν οι διεθνείς εξελίξεις, δεν βρίσκεται σε ακραίες λύσεις, αλλά σε στοχευμένα μέτρα που θα εφαρμόζονται με συνέπεια και θα προσαρμόζονται στις τοπικές ανάγκες.