Υπό σύλληψη τέθηκε νωρίτερα ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος αποχώρησε από το δικαστήριο του Μανχάταν, όπου θα διεξαχθεί η δίκη του για την υπόθεση χρηματισμού της πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς, με την οποία διατηρούσε σχέση. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ αρνείται τις κατηγορίες εις βάρος του, ενώ έφτασε με αυτοκινητοπομπή αποτελούμενη από 10 οχήματα συνοδεία της Αστυνομίας. Επίσης, οι αρχές απέκλεισαν την κίνηση στους γύρω δρόμους. Ο πρώην πρόεδρος χαρακτήρισε «σουρεαλιστικό» το γεγονός ότι πρέπει να εμφανιστεί ενώπιον του δικαστή Χουάν Μέρτσαν.

Σημειώνεται, ότι ο Τραμπ μέσω ανάρτησης που έκανε στο Truth Social ανακοίνωσε ότι ζητάει να αλλάξει το μέρος που θα διεξαχθεί η δίκη του, επειδή θεωρεί άδικο να γίνει στο Μανχάταν που καταποντίστηκαν εκλογικά οι Ρεπουμπλικάνοι.

«Σήμερα (Τρίτη) είναι η ημέρα που ένα κυβερνών πολιτικό κόμμα ΣΥΛΛΑΜΒΑΝΕΙ τον κύριο αντίπαλό του χωρίς να έχει διαπράξει ΚΑΝΕΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑ» έγραψε επίσης ο ίδιος σε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που έστειλε σήμερα το πρωί σε υποστηρικτές του.

«Αθώος» δήλωσε ο Τραμπ

Με καθυστέρηση περίπου 15 λεπτών, ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ μπήκε στην αίθουσα του δικαστηρίου και φορώντας σκούρο μπλε κοστούμι και κόκκινη γραβάτα, ο 76χρονος εμφανίστηκε ανέκφραστος κατά την άφιξή του και χαιρέτησε τους υποστηρικτές του υψώνοντας τη γροθιά του.

Μπήκε στην αίθουσα του δικαστηρίου μετά τους δικηγόρους του, χωρίς να πει τίποτα καθώς διέσχιζε τον διάδρομο, και – όπως αναμενόταν – δήλωσε «αθώος» και στις 34 κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν περί παραποίησης επαγγελματικών εγγράφων.

Νωρίτερα, προτού εμφανιστεί ενώπιον του δικαστή Χουάν Μέρτσαν, ο Τραμπ παραδόθηκε στο γραφείο του εισαγγελέα του Μανχάταν Άλβιν Μπραγκ. Του πήραν αποτυπώματα, αλλά δεν τον φωτογράφισαν, ούτε του πέρασαν χειροπέδες, σύμφωνα με ανάρτηση ρεπόρτερ της εφημερίδας New York Times στο Twitter.

Ντόναλντ Τραμπ

Χωρίς κάμερες η δίκη

Στην αίθουσα θα επιτραπεί η είσοδος σε πέντε φωτογράφους, αλλά οι τηλεοπτικές κάμερες θα πρέπει να μείνουν εκτός, ενώ οι δημοσιογράφοι που θα παρακολουθήσουν τη διαδικασία δεν θα μπορούν να έχουν μαζί τους ούτε καν φορητό υπολογιστή, αποφάσισε ο δικαστής Χουάν Μέρτσαν.

«Ποτέ στην ιστορία των ΗΠΑ δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες εναντίον ενός εν ενεργεία ή πρώην προέδρου», ανέφερε στην απόφασή του, σημειώνοντας ότι η διαδικασία έχει προκαλέσει «το πρωτοφανές ενδιαφέρον του κοινού και την προσοχή των μέσων ενημέρωσης».

Δημοσιογραφικοί οργανισμοί, όπως η New York Daily News, είχαν ζητήσει από τον Μέρτσαν να επιτρέψει στους δημοσιογράφους να έχουν πλήρη πρόσβαση στη διαδικασία.

Το γραφείο του γενικού εισαγγελέα του Μανχάταν δεν εξέφρασε άποψη σχετικά, όμως οι δικηγόροι του Τραμπ ζήτησαν από τον δικαστή να αρνηθεί το αίτημα των δημοσιογραφικών ομίλων επισημαίνοντας ότι θα δημιουργηθεί «μια ατμόσφαιρα που θα μοιάζει με τσίρκο». Παράλληλα εξέφρασαν την ανησυχία τους για την ασφάλεια και τόνισαν ότι ο πρώην πρόεδρος ανησυχεί ότι «η αυξημένη παρουσία του Τύπου θα έχει αναπόφευκτα ως αποτέλεσμα τη μεροληψία».

Δεν επηρεάζεται η υποψηφιότητά του

Η υπόθεση της δίωξής του δεν επηρεάζει την υποψηφιότητά του. Στις ΗΠΑ ένας κατηγορούμενος ή ένας καταδικασθείς μπορεί να εκλεγεί σε οποιαδήποτε θέση. Το Σύνταγμα προβλέπει μια εξαίρεση μόνο: για όσους έχουν συμμετάσχει σε «εξέγερση» ή «στάση» εναντίον της χώρας. Ο Τραμπ ερευνάται από την ομοσπονδιακή δικαιοσύνη για τον ρόλο του στην επίθεση στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021, αλλά ακόμη δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες εναντίον του.

«Οι διώξεις του καθεστώτος Μπάιντεν εναντίον των πολιτικών του αντιπάλων θυμίζει την εποχή του τρόμου της σταλινικής Ρωσίας», ανέφερε ο Ντόναλντ Τραμπ σε μια προεκλογική συγκέντρωση στο Τέξας ξεσηκώνοντας τους οπαδούς του, που τον αποθέωναν. «Αυτό είναι το πιο σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ σήμερα», πρόσθεσε. Σε άλλη ομιλία του έκανε λόγο για «πολιτική δίωξη» και «πρωτοφανής παρέμβαση στις εκλογές».

Υποστηρικτές και επικριτές έξω από το δικαστήριο

Εκατοντάδες υποστηρικτές και επικριτές του Ντόναλντ Τραμπ κατέκλυσαν τους δρόμους γύρω από το δικαστήριο του Μανχάταν. Ώρες προτού να φτάσει ο Τραμπ στο δικαστήριο, το συγκεντρωμένο πλήθος φώναζε συνθήματα και ύψωσε πλακάτ εκφράζοντας την υποστήριξή του. Οι αντιδιαδηλωτές, που τους χώριζαν κιγκλιδώματα από τους οπαδούς τους Τραμπ, γιόρταζαν από την πλευρά τους το γεγονός, υψώνοντας πλακάτ με το σύνθημα «Κλείστε τον μέσα!» – ήταν μια αναφορά στο σύνθημα που χρησιμοποιούσε συχνά ο Ρεπουμπλικάνος μεγιστάνας για τη Χίλαρι Κλίντον, στην προεκλογική εκστρατεία του 2016.

Μια μεγάλη ομάδα δημοσιογράφων παρακολουθούσε τα τεκταινόμενα, υπό τους ήχους τυμπάνων, σφυριχτρών, κουδουνιών και κόρνων.

Η Ρεπουμπλικανή γερουσιαστής από την Τζόρτζια Μάρτζορι Τέιλορ Γκριν, η οποία επιμένει στον ψευδή ισχυρισμό ότι ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές του 2020, έκανε μια σύντομη εμφάνιση έξω από το δικαστήριο. Είχε υποσχεθεί ότι θα τεθεί επικεφαλής μιας διαδήλωσης της Λέσχης Νέων Ρεπουμπλικάνων της Νέας Υόρκης.

«Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους πατριώτες υποστηρικτές του Τραμπ που βρίσκονται σήμερα εδώ» είπε στο πλήθος. Σε μια χαοτική σκηνή, μίλησε για λίγα λεπτά και στη συνέχεια μπήκε γρήγορα σε ένα αυτοκίνητο και απομακρύνθηκε, καθώς οι αντιδιαδηλωτές την αποδοκίμαζαν και οι υποστηρικτές του Τραμπ σφύριζαν επιδοκιμαστικά.

Για λίγα λεπτά εμφανίστηκε και ο Τζορτζ Σάντος, ένας βουλευτής από τη Νέα Υόρκη την παραίτηση του οποίου έχουν ζητήσει ακόμη και Ρεπουμπλικάνοι συνάδελφοί του επειδή αποκαλύφθηκε ότι έλεγε ψέματα για το παρελθόν του.

Κάποιοι διαδηλωτές φορούσαν στολές: ένας θεάθηκε με μάσκα Τζο Μπάιντεν, κάποιος άλλος μεταμφιέστηκε σε Ντόναλντ Τραμπ, αλλά με ριγέ στολή φυλακισμένου.

Τη στιγμή της αναχώρησης του Τραμπ από τον ουρανοξύστη του στο Μανχάταν, εμφανίστηκαν καμιά δεκαριά διαδηλωτές με πλακάτ που έγραφαν «Τικ-τακ, ο χρόνος σας τελείωσε!». Εκεί κοντά βρέθηκαν και λιγοστοί υποστηρικτές του πρώην προέδρου, για να τον επευφημήσουν καθώς περνούσε από μπροστά τους η αυτοκινητοπομπή του.

Αποχώρησε σκυθρωπός

Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αποχώρησε από το δικαστήριο του Μανχάταν, σκυθρωπός ύστερα από σχεδόν μία ώρα, αφού νωρίτερα του απαγγέλθηκαν 34 κατηγορίες περί παραποίησης επαγγελματικών εγγράφων σε σχέση με την καταβολή χρημάτων στην πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς το 2016. Ο Τραμπ αφέθηκε ελεύθερος χωρίς εγγύηση μέχρι τον ορισμό της δίκης. Ο δικαστής δεν του απαγόρευσε τις δημόσιες τοποθετήσεις, προειδοποιώντας τον ότι θα εξετάσει το μέτρο σε περίπτωση που συνεχίσει την εμπρηστική ρητορική του σε ό,τι αφορά τη διαδικασία.

Ο Ρεπουμπλικάνος μεγιστάνας αναμένεται τις επόμενες ώρες στη Φλόριντα, όπου συνεργάτες του είχαν διαρρεύσει πως σκοπεύει να μιλήσει για την απαγγελία κατηγοριών σε βάρος του. Φορώντας σκούρο μπλε κοστούμι και κόκκινη γραβάτα, ο 76χρονος Τραμπ είχε εμφανιστεί ανέκφραστος κατά την άφιξή του και χαιρέτισε τους υποστηρικτές του υψώνοντας τη γροθιά του. Μπήκε στην αίθουσα του δικαστηρίου μετά τους δικηγόρους του, χωρίς να πει τίποτα καθώς διέσχιζε τον διάδρομο, και – όπως αναμενόταν – δήλωσε «αθώος» για όσα του καταλογίζονται.

Νωρίτερα, προτού εμφανιστεί ενώπιον του δικαστή Χουάν Μέρτσαν, ο Τραμπ παραδόθηκε στο γραφείο του εισαγγελέα του Μανχάταν Άλβιν Μπραγκ. Του πήραν αποτυπώματα, αλλά δεν τον φωτογράφισαν, ούτε του πέρασαν χειροπέδες, σύμφωνα με ανάρτηση ρεπόρτερ της εφημερίδας New York Times στο Twitter.

Ο Τραμπ έφυγε από το δικαστικό μέγαρο «σκυθρωπός» και «εξαγριωμένος» όπως φαίνεται και στις φωτογραφίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας.

Το βαρύ κατηγορητήριο σε βάρος του Ντόναλντ Τραμπ

Ο εισαγγελέας του Μανχάταν Άλβιν Μπραγκ ανακοίνωσε σήμερα τις κατηγορίες σε βάρος του 76χρονου Ντόναλντ Τραμπ για παραποίηση επιχειρηματικών αρχείων στη Νέα Υόρκη, με σκοπό την απόκρυψη επιζήμιων πληροφοριών και παράνομης δραστηριότητας από τους αμερικανούς ψηφοφόρους πριν και μετά τις εκλογές του 2016. Σύμφωνα με δελτίο Τύπου που εξέδωσε, κατά την προεκλογική περίοδο, ο Τραμπ και συνεργάτες του εφάρμοσαν ένα σχέδιο «εξαγοράς της σιωπής» (catch and kill), προκειμένου να εντοπίσουν, να εξαγοράσουν και να θάψουν αρνητικές πληροφορίες για εκείνον, ώστε να ενισχύσουν τις εκλογικές του πιθανότητες.

Ακολούθως ο Τραμπ κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για να κρατήσει κρυφή αυτήν τη συμπεριφορά, με δεκάδες ψευδείς καταχωρήσεις στα επιχειρηματικά αρχεία με σκοπό την απόκρυψη εγκληματικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων προσπαθειών που παραβιάζουν την πολιτειακή και ομοσπονδιακή εκλογική νομοθεσία.

Το Ανώτατο Δικαστήριο της πολιτείας της Νέας Υόρκης απήγγειλε στον Τραμπ 34 κατηγορίες παραποίησης επιχειρηματικών αρχείων σε πρώτο βαθμό.

«Η πολιτεία της Νέας Υόρκης υποστηρίζει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ παραποίησε επανειλημμένως και με δόλο επιχειρηματικά αρχεία στη Νέα Υόρκη, με σκοπό να αποκρύψει επιζήμιες πληροφορίες από το εκλογικό κοινό κατά τις προεδρικές εκλογές του 2016», δήλωσε ο εισαγγελέας Μπραγκ. «Το Μανχάταν φιλοξενεί τη σημαντικότερη επιχειρηματική αγορά στη χώρα. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε σε επιχειρήσεις της Νέας Υόρκης να χειραγωγούν τα αρχεία τους για να καλύψουν εγκληματικές συμπεριφορές (…) Έχουμε την ευθύνη να διασφαλίσουμε ότι όλοι είναι ίσοι ενώπιον του νόμου», συμπλήρωσε.

Σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα και τα πρακτικά της συνεδρίασης του δικαστηρίου, από τον Αύγουστο του 2015 έως τον Δεκέμβριο του 2017, ο Τραμπ ενορχήστρωσε το σχέδιο «εξαγοράς της σιωπής» μέσω μιας σειράς πληρωμών, τις οποίες στη συνέχεια απέκρυψε με ψευδείς επιχειρηματικές καταχωρήσεις τους επόμενους μήνες.

Σε μια περίπτωση, η American Media Inc (ΑΜΙ) κατέβαλε 30.000 δολάρια σε έναν πρώην θυρωρό στον Πύργο Τραμπ, ο οποίος ισχυριζόταν ότι γνώριζε την ιστορία ενός παιδιού που ο Τραμπ είχε αποκτήσει εκτός γάμου.

Σε άλλη περίπτωση, η AMI πλήρωσε 150.000 δολάρια σε μια γυναίκα που ισχυρίστηκε ότι είχε σεξουαλική σχέση με τον Τραμπ. Όταν εκείνος ζήτησε από δικηγόρο που εργαζόταν τότε ως «ειδικός σύμβουλος» για τον Οργανισμό Τραμπ να επιστρέψει τα χρήματα στην AMI, ο ειδικός σύμβουλος συμβούλευσε τον Τραμπ ότι η καταβολή θα έπρεπε να γίνει από μια εταιρία-κέλυφος και όχι με μετρητά. Η AMI αρνήθηκε τελικά την αποζημίωση, κατόπιν διαβούλευσης με τον νομικό της σύμβουλο. Η AMI – η οποία αργότερα παραδέχθηκε, στο πλαίσιο συμφωνίας με ομοσπονδιακούς εισαγγελείς, ότι η συμπεριφορά της ήταν παράνομη – έκανε ψευδείς καταχωρήσεις στα επιχειρηματικά αρχεία της σχετικά με τον πραγματικό σκοπό της καταβολής των 150.000 δολαρίων.

Σε μια τρίτη περίπτωση – 12 ημέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές – ο ειδικός σύμβουλος (του Οργανισμού Τραμπ) έστειλε 130.000 δολάρια σε δικηγόρο μιας ηθοποιού ταινιών για ενηλίκους. Η πληρωμή είχε γίνει από μια εταιρία-κέλυφος που χρηματοδοτήθηκε μέσω τράπεζας του Μανχάταν. Ο ειδικός σύμβουλος ομολόγησε αργότερα την ενοχή του και εξέτισε ποινή φυλάκισης για την παράνομη καταβολή χρημάτων στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.

Μετά τη νίκη του στις εκλογές, ο Τραμπ αποζημίωσε τον ειδικό σύμβουλο με μια σειρά μηνιαίων επιταγών, αρχικά από ανακλητό καταπίστευμα του Ντόναλντ Τραμπ – που δημιουργήθηκε στη Νέα Υόρκη για τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων του Οργανισμού Τραμπ κατά τη διάρκεια της προεδρίας του – και αργότερα από προσωπικό τραπεζικό λογαριασμό του Τραμπ. Συνολικά εκδόθηκαν 11 επιταγές με ψευδή αιτιολόγηση. Εννέα από αυτές τις επιταγές υπογράφηκαν από τον Τραμπ. Όλες τις επιταγές διαχειρίστηκε ο Οργανισμός Τραμπ και έφεραν τον μανδύα της πληρωμής για νομικές υπηρεσίες που παρασχέθηκαν δυνάμει ανύπαρκτης συμφωνίας.

Έγιναν συνολικά 34 ψευδείς καταχωρήσεις σε επιχειρηματικά αρχεία στη Νέα Υόρκη, για να μείνει κρυφή η αρχική πληρωμή των 130.000 δολαρίων. Επιπλέον, οι συμμετέχοντες στο σχέδιο έλαβαν μέτρα για να παραποιήσουν – για φορολογικούς σκοπούς – την πραγματική φύση των αποζημιώσεων.

Δείτε εδώ το κατηγορητήριο