Ονομαστικό κατάλογο με τα στοιχεία 348 ανθρώπων που εκτελέστηκαν από τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος έχει καταρτίσει το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW), ζητώντας να θεωρηθεί το καθεστώς υπεύθυνο γι’ αυτή τη σφαγή.

Τα θύματα δολοφονήθηκαν, σύμφωνα με την οργάνωση, στις 2 και τις 3 Μαΐου στα χωριά Μπάιντα και Μπανιάς της παραλιακής επαρχίας της Ταρτούς. Όμως η οργάνωση εκτιμά πως ο αριθμός αυτός είναι πιθανόν πολύ πιο υψηλός και χαρακτήρισε αυτή τη σφαγή «μια από τις μαζικότερες εκτελέσεις με συνοπτικές διαδικασίες που έχουν γίνει από την αρχή της σύγκρουσης στη Συρία», πριν από δυόμισι χρόνια.

Η έκθεση δημοσιοποιείται τη στιγμή που η διεθνής κοινότητα συζητάει ένα σχέδιο με στόχο να τεθούν υπό διεθνή έλεγχο τα χημικά όπλα της Συρίας.

Το HRW υπογραμμίζει πως οι σφαγές στα χωριά Μπάιντα και Μπάνιας υπενθυμίζουν πως στη σύγκρουση έχουν χρησιμοποιηθεί και άλλα όπλα.

«Ενώ η προσοχή του κόσμου στρέφεται στα μέσα που θα εμποδίσουν την κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει χημικά όπλα εναντίον του πληθυσμού της, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις έκαναν χρήση συμβατικών όπλων για να σκοτώσουν αμάχους. Οι επιζήσαντες μάς αφηγήθηκαν τρομερές ιστορίες για το πώς άοπλοι συγγενείς τους σφαγιάσθηκαν μπροστά στα μάτια τους από τις κυβερνητικές και φιλοκυβερνητικές δυνάμεις», δήλωσε ο Τζο Στορκ, προσωρινός διευθυντής του Παρατηρητηρίου για τη Μέση Ανατολή.

Οι νεκροί είχαν καταγραφεί ήδη από το Μάιο, κυρίως από το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο είχε κάνει λόγο για ένα τελικό απολογισμό 162 εκτελεσθέντων στο Μπάιντα και 145 εκτελεσθέντων στο Μπανιάς.

Στα δύο χωριά κατοικούν ως επί το πλείστον σουνίτες, ενώ στις ζώνες που τα περιβάλλουν ζουν κυρίως αλαουίτες, στη θρησκευτική κοινότητα των οποίων ανήκει ο πρόεδρος Μπασάρ αλ-Άσαντ.

Σύμφωνα με το HRW, τα περισσότερα από τα θύματα εκτελέστηκαν έπειτα από συγκρούσεις ανάμεσα σε αντάρτες και κυβερνητικές δυνάμεις. Στις εκτελέσεις συμμετείχαν τόσο στρατιώτες όσο και μέλη της φιλοκαθεστωτικής πολιτοφυλακής που είναι γνωστή με την ονομασία Δυνάμεις Εθνικής Άμυνας.

Στο χωριό Μπάιντα «οι στρατιώτες μπήκαν στα σπίτια, χώρισαν τους άνδρες από τις γυναίκες, συγκέντρωσαν τους άνδρες κάθε συνοικίας σε ένα μέρος και τους εκτέλεσαν πυροβολώντας τους εξ επαφής», αναφέρει το HRW.

Η οργάνωση υποστηρίζει πως έχει επίσης τεκμηριώσει την εκτέλεση τουλάχιστον 23 γυναικών και 14 παιδιών, στα οποία περιλαμβάνονται και βρέφη. Επικαλείται αυτόπτες μάρτυρες που αφηγούνται ότι μετά τις εκτελέσεις είδαν τις φιλοκυβερνητικές δυνάμεις να καίνε δεκάδες πτώματα, να πυρπολούν και να λεηλατούν σπίτια.

Σε μια περίπτωση στο Μπάιντα, εκτελέσθηκαν 26 μέλη της ίδιας οικογένειας: εννέα άνδρες, τρεις γυναίκες και 14 παιδιά. Ένα κοριτσάκι τριών ετών, τραυματισμένο από τρεις σφαίρες, επέζησε της σφαγής.

Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ζήτησε από τον ΟΗΕ να διαβιβάσει το φάκελο στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. «Το Συμβούλιο Ασφαλείας έχει τη δυνατότητα να αποτρέψει τις μελλοντικές σφαγές, και όχι μόνο τις σφαγές που διαπράττονται με τα χημικά όπλα, αλλά αυτές που διαπράττονται με όλα τα μέσα και από όλες τις πλευρές, παραπέμποντας το φάκελο στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο», δήλωσε ο Τζο Στορκ.