Το καταδρομικό Ιντιανάπολις είχε διασχίσει με ταχύτητα τον Ειρηνικό μεταφέροντας εξαρτήματα της πρώτης ατομικής βόμβας, όμως δύο τορπίλες μέσα στη νύχτα κατέστρεψαν αυτή την αποστολή, προκαλώντας τη φονικότερη επίθεση καρχαριών στην ιστορία.

Η καταστροφή αποτέλεσε έμπνευση για τον διάσημο μονόλογο του Κουίντ στην ταινία «Τα σαγόνια του καρχαρία». Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 30ής Ιουλίου 1945, η πρώτη τορπίλη από ιαπωνικό υποβρύχιο έπληξε τη δεξιά πλώρη, ανατινάζοντας 3.500 γαλόνια καυσίμων αεροπορίας και δημιουργώντας έναν πύργο φωτιάς, ενώ δευτερόλεπτα αργότερα μια δεύτερη έκρηξη διέλυσε το πλοίο κοντά στις αποθήκες πυρομαχικών. Το Ιντιανάπολις τραντάχτηκε, έσπασε και εξαφανίστηκε κάτω από τον Ειρηνικό μέσα σε μόλις 12 λεπτά, με περίπου 900 από τους 1.196 άνδρες να πέφτουν ζωντανοί στο νερό, όμως ο εφιάλτης τους μόλις είχε αρχίσει.

Με την ανατολή του ηλίου, οι επιζώντες συγκεντρώθηκαν σε ομάδες προσπαθώντας να κρατηθούν στην επιφάνεια μέσα στο χάος, έχοντας ελάχιστες σχεδίες, ενώ πολλοί δεν είχαν ούτε σωσίβια. Ο ήλιος έκαιγε ανελέητα, η δίψα κυριαρχούσε, οι παραισθήσεις άρχισαν να εμφανίζονται και τότε ήρθαν οι καρχαρίες. Μεγάλοι και ατρόμητοι, ωκεάνιοι λευκοί, πρώτα πλησίασαν τα πτώματα που επέπλεαν και στη συνέχεια στράφηκαν προς τους ζωντανούς.

Το καταδρομικό του Ιντιανάπολις

Θυμούμενος τον τρόμο, ο επιζών Λόελ Ντιν Κοξ είπε: «Κάθε τόσο, σαν αστραπή, [ένας καρχαρίας] ερχόταν κατευθείαν επάνω και άρπαζε έναν ναύτη και τον έπαιρνε κατευθείαν κάτω. Ένας ήρθε και πήρε τον ναύτη που βρισκόταν δίπλα μου. Ήταν απλώς κάποιος που ούρλιαζε την ώρα που τον δάγκωναν». Ο δρ Λέρουις Χέιζ, ο αρχίατρος του πλοίου, θυμήθηκε: «Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο παρά να δώσω συμβουλές, να δώσω τα σωσίβια και να προσπαθήσω να κρατήσω τους άντρες από το να πιουν το αλμυρό νερό. Οι πολύ νέοι, αν τους έπαιρνες την ελπίδα, τους έπαιρνες το νερό και το φαγητό, θα έπιναν θαλασσινό νερό και μετά θα έφευγαν γρήγορα».

Οι καρχαρίες συνέχισαν να κυκλώνουν αδιάκοπα, καθώς προσελκύονταν από το αίμα και τις απεγνωσμένες κινήσεις των εξαντλημένων ανδρών, ενώ οι επιζώντες έσπρωχναν τα πτώματα μακριά για να προστατευτούν.

Παράλληλα, το πλήρωμα είχε εγκαταλειφθεί από το ίδιο του το Ναυτικό, καθώς το Ιντιανάπολις είχε στείλει σήματα SOS την ώρα που βυθιζόταν, όμως κανένα δεν ενεργοποιήθηκε, ενώ ακόμη και η αναφορά των υπηρεσιών πληροφοριών που είχε υποκλέψει την καυχησιολογία του ιαπωνικού υποβρυχίου για τη βύθιση αμερικανικού πλοίου απορρίφθηκε ως τέχνασμα. Κανείς δεν παρατήρησε ότι το Ιντιανάπολις δεν έφτασε στον προορισμό του και οι άνδρες που επέπλεαν δεν γνώριζαν πως δεν είχε σταλεί καμία αποστολή διάσωσης.

Το σημείο του ναυαγίου

Ο Κοξ θυμήθηκε την καταστροφή, λέγοντας: «Ήταν μεγάλοι. Μερικοί, ορκίζομαι, είχαν μήκος 4,5 μέτρα. Ήταν συνεχώς εκεί, κυρίως τρεφόμενοι από τα νεκρά σώματα. Δόξα τω Θεώ, υπήρχαν πολλοί νεκροί άνθρωποι να επιπλέουν στην περιοχή». Ωστόσο, η ζέστη, η δίψα και η δηλητηρίαση από το αλάτι σκότωσαν πολύ περισσότερους από τους καρχαρίες, καθώς άνδρες έπιναν θαλασσινό νερό και παραφρονούσαν, μερικές φορές παρασύροντας συντρόφους τους στον θάνατο, ενώ τα σωσίβια βάραιναν και τα σώματα κατέρρεαν, με τον Κοξ να λέει: «Με το ζόρι μπορούσες να κρατήσεις το πρόσωπό σου έξω από το νερό».

Μόνο την τέταρτη ημέρα ένα διερχόμενο αεροσκάφος του Ναυτικού εντόπισε κατά τύχη τους επιζώντες και ο πιλότος του ανέφερε μέσω ασυρμάτου: «Πολλοί άνδρες στο νερό». Ένα υδροπλάνο με πλήρωμα υπό τον υποπλοίαρχο Άντριαν Μαρξ έσπευσε στο σημείο, ρίχνοντας σωστικές λέμβους και, όταν ο Μαρξ είδε καρχαρίες να επιτίθενται στους επιζώντες, αγνόησε τις εντολές και προσθαλασσώθηκε στα κύματα, περισυλλέγοντας τους πιο ευάλωτους.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας, το αντιτορπιλικό Σέσιλ Τζ. Ντόιλ κατευθυνόταν στην περιοχή, φωτίζοντας τον ουρανό με τους προβολείς του ως φάρο ελπίδας, με τον Κοξ να λέει: «Κάποια στιγμή στη διάρκεια της νύχτας, θυμάμαι δυνατά χέρια να με τραβούν πάνω σε μια μικρή βάρκα. Το να ξέρω ότι είχα σωθεί ήταν το καλύτερο συναίσθημα που μπορούσα να έχω». Από τους περίπου 900 άνδρες που μπήκαν στο νερό, μόνο 316 βγήκαν ζωντανοί.

Ο Μοτσιτσούρα Χασιμότο

Στη συνέχεια ξεκίνησε ο αγώνας για την απόδοση των ευθυνών, καθώς το Ναυτικό παρέπεμψε σε δίκη τον πλοίαρχο, Τσαρλς Μπ. ΜακΒέι Γ΄, έναν από τους επιζώντες, κατηγορώντας τον ότι δεν έκανε σωστούς ελιγμούς, ενώ στη δίκη οι εισαγγελείς κάλεσαν ακόμα και τον διοικητή του επιτιθέμενου υποβρυχίου, Μοτσιτσούρα Χασιμότο, ο οποίος, προς απογοήτευσή τους, κατέθεσε ότι οι ελιγμοί «θα είχαν ελάχιστη επίδραση».

Όπως αναφέρει η Sun, ο ΜακΒέι καταδικάστηκε και έζησε με τη σε βάρος του απόφαση μέχρι το 1968, όταν έβαλε τέλος στη ζωή του κρατώντας στο χέρι του ένα παιχνίδι που ήταν η φιγούρα ενός ναύτη, ενώ μόλις το 2001 το Ναυτικό αποκατέστησε το όνομά του. Το ναυάγιο του Ιντιανάπολις εντοπίστηκε το 2017, σε μεγάλο βάθος κάτω από τον Ειρηνικό.