Σε ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματά της, η Βιρτζίνια Ρόμπερτς Τζιουφρέ περιγράφει την ημέρα που η Ζισλέν Μάξγουελ τη «στρατολόγησε» από το Μαρ-α-Λάγκο, σε ηλικία μόλις 16 ετών, το πως έγινε αντικείμενο εμπορίας για πλούσιους και ισχυρούς άνδρες, όπως ο Τζέφρι Έπσταϊν, αλλά και το ότι όλοι γνώριζαν τι συνέβαινε.

Ακολουθεί κομμάτι του αποσπάσματος:

«Θυμάμαι ακόμα την πρώτη φορά που περπάτησα στους περιποιημένους κήπους του Μαρ-α-Λάγκο. Ήταν νωρίς το πρωί – η βάρδια του πατέρα μου ξεκινούσε στις 7 και είχα πάει μαζί του στη δουλειά. Ο αέρας ήταν ήδη βαρύς και υγρός και τα 20 στρέμματα προσεκτικά διαμορφωμένων πράσινων εκτάσεων και γκαζόν του κλαμπ φαινόταν να λαμπυρίζουν.

Ο πατέρας μου ήταν υπεύθυνος για τη συντήρηση των κλιματιστικών μονάδων των δωματίων του θέρετρου, οπότε ήξερε καλά τα κατατόπια. Θυμάμαι ότι μου έκανε μια σύντομη ξενάγηση πριν με συστήσει στον υπεύθυνο προσλήψεων, ο οποίος συμφώνησε να με προσλάβει. Την πρώτη μέρα, μου έδωσαν μια στολή –ένα λευκό πόλο μπλουζάκι με το έμβλημα του Μαρ-α-Λάγκο και μια λευκή κοντή φούστα– και μια ταμπέλα με το όνομα JENNA γραμμένο με κεφαλαία γράμματα (αν και με έλεγαν Βιρτζίνια, όλοι στο σπίτι με φώναζαν Τζένα)».

Η γνωριμία με τον Τραμπ

«Μετά από λίγες μέρες, ο μπαμπάς μου είπε ότι ήθελε να με συστήσει στον ίδιο τον κ. Τραμπ. Δεν ήταν ακριβώς φίλοι. Αλλά ο μπαμπάς δούλευε σκληρά και αυτό άρεσε στον Τραμπ – είχα δει φωτογραφίες τους να ποζάρουν μαζί, να δίνουν τα χέρια. Έτσι, μια μέρα ο πατέρας μου με πήγε στο γραφείο του Τραμπ. “Αυτή είναι η κόρη μου”, είπε ο μπαμπάς, και η φωνή του ακουγόταν περήφανη. Ο Τραμπ δεν θα μπορούσε να είναι πιο φιλικός, λέγοντάς μου ότι ήταν φανταστικό που ήμουν εκεί. “Σου αρέσουν τα παιδιά;”, με ρώτησε. “Έχεις κάνει ποτέ μπέιμπι σίτινγκ;” Μου εξήγησε ότι είχε πολλά σπίτια δίπλα στο θέρετρο, τα οποία δάνειζε σε φίλους του. Σύντομα άρχισα να βγάζω επιπλέον χρήματα μερικές νύχτες την εβδομάδα, προσέχοντας τα παιδιά της ελίτ».

Η «στατολόγηση»

«Τότε, μια καυτή μέρα, λίγες εβδομάδες πριν από τα 17α γενέθλιά μου, περπατούσα προς το σπα Μαρ-α-Λάγκο, στον δρόμο για τη δουλειά, όταν ένα αυτοκίνητο επιβράδυνε πίσω μου. Μέσα ήταν μια Βρετανίδα κοσμική, η Ζισλέν Μάξγουελ, και ο οδηγός της, Χουάν Αλεζί, τον οποίο εκείνη επέμενε να αποκαλεί “Τζον”. Ο Αλεζί θα κατέθετε αργότερα υπό όρκο ότι εκείνη την ημέρα, όταν η Μάξγουελ με είδε –τα μακριά ξανθά μαλλιά μου, το λεπτό σώμα μου και αυτό που ο ίδιος αποκάλεσε “νεανική” εμφάνιση– του έδωσε εντολή από το πίσω κάθισμα: “Σταμάτα, Τζον, σταμάτα!”.

Ο Αλεζί έκανε ό,τι του είπε και αργότερα έμαθα ότι η Μάξγουελ βγήκε από το αυτοκίνητο και με ακολούθησε. Δεν το ήξερα ακόμα, αλλά με πλησίαζε ένα κορυφαίο “αρπακτικό”».

Η Βιρτζίνια περιγράφει στη συνέχεια τη γνωριμία της με τη Μάξγουελ καθώς διάβαζε ένα βιβλίο για την ανατομία πίσω από το μαρμάρινο γραφείο υποδοχής:

«Σηκώνω το βλέμμα από το βιβλίο μου και βλέπω μια εντυπωσιακή γυναίκα με κοντά σκούρα μαλλιά να προχωράει προς το μέρος μου. “Γεια σας”, λέει η γυναίκα με ζεστό ύφος. Φαίνεται να είναι στα τέλη της τρίτης δεκαετίας της ζωής της και η βρετανική προφορά της μου θυμίζει τη Μαίρη Πόπινς. Δεν θα μπορούσα να σας πω ποιοι σχεδιαστές είναι τα ρούχα που φοράει, αλλά στοιχηματίζω ότι η τσάντα της κοστίζει περισσότερο από το φορτηγό του πατέρα μου. Η γυναίκα μού τείνει το περιποιημένο χέρι της για να μου κάνει χειραψία. “Ζισλέν Μάξγουελ”, λέει, προφέροντας το μικρό της όνομα “Ζιιλέν”. Δείχνω την ταμπέλα με το όνομά μου. “Είμαι η Τζένα”, λέω, χαμογελώντας όπως μου έχουν πει να χαμογελάω. Τα μάτια της γυναίκας πέφτουν στο βιβλίο μου, το οποίο έχω γεμίσει με σημειώματα. “Σας ενδιαφέρει το μασάζ;”, ρωτάει. “Τι υπέροχο!”.

Η Μάξγουελ αναφέρει ότι γνωρίζει έναν πλούσιο άντρα – παλιό μέλος του Μαρ-α-Λάγκο, που ψάχνει έναν μασέρ για να ταξιδέψει μαζί του. “Έλα να τον γνωρίσεις”, λέει. “Έλα απόψε μετά τη δουλειά”».

Η γνωριμία με τον Έπσταϊν

«Λίγες ώρες αργότερα, ο μπαμπάς με πήγε με το αυτοκίνητο στο El Brillo Way. Η διαδρομή διήρκεσε πέντε λεπτά και δεν μιλήσαμε πολύ. Κανείς δεν χρειάστηκε ποτέ να εξηγήσει στον πατέρα μου τη σημασία του να βγάζεις λεφτά.

Πήδηξα από το αυτοκίνητο πριν ο πατέρας μου προλάβει να σβήσει τη μηχανή, περπάτησα μέχρι τη μεγάλη ξύλινη μπροστινή πόρτα και χτύπησα το κουδούνι. Η Μάξγουελ άνοιξε και βγήκε έξω. “Σας ευχαριστώ πολύ που τη φέρατε”, είπε στον μπαμπά, όλο χαμόγελα, ωστόσο φαινόταν ανυπόμονη να φύγει.

Περπατώντας πίσω της, προσπάθησα να μην κοιτάζω τους τοίχους, που ήταν γεμάτοι με φωτογραφίες και πίνακες γυμνών γυναικών. Ίσως έτσι διακοσμούσαν τα σπίτια τους οι πλούσιοι με εκλεπτυσμένο γούστο;

Όταν φτάσαμε στο πλατύσκαλο του δεύτερου ορόφου, η Μάξγουελ στράφηκε δεξιά και με οδήγησε σε ένα υπνοδωμάτιο. Κάνουμε μια στροφή 180 μοιρών γύρω από ένα king-size κρεβάτι και μετά μπαίνουμε σε ένα διπλανό δωμάτιο με ένα τραπέζι μασάζ. Ένας γυμνός άντρας είναι ξαπλωμένος μπρούμυτα πάνω του, με το κεφάλι του να ακουμπά στα διπλωμένα χέρια του, αλλά, όταν μας ακούει να μπαίνουμε, σηκώνεται ελαφρώς για να με κοιτάξει. Θυμάμαι τα πυκνά φρύδια του και τις βαθιές ρυτίδες στο πρόσωπό του καθώς χαμογελάει. “Χαιρέτησε τον κύριο Τζέφρι Έπσταϊν”, μου είπε η Μάξγουελ. Αλλά πριν προλάβω να το κάνω, ο άντρας μου είπε: “Μπορείς να με λες Τζέφρι”. Ήταν 47 ετών, σχεδόν τρεις φορές μεγαλύτερος από μένα.

Βλέποντας τον γυμνό πισινό του Έπσταϊν κοίταξα τη Μάξγουελ για οδηγίες. Δεν είχα κάνει ποτέ μασάζ, πόσο μάλλον να έχω κάνει σε κάποιον άνδρα. Αλλά ακόμα σκεφτόμουν: “Δεν θα έπρεπε να είναι καλυμμένος με ένα σεντόνι;”. Η αδιάφορη έκφραση της Μάξγουελ έδειχνε ότι η γυμνότητα ήταν φυσιολογική. “Ηρέμησε”, είπα στον εαυτό μου. “Μην χαλάσεις αυτή την ευκαιρία”.

Ξεκινήσαμε από τις φτέρνες και τις καμάρες των ποδιών του και μετά προχωρήσαμε προς τα πάνω. Όταν φτάσαμε στους γλουτούς του, προσπάθησα να τους προσπεράσω και να φτάσω στο κάτω μέρος της πλάτης του. Αλλά η Μάξγουελ έβαλε τα χέρια της πάνω από τα δικά μου και τα οδήγησε προς τα πίσω. “Είναι σημαντικό να μην αγνοείς κανένα μέρος του σώματος”, είπε εκείνος».

Στη συνέχεια η Βιρτζίνια αναφέρει πως ο Έπσταϊν άρχισε να τις κάνει προσωπικές ερωτήσεις όπως το αν έχει αδέρφια, πού πηγαίνει σχολείο, αν παίρνει αντισυλληπτικά και να του περιγράψει την πρώτη της φόρα, μέχρι που η κατάσταση κλιμακώθηκε.

«Γύρισε ανάσκελα και ξαφνιάστηκα όταν είδα ότι είχε στύση. Χωρίς να το σκεφτώ, σήκωσα και τα δύο μου χέρια, κρατώντας τα στον αέρα σαν να έλεγα “Σταμάτα”. Αλλά όταν κοίταξα τη Μάξγουελ, αυτή παρέμεινε ατάραχη. Αγνοώντας το ερεθισμένο πέος του, έβαλε και τα δύο χέρια της στους δεξιούς θωρακικούς μυς του και άρχισε να κάνει μαλάξεις. “Έτσι”, είπε, συνεχίζοντας σαν να μην συνέβαινε τίποτα. “Θα απομακρύνεις το αίμα από την καρδιά”.

Ο Έπσταϊν της έκλεισε το μάτι και μετά έβαλε το δεξί του χέρι στον καβάλο του. “Δεν σε πειράζει, έτσι;”, ρώτησε καθώς άρχισε να χαϊδεύει τον εαυτό του.

Αυτή είναι η στιγμή που κάτι έσπασε μέσα μου. Πώς αλλιώς να εξηγήσω γιατί οι αναμνήσεις μου για το τι συνέβη μετά είναι σπασμένες σε ακανόνιστα κομμάτια; Η Μάξγουελ να βγάζει τα ρούχα της, με ένα πονηρό βλέμμα στο πρόσωπό της. Η Μάξγουελ πίσω μου, να ανοίγει το φερμουάρ της φούστας μου και να τραβάει το πόλο Μαρ-α-Λάγκο πάνω από το κεφάλι μου. Ο Έπσταϊν και η Μάξγουελ να γελάνε με τα εσώρουχά μου, που ήταν διακοσμημένα με μικρές καρδούλες. “Πόσο χαριτωμένο – φοράει ακόμα εσώρουχα μικρών κοριτσιών”, είπε ο Έπσταϊν. Πήρε έναν δονητή, τον οποίο έβαλε με το ζόρι ανάμεσα στα μπούτια μου, ενώ η Μάξγουελ μου έδωσε εντολή να τσιμπήσω τις θηλές του Έπσταϊν, καθώς εκείνη έτριβε τα δικά της στήθη με τα δικά μου.

Πολλές νεαρές γυναίκες, συμπεριλαμβανομένης και εμένα, έχουν επικριθεί, επειδή επιστρέψαμε στη φωλιά του Έπσταϊν, ακόμα και αφού γνωρίζαμε τι ήθελε από εμάς. Αλλά αυτή η στάση αγνοεί όσα πολλές από εμάς είχαμε περάσει πριν συναντήσουμε τον Έπσταϊν, καθώς και το πόσο καλός ήταν στο να εντοπίζει κορίτσια που ήταν ευάλωτα λόγω των τραυμάτων τους. Ήμασταν κορίτσια για τα οποία κανείς δεν νοιαζόταν, και ο Έπσταϊν προσποιούνταν ότι νοιαζόταν.

Μια μέρα, πιθανώς δύο εβδομάδες μετά τη γνωριμία μου μαζί τους, ο Έπσταϊν ανέβασε τον πήχη. Ήμουν στον επάνω όροφο, καθαρίζοντας μετά από ένα άλλο “μασάζ”, όταν ο Έπσταϊν μου είπε να πάω στο γραφείο του. “Τι θα έλεγες να παραιτηθείς από τη δουλειά σου στο Μαρ-α-Λάγκο”, μου είπε, “και να δουλέψεις για μένα πλήρως;“. Ήθελε να μου διευκολύνει τα πράγματα, όπως είπε. Αλλά είχε μερικές προϋποθέσεις. Ως υπάλληλός του, θα ήμουν στη διάθεσή του, μέρα και νύχτα. Και κάτι άλλο: δεν θα μπορούσα πλέον να μένω στο τροχόσπιτο των γονιών μου. Το να με βλέπουν να πηγαινοέρχομαι όλη την ώρα θα τους έκανε να υποψιαστούν, όπως μου είπε. Μου έδωσε ένα μάτσο μετρητά – πιθανώς 2.500 δολάρια. “Χρησιμοποίησέ τα”, είπε, “για να νοικιάσεις ένα διαμέρισμα”».

Η γνωριμία με τον πρίγκιπα Άντριου

«Στις 10 Μαρτίου 2001 βρισκόμασταν στο Λονδίνο, μένοντας στο pied-à-terre της Μάξγουελ – ένα λευκό σπίτι σε μικρή απόσταση με τα πόδια από το Hyde Park. Η Μάξγουελ με ξύπνησε εκείνο το πρωί ανακοινώνοντας με μελωδική φωνή: “Σήκω από το κρεβάτι, υπναρού!”. Θα ήταν μια ξεχωριστή μέρα, είπε. Όπως η Σταχτοπούτα, θα συναντούσα έναν όμορφο πρίγκιπα! Ο παλιός της φίλος, ο πρίγκιπας Άντριου, θα δειπνούσε μαζί μας εκείνο το βράδυ και είχαμε πολλά να κάνουμε για να είμαι πλήρως έτοιμη.

Η Μάξγουελ και εγώ περάσαμε το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας ψωνίζοντας. Μου αγόρασε μια ακριβή τσάντα από την Burberry και τρία διαφορετικά ρούχα. Όταν επιστρέψαμε στο σπίτι της, τα έβαλα στο κρεβάτι. Υπήρχαν δύο σέξι, κομψά φορέματα που είχε διαλέξει και μια τρίτη επιλογή που για την οποία είχα επιμείνει εγώ.

Όταν ο πρίγκιπας Άντριου έφτασε στο σπίτι εκείνο το βράδυ, η Μάξγουελ ήταν πιο κοκέτα από το συνηθισμένο. “Μάντεψε την ηλικία της Τζένα”, προέτρεψε τον πρίγκιπα, αφού με σύστησε. Ο δούκας του Γιορκ, που ήταν τότε 41 ετών, μάντεψε σωστά: 17. “Οι κόρες μου είναι λίγο μικρότερες από εσένα”, μου είπε, εξηγώντας την ακρίβειά του. Ως συνήθως, η Μάξγουελ ήταν ετοιμόλογη κάνοντας ένα αστείο: “Υποθέτω ότι θα πρέπει να την ανταλλάξουμε σύντομα”.

Σε αντίθεση με τη σημερινή του εμφάνιση –παχύς, με άσπρα μαλλιά και διπλοσάγονο– ο πρίγκιπας Άντριου ήταν τότε σχετικά σε καλή φυσική κατάσταση, με κοντά καστανά μαλλιά και νεανικά μάτια. Ήταν από καιρό γνωστός ως ο πλέιμποϊ της βασιλικής οικογένειας. Όταν παρατήρησα ότι ο Έπσταϊν αποκαλούσε τον πρίγκιπα “Άντι”, άρχισα να τον αποκαλώ έτσι και εγώ.

Ύστερα από λίγη ακόμα κουβέντα, οι τέσσερίς μας (ήταν μαζί και Έπσταϊν) βγήκαμε έξω στον κρύο αέρα της άνοιξης. Πήγαμε σε ένα εστιατόριο για δείπνο και μετά σε ένα αποκλειστικό νυχτερινό κλαμπ που λεγόταν Tramp.

Πίσω στο σπίτι, η Μάξγουελ και ο Έπσταϊν μας καληνυχτίσαν και ανέβηκαν επάνω, υποδηλώνοντας ότι ήρθε η ώρα να φροντίσω τον πρίγκιπα. Στα χρόνια που πέρασαν, σκέφτηκα πολύ για το πώς συμπεριφέρθηκε. Ήταν αρκετά φιλικός, αλλά και αλαζονικός – σαν να πίστευε ότι το σεξ μαζί μου ήταν κληρονομικό του δικαίωμά.

Το επόμενο πρωί, η Μάξγουελ μου είπε: “Τα πήγες καλά. Ο πρίγκιπας διασκέδασε”. Ο Έπσταϊν μου έδωσε 15.000 δολάρια για τις υπηρεσίες που πρόσφερα στον άντρα που τα ταμπλόιντ αποκαλούσαν “Ράντι Άντι”.

Η δεύτερη συνάντησή μου με τον πρίγκιπα Άντριου έλαβε χώρα περίπου έναν μήνα αργότερα, στο αρχοντικό του Έπσταϊν στη Νέα Υόρκη. Δεν ξέρω ακριβώς πότε έκανα σεξ με τον πρίγκιπα Άντριου για τρίτη φορά, αλλά ξέρω το μέρος: ένα νησί 72 στρεμμάτων που ανήκε στον Έπσταϊν στις Αμερικανικές Παρθένες Νήσους. Το ιδιωτικό καταφύγιο, ακριβώς δίπλα στο νησί Saint Thomas. Ξέρω επίσης ότι αυτή τη φορά δεν ήμασταν μόνο οι δυο μας, ήταν ένα όργιο. Ήμουν περίπου 18 ετών».

Η Βιρτζίνια Τζιουφρέ έβαλε τέλος στη ζωή της στις 25 Απριλίου 2025. Τον Φεβρουάριο του 2022, οι δικηγόροι της είχαν επιτύχει εξωδικαστικό συμβιβασμό με τον πρίγκιπα Άντριου. Ο συμβιβασμός επιτεύχθηκε, σύμφωνα με τον Guardian χωρίς καμία παραδοχή ευθύνης από την πλευρά του, ενώ ο ίδιος εξακολουθεί να αρνείται τους ισχυρισμούς της Τζιούφρε ότι είχαν σεξουαλική επαφή, ότι υπήρξε θύμα εμπορίας ανθρώπων από τον Τζέφρι Έπσταϊν ή ακόμη και ότι την είχε συναντήσει.