Ισχυρά επιχειρήματα για την εθνική ασφάλεια και εσωτερικές πολιτικές σκέψεις δείχνουν ότι έχει νόημα να αποφευχθούν άμεσες επιθετικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στον πόλεμο που το Ισραήλ περιγράφει ως ζήτημα επιβίωσης.

Αλλά ισχυρές δυνάμεις θα μπορούσαν να τραβήξουν την Αμερική βαθύτερα στη σύγκρουση πέρα από τον τρέχοντα ρόλο της στην προστασία του Ισραήλ από τα φονικά ιρανικά πυραυλικά και τα χτυπήματα με drones.

Το CNN μετέδωσε ότι το Σαββατοκύριακο ο Τραμπ απέρριψε σχέδιο του Ισραήλ να σκοτώσει τον Ανώτατο Ηγέτη του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, σύμφωνα με δύο πηγές.

Αλλά κάποια πράγματα είναι εκτός του ελέγχου του Τραμπ.

Αν το καταπονημένο ιρανικό καθεστώς αποφασίσει ότι δεν έχει τίποτα να χάσει και επιτεθεί σε βάσεις και προσωπικό των ΗΠΑ στην περιοχή, ή σε αμερικανικούς στόχους παγκοσμίως, η Ουάσινγκτον θα αναγκαστεί να απαντήσει δυναμικά για να διατηρήσει την αξιοπιστία και την αποτροπή της. Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι το Ιράν να ασκήσει πίεση στον Τραμπ ώστε να συγκρατήσει το Ισραήλ, επιτιθέμενο σε διεθνή ναυσιπλοΐα στον Περσικό Κόλπο ή την Ερυθρά Θάλασσα, προκαλώντας παγκόσμια ενεργειακή κρίση.

Αυξανόμενη είναι και η πίεση μέσα από το ίδιο του το κόμμα για ενέργειες που μόνο οι ΗΠΑ μπορούν να αναλάβουν -όπως να καταστρέψουν την υπόγεια πυρηνική εγκατάσταση του Ιράν, επιχείρηση που θεωρείται πέρα από τις δυνατότητες του Ισραήλ. Το σκεπτικό για μια τέτοια επίθεση είναι ότι τώρα είναι η μοναδική ευκαιρία να αποτραπεί η ανάπτυξη πυρηνικού όπλου από το Ιράν.

Γιατί ο Τραμπ μπορεί να δει λόγους να εμπλακεί στη σύγκρουση

Η ομάδα του Λευκού Οίκου του CNN έχει αναφέρει ότι ο πρόεδρος είναι βαθιά επιφυλακτικός στο να ρίξει τις ΗΠΑ στη μάχη. Μια τέτοια κίνηση θα ήταν γεμάτη κινδύνους. Θα μπορούσε να επεκτείνει τη σύγκρουση και να οδηγήσει σε έναν ατέρμονο πόλεμο χωρίς σαφή τέλος.

Αν υπάρχει ένα μάθημα από τον 21ο αιώνα, είναι ότι οι πολεμικοί σχεδιασμοί για τη Μέση Ανατολή που εκπονούνται στην Ουάσινγκτον συνήθως αποτυγχάνουν. Η ιδέα της ανατροπής του ιρανικού καθεστώτος μπορεί να είναι ελκυστική. Αλλά η ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν και ο εμφύλιος στη Συρία δείχνουν ότι τα κράτη της Μέσης Ανατολής μπορεί απλώς να διαλυθούν όταν ανοίγουν κενά εξουσίας.

Μια αμερικανική επέμβαση θα διεύρυνε επίσης τις εντάσεις στο εσωτερικό της πολιτικής βάσης του Τραμπ και θα αναιρούσε μια βασική αρχή του δόγματος «Πρώτα η Αμερική»: να μένουν οι ΗΠΑ μακριά από ξένες περιπέτειες, έπειτα από πάνω από μια δεκαετία πολέμων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.

Μόλις λίγες εβδομάδες πριν, ο Τραμπ παρουσίασε ένα νέο όραμα για τη Μέση Ανατολή.

«Οι λεγόμενοι “οικοδόμοι εθνών” κατέστρεψαν περισσότερα έθνη απ’ όσα έκτισαν – και όσοι τάσσονταν υπέρ των επεμβάσεων, επενέβαιναν σε πολύπλοκες κοινωνίες που ούτε καν κατανοούσαν», είπε ο Τραμπ σε ομιλία του στη Σαουδική Αραβία τον Μάιο. «Μια νέα γενιά ηγετών υπερβαίνει τις αρχαίες συγκρούσεις και χτίζει ένα μέλλον όπου η Μέση Ανατολή ορίζεται από το εμπόριο, όχι από το χάος -όπου εξάγει τεχνολογία, όχι τρομοκρατία- και όπου οι λαοί χτίζουν μαζί πόλεις — δεν βομβαρδίζουν ο ένας τον άλλον

Ένας νέος πόλεμος για την Αμερική είναι ασύμβατος με αυτό το όραμα. Παρ’ όλα αυτά, «γεράκια» στην Ουάσινγκτον μπορεί να υποστηρίξουν πως ο Τραμπ έχει μοναδική ευκαιρία να εξαλείψει το κύριο εμπόδιο στην ειρηνική Μέση Ανατολή: την πυρηνική φιλοδοξία του Ιράν ή και το ίδιο το θεοκρατικό καθεστώς.

Οι πρόεδροι συχνά γράφουν στα απομνημονεύματά τους για τις δύσκολες αποφάσεις να στείλουν στρατεύματα σε πόλεμο. Όμως, και η απόφαση να μην εμπλακούν, ακόμα και όταν φαίνεται δελεαστικό, απαιτεί θάρρος.

Οι Ρεπουμπλικάνοι λένε ότι ίσως δεν υπάρχει επιλογή

Η πολιτική πίεση στον πρόεδρο αυξάνεται, ακόμα κι αν οι ΗΠΑ δηλώνουν ότι οι επιθέσεις του Ισραήλ είναι δική του απόφαση και ότι οι δυνάμεις των ΗΠΑ δεν έχουν επιθετικό ρόλο.

Ένα από τα περίπλοκα σημεία είναι ότι ενώ οι ισραηλινές επιθέσεις φάνηκαν επιτυχείς στη στόχευση στρατιωτικών ηγετών και επιστημόνων, δεν είναι σαφές εάν το Ισραήλ μπορεί να καταστρέψει μόνο του το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.

Ο πρώην Αντιπρόεδρος Μάικ Πενς δήλωσε στο CNN πως αν το Ιράν δεν υποχωρήσει, οι ΗΠΑ πρέπει να είναι έτοιμες να εμπλακούν για να διασφαλίσουν την καταστροφή του πυρηνικού προγράμματος. Ο Ρεπουμπλικανός Γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέιαμ είπε ότι το χειρότερο σενάριο θα ήταν να παραμείνει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.

«Αν η διπλωματία αποτύχει και μείνει μόνο η στρατιωτική επιλογή, θα προτρέψω τον πρόεδρο να προχωρήσει δυναμικά και να μην αφήσει τίποτα όρθιο από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν», είπε.

Ο Τραμπ κινδυνεύει με πολιτικό κόστος στο εσωτερικό

Οι υπολογισμοί είναι περίπλοκοι. Ο Τραμπ έχει μετατρέψει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα σε πιο απομονωτικό, κάτι που τον φέρνει σε δύσκολη θέση σε σύγκριση με τον Τζορτζ Μπους προ Ιράκ.

Ορισμένες από τις ισχυρότερες φωνές της δεξιάς, όπως ο Τάκερ Κάρλσον και ο Τσάρλι Κερκ, έχουν ήδη προειδοποιήσει τον Τραμπ να μην απομακρυνθεί από τη βάση του. Είναι πάντα προσεκτικός με την πολιτική του βάση.

Το ενδιαφέρον του για το πολιτικό κόστος φάνηκε και σε συζήτηση με δημοσιογράφο του The Atlantic: «Λοιπόν, αφού εγώ δημιούργησα το “Πρώτα η Αμερική”, και αφού κανείς δεν το είχε χρησιμοποιήσει πριν από μένα, εγώ αποφασίζω τι σημαίνει αυτό», είπε. «Για όσους λένε ότι θέλουν ειρήνη – δεν μπορείς να έχεις ειρήνη αν το Ιράν έχει πυρηνικό όπλο.» Ο πρόεδρος φαίνεται να προετοιμάζει ένα επιχείρημα προς τη βάση του, εάν χρειαστεί να εμπλακεί.

Η εξωτερική πολιτική του Τραμπ αποσυντίθεται

Αυτό δεν ήταν το σημείο στο οποίο ήθελε να βρίσκεται ο Τραμπ στην αρχή της δεύτερης θητείας του. Πέντε μήνες μετά την ανάληψη, οι δύο πόλεμοι που είχε κληρονομήσει έχουν χειροτερέψει και η νέα σύγκρουση με το Ιράν είναι η μεγαλύτερη δοκιμασία για το δόγμα της «μη επέμβασης».

Η εξουσία του έχει υπονομευτεί από τον Πούτιν, τον Σι Τζινπίνγκ και τον Νετανιάχου. Και η πολιτική του ως «μάγος των συμφωνιών» έχει αποτύχει. Στην Ουκρανία, στον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, στη Γάζα, όλες οι «ειρηνευτικές» προσπάθειες έχουν καταρρεύσει. Η σύγκρουση με το Ιράν ίσως ορίσει τη θητεία του.