Αυτή την εβδομάδα η πρόοδος σε μια συμφωνία οικονομικής συνεργασίας με την Ουκρανία είναι απίθανο να μετριάσει την αντίσταση του Ρώσου προέδρου, Βλαντίμιρ Πούτιν, στο σχέδιο ειρήνης του προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, και ο Λευκός Οίκος δεν είναι ακόμη σίγουρος πώς να αλλάξει αυτή την κατάσταση.
Παρόλο που αξιωματούχοι της διοίκησης την Πέμπτη παρουσίασαν δημόσια τη συμφωνία ως σημαντική εξέλιξη, υπάρχει έλλειψη συναίνεσης εντός του Λευκού Οίκου σχετικά με το τι ακολουθεί, σύμφωνα με δύο άτομα που γνωρίζουν τις συζητήσεις και διατηρούν την ανωνυμία τους, διότι δεν έχουν την εξουσιοδότηση να μιλήσουν δημόσια.
Σύμφωνα με το Politico, αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει δύσκολες επιλογές, όπως η άμεση πίεση προς το Κρεμλίνο, κάτι που ο Τραμπ έχει διστάσει μέχρι στιγμής να κάνει.
«Περισσότερες κυρώσεις θα ήταν το επόμενο βήμα», είπε η μια πηγή, συμπληρώνοντας ότι: «Αν βέβαια ο πρόεδρος θέλει να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο».
Μια πρόταση που υποστηρίχθηκε από τον γερουσιαστή Λίντσεϊ Γκρέιχαμ για επιβολή νέων κυρώσεων στη Ρωσία και 500% δασμούς στις χώρες που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, φυσικό αέριο και αλουμίνιο έχει λάβει ευρεία υποστήριξη και από τα δύο κόμματα στη Γερουσία, πιθανώς ακόμα και πλειοψηφία ικανή να ξεπεράσει το δικαίωμα βέτο. Ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας, Ζαν-Νοέλ Μπαρό, δήλωσε την Πέμπτη ότι συζήτησε την «ευπρεπή» πρόταση με τον υπουργό Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, κατά τη διάρκεια συνάντησης και εξέφρασε την επιθυμία για συνεργασία των ευρωπαϊκών συμμάχων με τις ΗΠΑ για την επιβολή νέων κυρώσεων.
Το αν ένα επιπλέον καθεστώς κυρώσεων θα είναι αρκετό για να πιέσει τον Πούτιν είναι άλλο θέμα.
Ο Ρώσος ηγέτης έχει συναντηθεί τέσσερις φορές μέσα σε τόσους μήνες με τον απεσταλμένο του Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, και συνεχίζει να απορρίπτει την πρόταση των ΗΠΑ για το τέλος του τριετούς πολέμου, η οποία θα πάγωσε τη σύγκρουση στα υπάρχοντα μέτωπα και θα προσέφερε στη Ρωσία σημαντικά εδάφη.
Αντιδρώντας στην εντατικοποιημένη ρωσική εκστρατεία βομβαρδισμών τις τελευταίες ημέρες, ο Τραμπ έχει εκφράστει δημόσια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για το αν χρειάζεται να σκληρύνει τη στάση του προς τον Πούτιν. Ωστόσο, τους τελευταίους τέσσερις μήνες, δεν έχει δείξει καμία διάθεση να το κάνει. Δεν έχει λάβει θέση για μια πρόταση Ρεπουμπλικάνων για αύξηση των κυρώσεων κατά της Μόσχας. Και η απροθυμία του προέδρου να εγκρίνει επιπλέον βοήθεια για τον πόλεμο της Ουκρανίας ή εγγυήσεις ασφαλείας μετά τον πόλεμο είναι που κατέστησε αναγκαία μια συμφωνία μελλοντικών διαρθρωτικών εσόδων.
Στην αίθουσα ενημέρωσης την Πέμπτη το πρωί, η εκπρόσωπος Τύπου, Καρολίνα Λέβιτ, δήλωσε ότι η «ιστορική» συμφωνία αποτελεί απόδειξη ότι ο πρόεδρος είναι ο «ηγέτης των συμφωνιών» και δεσμεύεται για την «εξασφάλιση μιας διαρκούς ειρήνης» στην Ουκρανία. Η προώθηση της συμφωνίας από τη διοίκηση έρχεται ακριβώς μετά την ολοκλήρωση των πρώτων 100 ημερών της δεύτερης θητείας του Τραμπ, που πέρασαν χωρίς αυτός να έχει εξασφαλίσει συμφωνίες για το εμπόριο ή για ειρηνική συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, κάτι που είχε υποσχεθεί για την πρώτη ημέρα της διοίκησής του.
Ο υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, ο οποίος ηγήθηκε των διαπραγματεύσεων για τη συμφωνία για τα ορυκτά τους τελευταίους μήνες, δήλωσε σε τηλεοπτική συνέντευξη την Πέμπτη το πρωί ότι η συμφωνία θα έχει αντίκτυπο στις ειρηνικές συνομιλίες, οι οποίες φαίνονται να είναι σε στασιμότητα.
«Αυτό αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα προς την ηγεσία της Ρωσίας και δίνει στον πρόεδρο Τραμπ τη δυνατότητα να διαπραγματευτεί με τη Ρωσία από ακόμα ισχυρότερη θέση», δήλωσε κατά τη διάρκεια εμφάνισης στο Fox Business Network.
Αναφερόμενος στην έντονη κριτική που άσκησε ο Τραμπ στον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στις 28 Φεβρουαρίου στο Οβάλ Γραφείο, όπου είπε στον Ζελένσκι ότι «δεν έχει το πλεονέκτημα» στις ειρηνικές συνομιλίες, ο Μπέσεντ υποστήριξε ότι αυτό δεν ισχύει πια.
«Τώρα όμως ήρθε η ώρα και μπορούμε να δείξουμε στην ηγεσία της Ρωσίας ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ του λαού της Ουκρανίας και του αμερικανικού λαού ως προς τους στόχους μας», είπε ο Μπέσεντ.
Ένας άλλος αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών, ο οποίος ζήτησε να παραμείνει ανώνυμος για να συζητήσει τη συμφωνία, είπε πως το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν μεγαλύτερο οικονομικό ενδιαφέρον για το μέλλον της Ουκρανίας θα δείξει στη Ρωσία ότι οι ΗΠΑ είναι «δεσμευμένες για τη μακροχρόνια επιτυχία της Ουκρανίας».
Ο Ρίτσαρντ Χας, πρώην επικεφαλής του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων και βετεράνος τριών Ρεπουμπλικανικών κυβερνήσεων, δήλωσε ότι η συμφωνία αποτελεί θετικό βήμα για τη βελτίωση των τεταμένων σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ουκρανίας. Ωστόσο, δεν είναι, όπως είπε, «ένα στοιχείο που αλλάζει το παιχνίδι» στις ειρηνικές συνομιλίες.
«Δεν πρέπει να υπερεκτιμήσουμε αυτό. Δεν είναι υποκατάστατο για μια ανοικτή, μακροχρόνια στρατιωτική και πληροφοριακή υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ουκρανία», δήλωσε ο Χας, για να συμπληρώσει ότι «Το μεγαλύτερο ερώτημα είναι αν αυτή η συμφωνία οδηγεί σε κάτι περισσότερο μεταξύ ΗΠΑ και Ουκρανίας».
Ο Τραμπ, του οποίου η αρχική πρόταση προς την Ουκρανία ήταν οι ΗΠΑ να λάβουν 500 δισεκατομμύρια δολάρια από τα έσοδα από τη μελλοντική ανάπτυξη μετάλλων της χώρας, συνεχίζει να περιγράφει δημόσια τη συμφωνία ως έναν τρόπο για τους Αμερικανούς φορολογούμενους να ανακτήσουν κάποια από τα 120 δισεκατομμύρια δολάρια βοήθειας για την άμυνα που δόθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια. Η τελική συμφωνία, ωστόσο, δεν απαιτεί από την Ουκρανία να αποπληρώσει καμία βοήθεια.
Αντίθετα, οι δύο χώρες θα δημιουργήσουν ένα κοινό επενδυτικό ταμείο για να βοηθήσουν στην ανασυγκρότηση της Ουκρανίας μετά τον πόλεμο. Βάσει της συμφωνίας, οι ΗΠΑ θα έχουν προνομιακά δικαιώματα για την εξόρυξη μετάλλων στην Ουκρανία. Το Κίεβο, από την άλλη, θα έχει τον τελευταίο λόγο για το τι και πού θα εξορυχθεί και θα διατηρεί την ιδιοκτησία του υπεδάφους. Η Ουκρανία θα διατηρεί τον έλεγχο των φυσικών της πόρων και θα συνεισφέρει το 50% των μελλοντικών εσόδων από νέες άδειες για κρίσιμα μέταλλα, πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Η συμφωνία επιτρέπει επίσης στις ΗΠΑ να συνεισφέρουν στο ταμείο μέσω άμεσων πληρωμών ή μέσω νέας στρατιωτικής βοήθειας. Αυτό αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο το Κογκρέσο να εγκρίνει μια νέα συμπληρωματική βοήθεια για την Ουκρανία, αν και αυτό το ενδεχόμενο παραμένει ως μακρινό σενάριο.
Όπως σημείωσε ο Μπέσεντ, η ανάγκη να επικυρωθεί επιτέλους η συμφωνία οικονομικής συνεργασίας εντάθηκε τις τελευταίες ημέρες μετά τη συνάντηση του Τραμπ με τον Ζελένσκι στο περιθώριο της κηδείας του πάπα Φραγκίσκου το περασμένο Σαββατοκύριακο. Επίσης, προέκυψε, καθώς ο πρόεδρος είναι ολοένα και πιο απογοητευμένος από την εντατικοποιημένη εκστρατεία βομβαρδισμών της Ρωσίας στην πρωτεύουσα της Ουκρανίας και τη θέση της Ρωσίας στις ειρηνικές συνομιλίες, αν και αξιωματούχος του Λευκού Οίκου υπέδειξε ότι η σκληρή στάση της Ρωσίας δημόσια δεν αντικατοπτρίζει πλήρως τις ιδιωτικές διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα.
«Αν μη τι άλλο, η στάση της Ρωσίας έχει σκληρύνει», δήλωσε ο Χας. «Διαχειρίζονται τον πόλεμο χωρίς ανάπαυλα και η θέση τους, όπως εκφράζεται, γίνεται όλο και πιο απαιτητική και μακρινή από μια εκεχειρία», ανέφερε χαρακτηριστικά.