Ένα νέο θρίλερ ήρθε στο προσκήνιο όταν τον Ιανουάριο του 2022, μια ηλικιωμένη γυναίκα βρήκε φρικτό θάνατο στο διαμέρισμά της, στην καρδιά του Κολωνακίου, τυλίχθηκε ξαφνικά στις φλόγες.

Αρχικά, το περιστατικό θεωρήθηκε τραγικό ατύχημα. Σήμερα, όμως, η υπόθεση εξετάζεται από το Τμήμα Ανθρωποκτονιών κατόπιν εντολής Εισαγγελέα. Η γυναίκα δεν ήταν τυχαία επιλογή επρόκειτο για τη χήρα του πρώην υπουργού Βορείου Ελλάδος της κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου, Γιάννη Παπαδόπουλου.

Το «Φως στο Τούνελ» δημοσιοποίησε το βράδυ της Παρασκευής τα αποκαλυπτικά αποτελέσματα της τοξικολογικής εξέτασης της Ελένης Παπαδοπούλου.

Σύμφωνα με το πόρισμα των ιατρικών εργαστηρίων: «Η χαμηλή τιμή αιθάλης στο αίμα σε συνδυασμό με την παρουσία ηρεμιστικής ουσίας σε υψηλή συγκέντρωση, ενισχύει το ενδεχόμενο η γυναίκα να είχε χάσει τη ζωή της ή να βρισκόταν σε βαθιά καταστολή πριν εκδηλωθεί η πυρκαγιά που την απανθράκωσε».

Σύμφωνα με το πόρισμα της Πυροσβεστικής, «πράξη ατόμου ή ατόμων, διέβρεξε με εύφλεκτο υγρό τον καναπέ του καθιστικού και το χώρο πέριξ αυτού, καθώς και την Ελένη Παπαδοπούλου».

Η εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ για την υπόθεση της Ελένης Παπαδοπούλου

Τι είπε η ανιψιά του θύματος στην εκπομπή

«Έχουμε χάσει τη γη κάτω από τα πόδια μας με τις εξελίξεις που προβάλατε στην εκπομπή για την απανθράκωση του δικού μας ανθρώπου. Ήταν μεγάλο το σοκ. Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ότι έφυγε από τη φωτιά που προκάλεσε το τσιγάρο. Τώρα μαθαίνουμε από σας ότι η Πυροσβεστική κάνει λόγο για εύφλεκτο υλικό που χρησιμοποιήθηκε για να την κάψουν. Εγώ κοντεύω να πάθω εγκεφαλικό, γιατί την αγαπούσαμε πολύ τη θεία και δεν έχουμε ξεκαθαρίσει τι συνέβη. Ποιος τη σκότωσε και γιατί. Η ίδια, δεν πήγαινε στο γιατρό, γιατί ένιωθε καλά. Δεν είχε προβλήματα υγείας».

Μάλιστα, η ανιψιά της γυναίκας που απανθρακώθηκε ανέφερε πως κατά τη διάρκεια της κατάθεσης στην αστυνομία ρώτησε αν υποψιάζονται εγκληματική ενέργεια αλλά δεν πήρε καμία απάντηση.

«Και η αδερφή μου η άλλη μου λέει, κοντεύω να πάθω, τι βόμβα ήταν αυτή; Εμείς τους αγαπούσαμε πάρα πολύ. Όλος ο κόσμος, τους ήξεραν όλοι. Μετά από τρία χρόνια είχαμε επαναπαυτεί ότι ήταν από τσιγάρο. Φυσικά δεν της άξιζε να φύγει έτσι, με τέτοιο τραγικό θάνατο. Τι να σας πω, εύχομαι να βγει η αλήθεια».

Η ίδια, στάθηκε και σε μια λεπτομέρεια που την προβλημάτισε ακούγοντας τον ξάδελφο της να περιγράφει τις συνθήκες θανάτου της θείας της.

«Ο ξάδερφός μου, που τον αγαπούμε, είπε ότι ήταν κλειστό το σπίτι όταν έπιασε η φωτιά . Η μητέρα του, από ό,τι ξέραμε όλοι, την μπαλκονόπορτα στο δωμάτιο που βρέθηκε καμένη και έβλεπε στον ακάλυπτο, την είχε πάντα ανοιχτή, χειμώνα καλοκαίρι, γιατί κάπνιζε πολύ. Ήταν η μόνη πόρτα που δεν έκλεινε ποτέ, μέρα-νύχτα και αυτό το ξέραμε πολύ καλά και μας έκανε εντύπωση που είπε ότι ήταν όλα κλειστά. Μπορεί κάποιος να μπήκε, να έβαλε τη φωτιά και να έκλεισε τα πάντα. Επίσης, η πόρτα που πήγαινε από το διάδρομο σε αυτό το δωμάτιο, ποτέ δεν έκλεινε. Μου κάνει εντύπωση. Δηλαδή μήπως κάποιος την έκλεισε και έβαλε φωτιά; Μήπως κάποιος την έπεισε να του ανοίξει και παγιδεύτηκε;».

Τι λέει ο γιος της Ελένης Παπαδοπούλου

Ο γιος του θύματος επικοινώνησε ξανά με την εκπομπή για να βοηθήσει στην έρευνα.

«Δεν μπορώ να καταλάβω τι έχει συμβεί. Να μπήκε κάποιος να τη ληστέψει που λέτε; Kαι μετά τι; Να κλείδωσε; Και πώς άφησε τα κλειδιά μέσα στο σπίτι; Όταν πήγα να ανοίξω, η πόρτα ήταν διπλοκλειδωμένη. Θα ρωτήσετε όλους όσους είχαν περάσει από εκεί; Τους φίλους που πήγαν όσο έλειπα στη Σαμοθράκη; Τότε που η μητέρα μου είχε μια επιδείνωση και είχε πέσει δυο-τρεις φορές; Πάντα, όταν έλειπα εκτός Αθηνών, άφηνα τα κλειδιά σε κάποιον φίλο ή φίλη μήπως χρειαστεί κάτι η μαμά. Αν και σπάνια χρειαζόταν βοήθεια. Ερχόταν κι η κοπέλα που καθάριζε μια φορά την εβδομάδα και δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα», λέει με φωνή που σπάει.

«Δεν ήθελε να τη βοηθά κανείς. Ήταν κι αυτός ένας λόγος που τσακωνόμασταν συχνά και μας άκουγαν οι γείτονες», θυμάται.

Ο ίδιος επιμένει ότι το τσιγάρο που κάπνιζε η μητέρα του ευθύνεται για την απανθράκωσή της.

«Γενικά έκαιγε μια καύτρα για ώρες. Είχε ντουμανιάσει το σπίτι ολόκληρο», λέει χαρακτηριστικά.

Ο δημοσιογράφος του «Τούνελ» του επισημαίνει πως τέτοια φωτιά δεν προκαλείται ποτέ από μια απλή καύτρα τσιγάρου, εκείνος όμως εμμένει στην άποψή του.

«Γίνεται. Μπορεί να συμβεί αν είναι με αργή καύση. Ο καναπές είχε εξαφανιστεί τελείως από την αργή καύση. Ίσως έχουν κάνει λάθος και πρέπει να ξαναπάρουν δείγματα, να το ψάξουν καλύτερα. Είμαι κι εγώ επιστήμονας, ξέρω τι λέω. Δεν έχει συμβεί κάτι παραπάνω. Τα τελευταία τρία χρόνια έχω διαβάσει τα πάντα γι’ αυτά τα περιστατικά.

»Αυτό λέγεται – όπως σας είπα και την προηγούμενη φορά – στιγμιαία αυτανάφλεξη. Το έχω δει σε πολλά ντοκιμαντέρ, στο Discovery Channel και στο National Geographic. Από όσα έχω δει, έχω πειστεί. Είναι μια πλευρά που δεν έχει εξεταστεί. Πρέπει να δουν την αιθάλη στους τοίχους, το σπίτι μετατράπηκε για ώρες σε φούρνο. Ψήθηκαν όλα. Τώρα, να έβαλε κάποιος κάτι για να την κάψει; Δεν το πιστεύω. Αν είχε γίνει κάτι τέτοιο, η φωτιά θα είχε φουντώσει μέσα σε λίγα λεπτά. Για την οσμή που λέτε, δεν ξέρω. Κάποια εξήγηση θα υπάρχει, ίσως από λιωμένα μπουκαλάκια οινοπνεύματος ή κάτι άλλο από τα δωμάτια», καταλήγει.

Ο γιος της Ελένης Παπαδοπούλου επιμένει για ανθρώπινη ανάφλεξη.

Τι δήλωσαν μεσίτες για το ακίνητο που κάηκε

Η εκπομπή στην προσπάθεια της να δώσει απαντήσεις στο δισεπίλυτο γρίφο του τραγικού τέλους της χήρας του Υπουργού του ΠΑΣΟΚ, Ελένης Παπαδοπούλου, μίλησε με κάποιους από τους μεσίτες που ανά τα χρόνια προσπάθησαν να πουλήσουν το οροφοδιαμέρισμα που τυλίχθηκε στις φλόγες εκείνο το βροχερό απόγευμα του Γενάρη.

«Το ξέρω το σπίτι στην Λυκαβηττού και το είχα ακούσει ότι κάηκε. Πηγαίναμε κόσμο να το δει και το δουλεύαμε χρόνια. Όλοι οι μεσίτες της περιοχής το δουλεύαμε. Την θανούσα την ήξερα. Ήταν ένας πολύ γλυκός άνθρωπος, εξαίρετη. Την έβλεπα στο γραφείο του άντρα της που έτρωγε πολλές φορές. Ο γιος της ερχόταν πάντα στα ραντεβού και εκείνος ήταν ιδιαίτερα ευγενής μαζί μου», λέει χαρακτηριστικά μία από τους μεσίτες, που είχε αναλάβει να πουλήσει το διαμέρισμα.

Όπως αναφέρει, στο σπίτι υπήρχε και μία κοπέλα, ξένη που κατά καιρούς την πρόσεχε.

«Μπροστά μου ο γιος δεν της μιλούσε της μητέρας του. Μαζί μου ήταν πολύ κοφτός αλλά ευγενικός. Τότε που είχα αναλάβει εγώ να πουλήσω το διαμέρισμα στην αρχή ζητούσε 500 χιλιάδες, μετά 650, 700, είχε φτάσει και ένα εκατομμύριο αλλά το σπίτι δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Αφότου κάηκε, δεν ξαναπάτησα εκεί».

«Ακούγαμε ότι η ηλικιωμένη δεν ήθελε να πουληθεί το σπίτι»

Μία άλλη από τις μεσίτριες θυμάται λεπτομέρειες που προβληματίζουν.

«Δουλεύω χρόνια στο Κολωνάκι. Είχα έρθει σε επαφή με τον γιο της γυναίκας λόγω της δουλειάς μου. Ήταν ευγενικός, τυπικός».

Τα ραντεβού, όπως εξηγεί, γίνονταν πάντα μεσημέρι.

«Ερχόταν από μακριά και είχε πάντα μαζί του φαγητό. Το θυμάμαι χαρακτηριστικά. Όμως τη μητέρα του δεν την είδα ποτέ. Μας έλεγε κάθε φορά ότι είναι μέσα, στο δωμάτιό της και να μην την ενοχλήσουμε».

Οι φήμες είχαν ήδη αρχίσει να κυκλοφορούν. Οι πελάτες ψιθύριζαν πως η ηλικιωμένη δεν ήθελε να πουληθεί το σπίτι, όπως λέει χαρακτηριστικά.

«Ήταν γνωστό ότι το διαμέρισμα ήταν στο όνομά της. Οι ενδιαφερόμενοι κάποια στιγμή απομακρύνονταν. Άλλοι γιατί δεν τους άρεσε η πολυκατοικία, άλλοι γιατί ένιωθαν άβολα με την ιδέα μιας γυναίκας που ζούσε μέσα και δεν συμφωνούσε με την πώληση».

Στα μεσιτικά γραφεία, κυκλοφορούσε πως ο γιος έλεγε ότι πρώτα έπρεπε να βρει πού θα πήγαινε τη μητέρα του, προτού ολοκληρωθεί η αγοραπωλησία.

«Η πόρτα του δωματίου της ήταν πάντα κλειστή — κι αυτό δημιούργησε σχόλια. Δεν μπορώ να πω ότι την κλείδωνε. Ίσως απλώς ήθελε ησυχία».

Η ίδια θυμάται πως η τιμή του σπιτιού είχε αλλάξει πολλές φορές μέσα στα χρόνια.

«Ξεκίνησε από 900.000 ευρώ. Μετά το κατέβαζε — 850, 800, 750. Ξαφνικά, το είδα στις αγγελίες, στα 1.550.000 ευρώ. Δεν το είχα συνδυάσει τότε με το γεγονός ότι είχε καεί. Έγραφαν ότι παραδίδεται “ανακαινισμένο”, με δυνατότητα διαχωρισμού σε δύο διαμερίσματα. Μου φάνηκε παράξενο, γιατί ήξερα ότι δεν είχε γίνει καμία κίνηση».

«Ακούγονταν φωνές»

Μια τρίτη μεσίτρια, που είχε επισκεφθεί επίσης το διαμέρισμα, περιγράφει μια διαφορετική αλλά εξίσου αποκαλυπτική εμπειρία.

«Όποτε πηγαίναμε, μας άφηνε να περιμένουμε κάτω. Ανέβαινε πρώτος κρατώντας τα φαγητά του και μετά από λίγο μας φώναζε. Στο διάστημα αυτό ακούγονταν φωνές από πάνω. Ήταν έντονες, σαν να υπήρχε ένταση».

Το διαμέρισμα όπου η ηλικιωμένη γυναίκα βρήκε τραγικό θάνατο παραμένει ακόμα στην καρδιά του Κολωνακίου.

Οι τοίχοι του είναι μαυρισμένοι, ενώ το ταμπελάκι με το όνομα του πρώην υπουργού στην πόρτα παραμένει ανέγγιχτο. Για σχεδόν τριάμισι χρόνια, οι πόρτες παρέμειναν κλειστές, χωρίς κανείς να μπει ή να βγει.

Το οροφοδιαμέρισμα επί της οδού Λυκαβηττού, 242 τετραγωνικών μέτρων, με θέα την Ακρόπολη, είχε τεθεί προς πώληση πριν από τον θάνατο της γυναίκας που κατοικούσε εκεί. Μετά το τραγικό περιστατικό, όταν το διαμέρισμα τυλίχτηκε στις φλόγες, η αγγελία αποσύρθηκε. Πρόσφατα επανεμφανίστηκε, με τιμή εκκίνησης τα 2 εκατομμύρια ευρώ.

Η μεσίτρια που έχει αναλάβει την επικοινωνία με τους υποψήφιους αγοραστές και την επίδειξη του ακινήτου δήλωσε ότι πρόκειται για ένα αρκετά μεγάλο διαμέρισμα που θα μπορούσε να χωριστεί. Όταν ερωτήθηκε για φήμες ότι μέσα στο διαμέρισμα είχε απανθρακωθεί μια γυναίκα και ότι δεν είχε ανακαινιστεί, υποστήριξε ότι δεν γνωρίζει κάτι τέτοιο.

Αφού της παρατέθηκαν λεπτομέρειες για την τραγική ιστορία του διαμερίσματος, το γεγονός ότι παραμένει καμένο και οι αλλαγές στην τιμή εκκίνησης πριν και μετά τον θάνατο της ενοίκου, αρχικά αρνήθηκε κατηγορηματικά την εγκυρότητα των πληροφοριών. Στη συνέχεια παραδέχτηκε ότι ίσως δεν γνωρίζει την πλήρη αλήθεια και ότι ο ιδιοκτήτης μπορεί να μην της έχει πει όλα όσα γνωρίζει.

«Ποιος ιδιοκτήτης θα πει ότι κάηκε μια γυναίκα εκεί μέσα; Λέω εγώ τώρα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Τι ανέφεραν γείτονες της ηλικιωμένης

Οι γείτονες περιγράφουν σκηνές καταστροφής μετά τη φωτιά, αλλά και έντονες εντάσεις και διαφωνίες ανάμεσα στην ηλικιωμένη γυναίκα και τον γιο της. Οι φωνές από το διαμέρισμά της ήταν τόσο δυνατές που ακούγονταν μέχρι την απέναντι πολυκατοικία. Μια γυναίκα που εργαζόταν εκείνη την περίοδο ανέφερε ότι σκέφτηκε αρκετές φορές να ειδοποιήσει την αστυνομία.

«Η μπαλκονόπορτα στο γραφείο μου ήταν πάντα ανοιχτή και έβλεπε στο μπαλκόνι της. Όποτε ερχόταν ο γιος της, της φώναζε συνεχώς και της έλεγε να μπει μέσα. Πολλές φορές ήθελα να πάρω την αστυνομία. Εκείνη δεν έβγαζε άχνα, έμπαινε μέσα αμίλητη. Στον δρόμο κάτω, δεν την είδα ποτέ, σαν να μην έβγαινε έξω. Είδα την εκπομπή και σοκαρίστηκα γιατί πάντα όταν της φώναζε, σφιγγόταν η ψυχή μου».

Η μάρτυρας, δήλωσε πως της έκαναν εντύπωση όσα άκουσε στην εκπομπή, γιατί έχει προσωπική εμπειρία με συγγενή της που πέθανε από τσιγάρο.

«Ο αδελφός της θείας μου είχε πεθάνει στον Καναδά και ξέρω ότι το τσιγάρο κάνει μια βουβή φωτιά και από αυτό που εισπνέεις, σκας, πεθαίνεις. Να απανθρακωθεί έτσι η γυναίκα;».

Η εργαζόμενη της απέναντι πολυκατοικίας, δήλωσε πως η άτυχη ηλικιωμένη μπορούσε να περπατήσει αλλά ήταν παραμελημένη.

«Ποτέ δεν την είχα δει με ρούχα. Πάντα με ρόμπα ή με νυχτικιά, δεν ήταν περιποιημένη. Μπορούσε να περπατήσει αλλά πήγαινε λίγο σκυφτά».

Το παράπονο συγγενικού προσώπου της Ελένης Παπαδοπούλου

Συγγενικό πρόσωπο της οικογένειας, εμφανώς ταραγμένο, μίλησε στην εκπομπή και περιέγραψε με λόγια βαθιάς συγκίνησης την εικόνα που είχε για την οικογένεια.

«Έχουμε ταραχτεί πολύ με όλα αυτά που ακούμε. Τόσο εκείνη όσο και ο άντρας της δεν ήταν τυχαίοι άνθρωποι. Εκείνος υπηρέτησε σε θέσεις ευθύνης – πρόεδρος νοσοκομείου, υπουργός, γιατρός. Ήταν αξιοσέβαστοι στην κοινωνία, άνθρωποι με ήθος και κύρος. Με τον γιο ήταν δεμένοι. Αυτό που ακούστηκε για φωνές μεταξύ τους, εντάξει, μπορεί να συνέβη. Αλλά αν τους ήξερες, όπως τους ξέραμε εμείς, που βλέπαμε το δέσιμο μάνας και γιου, δεν θα έδινες σημασία. Τσακωνόντουσαν, ναι, αλλά στα συνηθισμένα όρια. Ήταν μια σχέση δυνατή, γεμάτη αγάπη».

Όπως αναφέρει σε δημοσιογράφο της εκπομπής είχαν μιλήσει με το θύμα, την Ελένη Παπαδοπούλου λίγες ημέρες πριν την φωτιά.

«Ήταν ήρεμη, όλα έδειχναν φυσιολογικά. Δεν μου είπε κάτι που να με ανησυχήσει. Εγώ ξέρω πως στο σπίτι υπήρχε οικιακή βοηθός, όχι αυτή που παρουσιάστηκε τελευταία. Δεν γνωρίζω την καταγωγή της, αλλά ξέρω ότι την φρόντιζαν γυναίκες – ίσως και περισσότερες από μία. Αν όχι όλη την ημέρα, ήταν κοντά της πολλές ώρες. Και ο γιος της την πρόσεχε πολύ. Της πήγαινε φαγητό, ψώνια, ό,τι χρειαζόταν».

Για τον τραγικό της θάνατο όπως λέει χαρακτηριστικά έμαθε από τις ειδήσεις και πάγωσε.

«Και ο γιος της και εμείς σοκαριστήκαμε. Μας είπε ότι έκανε τα πάντα για να τη βοηθήσει, αλλά δεν πρόλαβε. Εκείνη την ώρα της πήγαινε τη νέα οικιακή βοηθό και τα ψώνια της. Αλλά να σας πω κάτι που μας έχει συγκλονίσει όλους; Μετά από τόσο καιρό, τώρα ανακαλύπτουν ότι ήταν νεκρή πριν τη φωτιά; Ότι την έκαψαν για να σβήσουν τα ίχνη; Είναι να τρελαίνεσαι. Αν τότε, αμέσως μετά το συμβάν, έψαχναν το υλικό από τις κάμερες, ίσως να είχαν βρει ποιος μπήκε στο σπίτι. Τώρα το μόνο που ευχόμαστε είναι να βρεθεί η αλήθεια. Να ησυχάσει η ψυχή της», καταλήγει.