Ένοχοι κρίθηκαν από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Λάρισας δύο γιατροί του Γενικού Νοσοκομείο της πόλης για τον θάνατο μιας 5χρονης μαθήτριας Νηπιαγωγείου από στρεπτόκοκκο τον Φεβρουάριο του 2020. Για την ίδια υπόθεση απαλλάχθηκε ομόφωνα μια ιδιώτης παιδίατρος, μια γιατρός-πραγματογνώμονας και ένας Παρασκευαστής – Τεχνολόγος Ιατρικών Εργαστηρίων του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας.
Η ποινή που τους επιβλήθηκε ήταν φυλάκιση τριών ετών με τριετή αναστολή και την έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη.
Ο γιατρός και η συνάδελφος του και διευθύντρια επίσης τότε της παιδιατρικής κλινικής του ΓΝΛ, βρέθηκαν κατηγορούμενοι για μια σειρά παραλείψεων που είχαν να κάνουν με την έγκαιρη και σωστή διάγνωση της πάθησης του παιδιού το οποίο εισήχθη στο νοσοκομείο χωρίς να ξέρει κανείς από τι πραγματικά ταλαιπωρούνταν ούτε πριν ούτε κατά τη διάρκεια της διήμερης νοσηλείας του εκεί. Η αιτία θανάτου έγινε γνωστή αφού το κοριτσάκι κατέληξε στις 19 Φεβρουαρίου, όπως μεταδίδει το larissanet.
Εκείνη την ημέρα η ανακοίνωση του ΓΝΛ ανέφερε τα εξής: «Στις 17/2/2020, εισήχθη στις 13:00 κοριτσάκι 5 ετών στην Παιδιατρική Κλινική κατόπιν παραπομπής από ιδιώτη παιδίατρο, μετά από συνεχιζόμενη πυρετική κίνηση από εβδομάδας. Στις 19/2/2020 απεβίωσε στις 5:00 το πρωί, αιφνιδίως. Ζητήθηκε νεκροψία – νεκροτομή και αναμένουμε το αποτέλεσμα».
Λίγες μέρες αργότερα, προέκυψε ότι το παιδί είχε προσβληθεί από το μικρόβιο του στρεπτόκοκκου τύπου Α, το οποίο οδήγησε και στο θάνατο του.
Από τη δικαστική και αστυνομική έρευνα που ακολούθησε διαμορφώθηκαν κατά το στάδιο της προδικασίας τρία επίπεδα ποινικών ευθυνών. Το πρώτο αφορούσε την εξέταση του παιδιού από την παιδίατρο το οποίο ξεκινά από τη στιγμή που η μητέρα επικοινώνησε μαζί της στις 10 Φεβρουαρίου μέχρι τις 17 που τους παρέπεμψε στο ΓΝΛ. Εκεί ξεκινάει το δεύτερο επίπεδο με τους γιατρούς και τον παρασκευαστή, τις εξετάσεις στο μικροβιολογικό και τις παραλείψεις το οποίο ολοκληρώνεται τα ξημερώματα της 19ης όταν το παιδί κατέληξε. Το τρίτο επίπεδο αφορά την παιδίατρο που επιλέχθηκε από τις δικαστικές αρχές για να διενεργήσει την πραγματογνωμοσύνη για το θάνατο του παιδιού.
Ένα από τα κυριότερα αποδεικτικά στοιχεία στην υπόθεση ήταν η Ένορκη Διοικητική Εξέταση που διενήργησε η Καθηγήτρια Παιδιατρικής και Νεογνολογίας Τμήματος Ιατρικής, Σχολής Επιστημών Υγείας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και Διευθύντρια Παιδιατρικής Κλινικής Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας κα Ιωάννα Γριβέα η οποία ήταν από τους πρώτους μάρτυρες που εξετάστηκε σε μια μακρά αποδεικτική διαδικασία που ξεκίνησε στις 28 Μαΐου.
Την ΕΔΕ και την κατάθεση της κ. Γριβέα, που διήρκησε σχεδόν πέντε ώρες, επικαλέστηκε αρκετές φορές και ο εισαγγελέας της έδρας κατά την αγόρευση του προτείνοντας μάλιστα την ενοχή και των τριών γιατρών.
«Κατά τη γνώμη μας θα είχε σωθεί»
Ο εισαγγελέας ξεκίνησε την Τετάρτη την αγόρευσή του παραθέτοντας αρχικά τα πραγματικά περιστατικά, την αλληλουχία δηλαδή των γεγονότων από την πρώτη στιγμή που οι γονείς του παιδιού επικοινώνησαν με την παιδίατρο μέχρι το θάνατο του στο νοσοκομείο. Στη συνέχεια προχώρησε στη νομική αξιολόγηση της υπόθεσης αρχίζοντας από την πρώτη κατηγορούμενη, την ιδιώτη παιδίατρο. Επεσήμανε την 16η Φεβρουαρίου, ημέρα Κυριακή, όταν επικοινώνησε μαζί της η μητέρα του παιδιού, σε συνέχεια της επικοινωνίας που είχαν όλες τις προηγούμενες μέρες, για να την ενημερώσει για την επιδείνωση της υγείας της κόρης της. Η παιδίατρος όπως τόνισε ο εισαγγελέας δεν εξέτασε και δεν παρέπεμψε άμεσα το παιδί στο νοσοκομείο με αποτέλεσμα να χαθεί πολύτιμος χρόνος.
Για τους γιατρούς του ΓΝΛ επεσήμανε μια προς μια τις παραλείψεις τους το διήμερο 17-18 Φεβρουαρίου όπως το ότι δεν δόθηκε η δέουσα προσοχή στο αποτέλεσμα των αιματολογικών εξετάσεων, την μη άμεση καλλιέργεια αίματος, ότι δεν ζήτησαν τη διενέργεια του τεστ για τον στρεπτόκοκκο, δεν ζήτησαν δεύτερες αιματολογικές εξετάσεις εντός 12ωρου και δεν μερίμνησαν για την μεταφορά της ανήλικης στη ΜΕΘ του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου.
Στη συνέχεια ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στο θέμα του αιτιώδη συνδέσμου το οποίο χαρακτήρισε ως το πιο δύσκολο ζήτημα της υπόθεσης. Εδώ επισήμανε μεταξύ άλλων την έκθεση του ΕΟΔΥ για τα έτη 2023-2024 στην οποία καταγράφονται υψηλά ποσοστά επιβίωσης για παιδιά που νόσησαν από διεισδυτικό στρεπτόκοκκο και κατέληξε αναφέροντας πως αν είχε γίνει έγκαιρη διάγνωση και χορήγηση της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής ή η νοσηλεία σε ΜΕΘ «υπήρχαν σοβαρές πιθανότητες κατά την άποψη μας να επιβιώσει το παιδί».
Για την παιδίατρο ανέφερε πως δεν διακόπτεται ούτε για αυτήν ο αιτιώδης σύνδεσμος καθώς όπως τόνισε με την μη έγκαιρη μεταφορά του παιδιού στο νοσοκομείο χάθηκαν 15-16 κρίσιμες ώρες.
«Βάσει αυτών θεωρούμε ότι υπάρχει ευθύνη των γιατρών», ανέφερε ο εισαγγελέας επισημαίνοντας ωστόσο πως κατά τη γνώμη του και άλλοι παράγοντες συντέλεσαν στο τραγικό αποτέλεσμα όπως οι ελλείψεις του νοσοκομείου, η μη δυνατότητα άμεσης εξέτασης για στρεπτόκοκκο, τα λανθασμένα αποτελέσματα από τον μικροβιολόγο και τα εξαντλητικά ωράρια εργασίας των γιατρών.
Για τον παρασκευαστή πρότεινε την αθώωση του καθώς δεν προκύπτει η ευθύνη του για τα μικροβιολογικά αποτελέσματα ενώ για την πραγματογνώμονα πρότεινε την αθώωση της λόγω αμφιβολιών ως προς την πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος της ψευδούς πραγματογνωμοσύνης. Όπως τόνισε ο εισαγγελέας, αν και δεν συμφωνούν με το πόρισμα της, η κατηγορούμενη δεν είχε τη δυνατότητα να εξετάσει τους γιατρούς όπως η κα Γριβέα και κατέθεσε την επιστημονική της άποψη η οποία δεν ήταν μεμονωμένη καθώς και άλλοι γιατροί που κλήθηκαν ως μάρτυρες στο δικαστήριο κατέθεσαν παρόμοιες απόψεις.
Απολογίες και καταθέσεις
Η πραγματογνώμονας απολογήθηκε προχθές επισημαίνοντας πως ήταν η πρώτη πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε στην καριέρα της και πως προσπάθησε να είναι αντικειμενική στο πόρισμα της. Απάντησε επίσης σε ερώτηση της προέδρου πως δεν ήρθε σε καμία επικοινωνία με τους κατηγορούμενους γιατρούς. Οι γιατροί του ΓΝΛ στις απολογίες τους ισχυρίστηκαν μεταξύ άλλων πως το συγκεκριμένο στέλεχος του στρεπτόκοκκου έχει μεγάλη θνητότητα, επεσήμαναν τις ελλείψεις του νοσοκομείου, τις πολλές εφημερίες και πως εκείνη την περίοδο τα τεστ για στρεπτόκοκκο δεν ήταν διαδεδομένα και το θέμα της συγκεκριμένης λοίμωξης δεν είχε τις διαστάσεις που έχει λάβει σήμερα.
Αναφέρθηκαν επίσης στην κλινική εικόνα του παιδιού η οποία μέχρι την επιδείνωση του δεν παρουσίαζε ανησυχία κάτι που αμφισβήτησαν οι γονείς. Η μητέρα της 5χρονης στην κατάθεση της ανέφερε πως στην παιδίατρο καταλογίζει το γεγονός πως δεν προβληματίστηκε από την εικόνα του παιδιού και τον παρατεταμένο πυρετό ώστε να αναζητήσει κάποια άλλη αιτία για το πρόβλημα της. Περιέγραψε την δυσκολία που είχε το παιδί να περπατήσει, τους πόνους στο νοσοκομείο που δεν ανησύχησαν κανέναν, όπως ανέφερε, και τις κινήσεις για «συγκάλυψη της αλήθειας» που έγιναν μετά το θάνατο του παιδιού.
«Ανάθεμα την ώρα που μπήκα εκεί μέσα», ανέφερε η μητέρα της πεντάχρονης κατά την φορτισμένη συναισθηματικά πρώτη δικάσιμο τον Μάιο.
Ενοχή για δύο
Τελικά χθες το μεσημέρι το δικαστήριο αποφάσισε ομόφωνα την απαλλαγή της παιδιάτρου, της πραγματογνώμονα και του παρασκευαστή και καταδίκασε σε πρώτο βαθμό κατά πλειοψηφία για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια τους δύο γιατρούς του ΓΝΛ. Τους αθώωσαν επίσης ομόφωνα για τα άλλα δύο αδικήματα που κατηγορούνταν και συγκεκριμένα για την ηθική αυτουργία στην ψευδή πραγματογνωμοσύνη και την ηθική αυτουργία στην ψευδή βεβαίωση.
Τους αναγνωρίστηκαν ομόφωνα από το δικαστήριο τα ελαφρυντικά του πρότερου έντιμου βίου και της μετέπειτα καλής συμπεριφοράς με τον εισαγγελέα να αναφέρει στην πρόταση του πως πρέπει να αναγνωριστούν με δεδομένο πως τελούν ένα λειτούργημα σε δύσκολες συνθήκες.
Ως προς την ποινή ο εισαγγελέας, και αφού επεσήμανε πως και άλλοι παράγοντες έπαιξαν ρόλο στο τραγικό αποτέλεσμα, πρότεινε ποινή φυλάκισης δύο ετών για την πρώτη και 18 μηνών για τον δεύτερο.
Το δικαστήριο τελικά επέβαλε και στους δύο κατά πλειοψηφία ποινή φυλάκισης τριών ετών με τριετή αναστολή. Μια σύνεδρος είχε τη γνώμη πως έπρεπε να επιβληθεί σε αμφότερους ποινή φυλάκισης 18 μηνών.