Αιχμηρό λόγο χρησιμοποίησε ο πρώην υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Μάκης Βορίδης, ανεβαίνοντας στο βήμα της Βουλής κατά τη συζήτηση της πρότασης συγκρότησης Προανακριτικής Επιτροπής, που αφορά πιθανή ποινική ευθύνη του στο πλαίσιο του σκανδάλου στον ΟΠΕΚΕΠΕ. Ο ίδιος αποκήρυξε τις κατηγορίες εξαρχής, τονίζοντας ότι δεν μπορεί να ασκείται ποινική δίωξη χωρίς συγκεκριμένη πράξη που να συνιστά έγκλημα.
«Σήμερα η Βουλή στη συνεδρίαση της αυτή, ασκεί την ποινική της αρμοδιότητα απέναντί μου. Έχω ένα Σώμα απέναντί μου που συγκροτούμενο πρέπει κυρίως να σκεφτεί και να κρίνει αυτά που ορίζει ότι πρέπει να κρίνει το άρθρο 86», ανέφερε, προσθέτοντας ότι επί έναν μήνα προσπαθεί να καταλάβει «ποιο είναι το έγκλημα το οποίο μου αποδίδεται». Ο κ. Βορίδης επέκρινε το γεγονός ότι δεν υπάρχει σαφής περιγραφή πράξης που να στοιχειοθετεί αδίκημα, ενώ χαρακτήρισε το σύνολο των εισηγήσεων των κομμάτων «αόριστο και νομικά ανεπαρκές».
Αναλύοντας τα βασικά σημεία που φέρεται να του καταλογίζονται, ο πρώην υπουργός στάθηκε σε δύο στοιχεία. Το πρώτο αφορά ένα έγγραφο –γνωστό ως «σύμφωνο»– το οποίο, όπως εξήγησε, απλώς δηλώνει τη συναίνεσή του στην εφαρμογή ήδη υφιστάμενης υπουργικής απόφασης. «Η υπουργική απόφαση είναι νόμιμη και ισχύει ακόμα και σήμερα. Αυτή εφαρμόζεται. Λέω εγώ ότι συμφωνώ να εφαρμοστεί η υπουργική απόφαση και μου λένε ότι επειδή συμφωνώ να εφαρμοστεί μια υπουργική απόφαση, είναι αυτή η συμφωνία μου εγκληματική πράξη. Βγάζει νόημα;», διερωτήθηκε.
Το δεύτερο σημείο αφορά την απομάκρυνση του τότε προέδρου του ΟΠΕΚΕΠΕ, κάτι που –σύμφωνα με τον ίδιο– αποτελεί θεσμική αρμοδιότητα του εκάστοτε υπουργού. «Ζήτησα την παραίτηση ενός υφισταμένου. Τώρα σοβαρά θα φέρνετε υπουργούς να τους κατηγορείτε, επειδή ζητάνε τις παραιτήσεις υφισταμένων τους;», ανέφερε, αφήνοντας αιχμές για πολιτικές σκοπιμότητες πίσω από την πρόταση.
Ο κ. Βορίδης αμφισβήτησε επίσης τη βάση του εισαγγελικού διαβιβαστικού, λέγοντας ότι δεν πρόκειται για πόρισμα που να περιλαμβάνει αξιολόγηση πράξεων. «Να συμφωνήσουμε ελπίζω μεταξύ μας ότι δεν είναι σωστό να ισχυριζόμαστε ότι κάνουν αξιολόγηση. Γιατί τότε αποδίδεται μια παράνομη πράξη στις κυρίες εισαγγελείς. Εγώ δεν θέλω να τους αποδίδεται τέτοιες ενέργειες», υπογράμμισε.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στον τρόπο που επιχειρείται να του αποδοθεί ηθική αυτουργία ή συνέργεια, χωρίς –όπως είπε– να κατονομάζεται φυσικός αυτουργός ή να τεκμηριώνεται ποια πράξη θεωρείται παράνομη. «Ηθική αυτουργία πράττει όποιος με πειθώ και φορτικότητα πείθει κάποιον να κάνει παράνομη πράξη. Συνέργεια κάνει κάποιος ο οποίος παρέχει συνδρομή σε αυτόν που κάνει την παράνομη πράξη. Θέλετε να μου πείτε ποιος κάνει την παράνομη πράξη; Δεν έχετε έκθεση του φυσικού αυτουργού. Ποιος είναι αυτός που παρανομεί, τον οποίο βοήθησα εγώ να παρανομήσει; Μου λέτε ότι έχω κάνει συνέργεια σε άγνωστο αυτουργό για άγνωστη πράξη».
Επιπλέον, υπενθύμισε ότι πρακτικές όπως η επίμαχη κατανομή βοσκοτόπων είχαν εφαρμοστεί και στο παρελθόν χωρίς να αμφισβητηθούν. «Ο κύριος Κόκκαλης έχει ξανακάνει αυτό. Δεν το έκανες εσύ πρώτη φορά. Πολλές φορές έγινε αυτό. Λέει ο κύριος Σαββίδης: “Δεν έφερα ποτέ αντίρρηση σε εισήγηση για τον ΟΠΕΚΕΠΕ”. Υπέγραψε τέτοιες κατανομές. Εγκληματίας; Ελάτε», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Επικαλέστηκε επίσης γνωμοδοτήσεις ειδικών, υποστηρίζοντας ότι το «σύμφωνο» δεν είναι διοικητική πράξη, αλλά ένα εσωτερικό έγγραφο χωρίς νομικό βάρος. «Δεν περιέχει ούτε ατομικώς ορισμένη ρύθμιση», είπε, φέρνοντας ως παράδειγμα σχετική γνωμοδότηση του καθηγητή Σπύρου Φλογαΐτη. Παράλληλα, επεσήμανε ότι η νομιμότητα της «τεχνικής λύσης» που εφάρμοζε το Υπουργείο έχει ήδη κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας, με τις αποφάσεις 862/2023 και 1209/2023 να επιβεβαιώνουν την εγκυρότητα της σχετικής υπουργικής απόφασης.
Σε ό,τι αφορά τη συζήτηση περί παραγραφής, ήταν ξεκάθαρος: «Η εξάλειψη του αξιοποίνου ισχύει εφόσον δεν έχει επιληφθεί το Κοινοβούλιο. Σήμερα επιλαμβάνεται. Δεν υπάρχει παραγραφή. Δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα». Ολοκληρώνοντας δε την τοποθέτησή του, δήλωσε υπέρ της σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής με καθαρά πολιτικό χαρακτήρα, προκειμένου – όπως είπε – να διερευνηθεί ποιος πραγματικά έκανε ενέργειες για την εκπόνηση διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης. «Ο ΣΥΡΙΖΑ τα έδωσε στην Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση. Πέρασαν πέντε χρόνια και δεν είχε γίνει ούτε μισό. Εγώ άλλαξα τον νόμο και έδωσα τη δυνατότητα στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης να τα ξεκινήσει», είπε, αποκαλύπτοντας πως «έκανα το πρώτο διαχειριστικό σχέδιο βόσκησης, στις 31 Δεκεμβρίου του 2020, με προγραμματική σύμβαση για τη Δυτική Μακεδονία».
Παρακολουθήστε live τη συζήτηση στη Βουλή: