Ξεχάστε τα γεμάτα καπνό κρυφά δωμάτια της εποχής της δόξας της ΕΕ. Ξεχάστε τις ψιθυριστές συζητήσεις σε πολυσύχναστα μπαρ των Βρυξελλών. Ξεχάστε ακόμα και τις φινλανδικές σάουνες που αγαπούν οι βόρειοι διπλωμάτες. Σήμερα, η πολιτική διεξάγεται κυρίως μέσω WhatsApp.

Η πρόσφατη απόφαση-βόμβα για την υπόθεση «Pfizergate», που εκδόθηκε την Τετάρτη, σηματοδοτεί ότι, τουλάχιστον θεωρητικά, θα πρέπει να έχουμε πολύ μεγαλύτερη πρόσβαση στα μηνύματα αξιωματούχων και πολιτικών.

Ποιος άλλωστε θα επέστρεφε στα χρόνια της δεκαετίας του 1980;

«Πώς αλλιώς θα γινόταν;», δήλωσε στο Politico ένας αξιωματούχος της ΕΕ, μέσω WhatsApp, προφανώς.

Το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ έκρινε ότι η Επιτροπή είχε άδικο να αρνείται στους δημοσιογράφους την πρόσβαση στα μηνύματα που αντάλλαξαν η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και ο διευθύνων σύμβουλος της Pfizer, Άλμπερτ Μπουρλά, στην κορύφωση της πανδημίας Covid-19. Τα μηνύματα ανταλλάχθηκαν λίγο πριν συμφωνήσουν το συμβόλαιο πολλών εκατομμυρίων για τα εμβόλια, το μεγαλύτερο στην ιστορία της ΕΕ.

Οι δικηγόροι της Επιτροπής είχαν υποστηρίξει ότι τα μηνύματα δεν ήταν σημαντικά για να κοινοποιηθούν στο κοινό, καθώς ήταν «πολύ βαρετά» και αφορούσαν κυρίως τον συντονισμό συναντήσεων. Το κοινό όμως δεν γνωρίζει αν αυτό ισχύει.

Η απόφαση υποδηλώνει ότι τα μηνύματα πρέπει να θεωρούνται πλέον όπως οποιοδήποτε άλλο γραπτό έγγραφο, αλλά οι συνήθειες δύσκολα αλλάζουν.

«Η απόφαση δεν μπορεί να αλλάξει το γεγονός ότι οι εφαρμογές μηνυμάτων είναι ο ταχύτερος και απλούστερος τρόπος επικοινωνίας», σχολίασε ένας άλλος αξιωματούχος της ΕΕ μέσω WhatsApp.

Πλέον δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να είναι διαθέσιμα ακόμα και τα πιο απλοϊκά μηνύματα που ανταλλάσσονται μεταξύ αξιωματούχων της ΕΕ και εκπροσώπων της βιομηχανίας, ΜΚΟ ή μεταξύ τους, μέσω αιτημάτων πρόσβασης σε έγγραφα.

Ενώ οι ίδιοι οι αξιωματούχοι δεν πιστεύουν ότι θα υπάρξει μεγάλη αλλαγή, οι νομικοί εκτιμούν πως ίσως αυτό να επιβληθεί.

«Αυτή η απόφαση μπορεί να ωθήσει τους Ευρωπαίους εκλεγμένους και δημόσιους υπαλλήλους να προτιμήσουν τις προφορικές συνομιλίες από τα SMS», σχολίασε ο Βινσέντ Κουρόν, ερευνητής ευρωπαϊκού δικαίου στο Πανεπιστήμιο Paris-Saclay. «Στο σημερινό σύστημα επαγγελματικών επικοινωνιών, η γραμμή μεταξύ SMS, email, WhatsApp, Slack και παρόμοιων εφαρμογών είναι πλέον πολύ λεπτή», συμπληρώνει.

«Άχρηστα γουρούνια»

Η απόφαση ίσως βγάλει κάποιους Ευρωπαίους διπλωμάτες από τη «νύστα» τους, ωστόσο ουσιαστικά φέρνει την ΕΕ στα ίδια επίπεδα διαφάνειας με πολλές άλλες χώρες.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, η έρευνα για την πανδημία του 2023 αποκάλυψε ότι ο πρώην σύμβουλος του πρωθυπουργού, Μπόρις Τζόνσον, Ντόμινικ Κάμινγκς, ήταν ένθερμος χρήστης του WhatsApp και χαρακτήριζε τους υπουργούς «άχρηστα γουρούνια» σε μηνύματα εκείνη την περίοδο.

Έξυπνοι αξιωματούχοι της Επιτροπής θα μπορούσαν πάντα να ακολουθήσουν το παράδειγμα της πρώην πρωθυπουργού της Σκωτίας, Νίκολα Στέρτζον, η οποία δήλωσε ότι τα μηνύματά της στο WhatsApp δεν είναι διαθέσιμα για έλεγχο, καθώς διαγράφηκαν.

Πράγματι, αξιωματούχος της προηγούμενης κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου δήλωσε ότι περίπου οι μισοί υπουργοί χρησιμοποιούσαν τη λειτουργία διαγραφής μηνυμάτων που εξαφανίζει τις συνομιλίες μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα, εκτός αν κάποιος από τους συμμετέχοντες αποφασίσει να τα κρατήσει.

Στη δίκη για την υπόθεση «Pfizergate» στο Λουξεμβούργο τον Νοέμβριο, υποστηρίχθηκε ότι αυτή είναι η κοινή πρακτική στις Βρυξέλλες.

Αξιωματούχος της Επιτροπής που μίλησε νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα δήλωσε ότι «συνιστάται η χρήση της λειτουργίας εξαφάνισης μετά από κάποιο χρονικό διάστημα». Υπάρχει «γενική σύσταση» προς το προσωπικό να μην χρησιμοποιεί μηνύματα ή εφαρμογές όπως το Signal για «σημαντικές ανταλλαγές».

«Τα μηνύματα που περιλαμβάνουν ουσιαστικό περιεχόμενο πρέπει να θεωρούνται επίσημα έγγραφα και να αρχειοθετούνται κατάλληλα», πρόσθεσε ο αξιωματούχος.

Επίσημα έγγραφα

Αυτό εγείρει το ερώτημα για το ποιος αποφασίζει ποια μηνύματα θεωρούνται έγγραφα.

Όπως συχνά συμβαίνει στους θεσμούς της ΕΕ, αυτοί που επιλέγουν να αρχειοθετήσουν έγγραφα, να κρατήσουν πρακτικά συναντήσεων και να τα διαθέσουν στο κοινό είναι οι πιο πιθανοί να βρεθούν υπό έλεγχο.

«Η πρόσβαση σε μηνύματα μέσω αιτημάτων δεν θα αλλάξει τίποτα, αν οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι δεν δηλώσουν τις ανταλλαγές και δεν τις καταχωρίσουν ως επίσημα έγγραφα», ανέφερε ένας από τους αξιωματούχους που μίλησαν στο Politico.

Όποιος έχει κάνει αίτημα πρόσβασης σε έγγραφα γνωρίζει ότι το μέσο δεν είναι το μόνο εμπόδιο. Η Επιτροπή συχνά απορρίπτει περισσότερα από 7.000 αιτήματα ετησίως, υποστηρίζοντας ότι η απάντηση είναι υπερβολικά χρονοβόρα, πολύ δύσκολη ή πολιτικά ευαίσθητη.

Έτσι, ίσως τίποτα να μην αλλάξει. Ή ίσως οι αξιωματούχοι και οι διπλωμάτες να επιστρέψουν στις προσωπικές συζητήσεις, ρισκάροντας όμως να ακουστούν από έναν από τους εκατοντάδες κατασκόπους που υπάρχουν στις Βρυξέλλες.