Η επιλογή ανάμεσα στη Cinderella – τη Σταχτοπούτα που η καλή της τύχη της υπόσχεται μια πιο λαμπερή και τεχνολογικά πλούσια ζωή – και στη Cyberella, που αξιώνει να έχει λόγο για το μέλλον της κοινωνίας της γνώσης, δεν είναι μόνο προσωπική επιλογή, είναι και κοινωνική και πολιτική υπόθεση, σύμφωνα με τον κεντρικό μήνυμα της ημερίδας, με θέμα «Η Πληροφορική είναι και γένους Θηλυκού», που διοργάνωσαν σήμερα το Τμήμα Πληροφορικής του ΑΠΘ με την υποστήριξη της Επιτροπής Φύλου και Ισότητας του Αριστοτελείου.

«Ενώ βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα και αυτό σηματοδοτεί για την πλειοψηφία της κοινωνίας ότι έχουμε σημειώσει πρόοδο σε ό,τι αφορά τη χειραφέτηση των γυναικών είναι φανερό ότι οι γυναίκες ακόμη υφίστανται διακρίσεις», τη στιγμή που «η ισότητα των φύλων δεν αποτελεί μόνο θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, αλλά είναι απαραίτητα θεμέλιο για έναν κόσμο, μια κοινωνία στην οποία θα υπάρχει βιωσιμότητα και θα κυριαρχεί η καινοτομία, η παραγωγή και φυσικά η ευημερία», ανέφερε ο πρύτανης του ΑΠΘ, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου, ανοίγοντας τις εργασίες της ημερίδας.

«Στη σύγχρονη εποχή χρειαζόμαστε και τα αγόρια να έχουν συναισθηματική νοημοσύνη και ενσυναίσθηση, αλλά και τα κορίτσια γραμματισμό στον τομέα των τεχνολογιών, της κοινωνίας της πληροφορίας», επισήμανε η πρόεδρος της Επιτροπής Φύλου και Ισότητας του ΑΠΘ, καθηγήτρια Δήμητρα Κογκίδου.

«Η σύνδεση του ανδρισμού με την τεχνολογία», εξήγησε, «γίνεται κατά τέτοιον τρόπο ώστε οι δεξιότητες στο πεδίο αυτό να αποτελούν αναπόσπαστο συστατικό της ανδρικής ταυτότητας», καθώς «η αντίληψη που επικρατεί είναι ότι οι άνδρες θεωρούνται ως οι κατασκευαστές και οι έμπειροι χρήστες της τεχνολογίας και οι γυναίκες ως παθητικές και συχνά με μη ικανές γνώσεις και δεξιότητες», συνεπώς «η κοινωνία της πληροφορίας μπορεί να ενισχύσει την περιθωριοποίηση ή την καθήλωση των γυναικών σε ρόλο χρηστών, καταναλωτριών περιεχομένου και εφαρμογών, εάν αυτές δε συμμετέχουν σε κάθε περιοχή του ψηφιακού κόσμου».

Στο πλαίσιο αυτό, η κ. Κογκίδου επισήμανε την ανάγκη «τα μικρά κορίτσια να αποκτήσουν ενδιαφέρον για τον τομέα της τεχνολογίας, να αποκτήσουν ψηφιακές δεξιότητες, καθώς η πλειοψηφία των θέσεων εργασίας απαιτεί πλέον ψηφιακό γραμματισμό και για να γίνουν οι αυριανές φοιτήτριες και να κάνουν καριέρα στον τομέα αυτό».

«Για να υπάρχει μεγαλύτερη συμμετοχή των κοριτσιών στα επιστημονικά πεδία STEM πρέπει να σχεδιαστεί μια ολοκληρωμένη και πολυδιάστατη παρέμβαση. Πέρα από τον σημαντικό ρόλο της κατάργησης του έμφυλου διαχωρισμού των παιχνιδιών υπάρχει αναγκαιότητα για την ανάπτυξη πολιτικών για την καταπολέμηση των έμφυλων στερεοτύπων στην εκπαίδευση.

Χρειάζεται ενημέρωση και ενθάρρυνση γονιών και εκπαιδευτικών, ώστε να αυξήσουν την αυτοπεποίθηση και τα κίνητρα των κοριτσιών να ακολουθήσουν τα ενδιαφέροντά τους στις φυσικές επιστήμες, τα μαθηματικά, την τεχνολογία, τη μηχανική.

Στο πλαίσιο μιας αντισεξιστικής εκπαίδευσης θα πρέπει να αναπτυχθούν κατάλληλα αναλυτικά προγράμματα, διδακτικό υλικό και εκπαιδευτικές προσεγγίσεις, να υπάρχει μεγαλύτερη ισορροπία στην εκπροσώπηση των φύλων στο διδακτικό προσωπικό και ειδικότερα σημαντικός αριθμός εκπαιδευτικών στη διδασκαλία των μαθημάτων STEM», ανέφερε η κ. Κογκίδου.

«Για να εκπαιδευτούν περισσότερο τα κορίτσια να εισέλθουν στους τομείς αυτούς πρέπει να υπάρξουν αλλαγές στην εκπαίδευση, στην αγορά εργασίας και την κουλτούρα μας», κατέληξε.

Τους λόγους που οι γυναίκες δεν επιλέγουν την Πληροφορική αναζήτησε η αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Τμήματος Πληροφορικής του ΑΠΘ, Αμαλία Μήλιου.

«Έρευνες ταυτίζουν την υποεκπροσώπηση με την εμφάνιση του προσωπικού υπολογιστή και τον τρόπο προβολής του στην αγορά ως δώρο για αγόρια, με παιχνίδια για αγόρια. Ο προγραμματισμός είναι συνδεδεμένος με αγόρια με γυαλιά καθισμένα μπροστά στο pc τους για πάντα, χωρίς άλλα ενδιαφέροντα.

Παράλληλα τα σχολικά βιβλία λειτουργώντας σαν μεταβιβαστές κοινωνικών κανόνων και προτύπων δεν έχουν απαλλαγεί δυστυχώς από τα στερεότυπα του ρόλου των φύλων – εικόνες, δραστηριότητα, φρασεολογία», ανέφερε η κ. Μήλιου.

«Οι ανασταλτικοί παράγοντες», συνέχισε, «είναι κοινωνικοί και οικονομικοί» και συγκεκριμένα σχετίζονται με την «έλλειψη καθοδήγησης, την έλλειψη γυναικείων προτύπων στον τομέα, τη μεροληψία εξαιτίας του φύλου, την πεποίθηση ότι οι γυναίκες δεν έχουν τις ίδιες δεξιότητες με τους άνδρες, τις άνισες ευκαιρίες ανέλιξης στη δουλειά – για κάθε 100 άνδρες σε θέση διευθυντή μόνο 79 γυναίκες είχαν παρόμοια προσφορά στο 2018- τον μικρότερο μισθό για την ίδια θέση».

«Οι παραπάνω παράγοντες ευθύνονται επίσης και για τα υψηλά ποσοστά εγκατάλειψης των θέσεων εργασίας από τις γυναίκες σε ποσοστό 53% το 2018», πρόσθεσε η κ. Μήλιου κλείνοντας όμως με μία «νότα αισιοδοξίας, τα στοιχεία της ΑΔΙΠ του 2018, που δείχνουν ότι στην Ελλάδα (Γ/Α=0,5) είμαστε αρκετά αρκετά καλύτερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (Γ/Α=0,22) αναφορικά με τον αριθμό των φοιτητριών που σπουδάζουν Πληροφορική».