Τη «γαστρονομική υπέρβαση», επιχειρεί η Σαντορίνη με μια σειρά μοναδικών προϊόντων στον κόσμο. Λόγω της ιδιαιτερότητας του υπεδάφους της, τα συγκεκριμένα προϊόντα ξεχωρίζουν στη γεύση, είναι ιδιόμορφα, ενώ πολλές φορές δεν μπορούν να καλύψουν την αυξημένη ζήτηση λόγω της περιορισμένης παραγωγής. Έτσι, το 2013 ανακηρύχθηκε έτος γαστρονομίας στη Σαντορίνη, με στόχο το νησί να διεκδικήσει μια σημαντική θέση παγκοσμίως όχι μόνο ως τουριστικός, αλλά και ως γαστρονομικός προορισμός.

Αυτή η διαφορετική προσέγγιση αναλύθηκε το απόγευμα στη Θεσσαλονίκη, από το δήμαρχο Θήρας, Αναστάσιο Ζώρζο, το διευθυντή ανασκαφών Ακρωτηρίου Χρήστο Ντούμα, τον πρόεδρο του Ινστιτούτου Μελέτης και Παρακολούθησης του Ηφαιστείου της Σαντορίνης, Μιχάλη Φυτίκα και την τακτική ερευνήτρια του ΕΘΙΑΓΕ, Αικατερίνη Τράκα.

Όπως εξήγησαν, στη Σαντορίνη υπάρχουν ειδικές καιρικές συνθήκες. Βρέχει λίγο και τα φυτά αποκτούν μεγάλα ριζικά συστήματα. Αυτό το φαινόμενο προσδίδει στους καρπούς τους ξεχωριστή γεύση. Τα φυτά προσαρμόζονται στα δεδομένα και γι’ αυτό έχουν σκληρή φλούδα, αλλά νόστιμους καρπούς και να είναι ιδιαίτερα ανθεκτικά στις καιρικές συνθήκες. «Μέσα από τον τουρισμό θα προσπαθήσουμε να προβάλουμε και τα προϊόντα μας. Ήδη, υπάρχει πλάνο ενημέρωσης από τις ταβέρνες, τα ξενοδοχεία, τα οινοποιεία και τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, ειδικά φέτος που είναι έτος γαστρονομίας», ανέφερε ο δήμαρχος Θήρας, κ. Ζώρζος, ενώ ο καθηγητής Γεωλογίας, Μιχάλης Φυτίκας αναφερόμενος στο ηφαίστειο της Σαντορίνης επισήμανε ότι με δεδομένο ότι στην Ελλάδα ενεργά ηφαίστεια στην Σαντορίνη, στη Νίσυρρο και στα Μέθανα, θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια ένωση ηφαιστειακών περιοχών και να προβληθούν τα πανέμορφα γεωλογικά τοπία, που έχουν δημιουργηθεί στο πέρασμα των αιώνων από τις ηφαιστειακές εκρήξεις.

Εξάλλου, η τακτική ερευνήτρια, Αικατερίνη Τράκα, αναφερόμενη στα προϊόντα της Σαντορίνης, τόνισε ότι όσοι ασχοληθούν με την αγροτική παραγωγή οφείλουν να έχουν τεχνογνωσία από την στιγμή της σποράς μέχρι και την παραγωγή του καρπού. Κάνοντας ειδική αναφορά στο γνωστό ντοματάκι της Σαντορίνης είπε ότι έγινε γνωστό το 1870-1880, όπου ξεκίνησε η καλλιέργειά του και υπογράμμισε ότι φυτεύεται τον Φεβρουάριο μήνα απευθείας στη γή.

«Είναι πεντανόστιμο και υπάρχουν τρεις συνολικά ποικιλίες με εκπληκτική γεύση. Υπάρχει επίσης, ο κρόκος Σαντορίνης σε αρκετά μέρη του νησιού, όπως στον Ταξιάρχη, στον Γαβρίλο, στην Ανάφη και στα Χριστιανά, η κάπαρη Σαντορίνης και η άσπρη μελιτζάνα που είναι φημισμένη σε όλο τον κόσμο για την γεύση της. Ομως η παραγωγή της είναι μικρή και δεν φθάνει να ικανοποιήσει την ζήτηση», υπογράμμισε.

Τέλος, ο διευθυντής ανασκαφών του Ακρωτηρίου, Χρήστος Ντούμας, επισήμανε πως: «κατά τη διάρκεια των ανασκαφών συλλέξαμε πολλά αντικείμενα που μας επέτρεψαν να μάθουμε πολλά πράγματα για τον τρόπο με τον οποίο ζούσαν οι κάτοικοι. Διαπιστώσαμε πως χρησιμοποιούσαν πιθάρια όπου μέσα αποθήκευαν ακόμη και ψάρια, έκαναν χρήση ροδιών, της ελιάς, ενώ το 80% των ζώων που είχαν ήταν αιγοπρόβατα, το 19% ήταν χοίροι και μόλις το 1% βοοειδή».