Τον γνωρίσαμε από την τηλεόραση στα μέσα της δεκαετίας του ’90 με την εκπομπή «Κομφούζιο». Έγινε «κολλητός» μας μέσα από τις θρυλικές δουλειές του. Άλλαξαν πολλά από τότε αλλά ο Σωτήρης Καλυβάτσης μας δίνει την εντύπωση ότι παραμένει ίδιος. Το γκελ του στον κόσμο χτυπά κόκκινο και στο θέατρο, στην επιθεώρηση «Ζείτε παίδες Ελλήνων» από τη σκηνή του θεάτρου «Λαμπέτη».

Σε συνέντευξή του στην «Espresso της Κυριακής» ο Σωτήρης Καλυβάτσης μιλά για τους Ελληνες πολιτικούς, τη γερμανική κυριαρχία, τα γιαούρτια, τους άλλοτε συνεργάτες του, το ενδεχόμενο να παντρευτεί αλλά και την εξάρτησή του από τη θάλασσα.

– Η επιθεώρηση «Ζείτε παίδες Ελλήνων» θίγει μέσα από τη σάτιρα τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Οι θεατές ταυτίζονται;

Πάντα ταυτίζονται και ευχαριστιούνται. Με την επιθεώρηση, βέβαια, συμβαίνει το εξής: από τη μία γελάνε και χαλαρώνουν, και από την άλλη, επειδή οι Ρήγας – Αποστόλου έχουν κάνει καλή δουλειά, συγκινούνται αλλά και εξοργίζονται, πολλές φορές ακόμη και με τον εαυτό τους. «Εμείς τα κάναμε; Εμείς επιλέξαμε όλους αυτούς» αναρωτιούνται; Την «ακούνε» κανονικά.

– Τελικώς είμαστε υπό γερμανική κατοχή;

Θα είμαστε για πολλά χρόνια. Η θετική πλευρά, βέβαια, είναι πως θέλουμε τον Ρεχάγκελ μας. Εννοώ πως δεν θα κατακτούσαμε ποτέ το Euro χωρίς τον Γερμανό προπονητή. Θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι, όταν συμμετέχουμε σε μια ομάδα όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση, υπάρχουν και κανόνες. Δεν μπορούμε να κάνουμε μόνον ό,τι μας γουστάρει. Από τη στιγμή που είμαστε σε αυτήν την Ενωση και τους δώσαμε δικαιώματα, δυστυχώς θα υποστούμε και τις συνέπειες. Ο τρόπος ζωής μας είναι καλύτερος από τον δικό τους, αλλά τους δώσαμε πάτημα.

– Θεωρείς τον εαυτό σου αντισυμβατικό;

Ναι, αλλά μέχρις έναν βαθμό. Δεν υπάρχουν κανόνες για το αν πρέπει να ζω με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Κάθε άνθρωπος, άλλωστε, διαμορφώνει ο ίδιος την ιστορία της ζωής του. Εγώ, από τη στιγμή που δεν ενοχλώ και δεν με ενοχλούν, ζω όπως θέλω.

– Όπως π.χ. με το να μένεις σε σκάφος στη μαρίνα Ζέας. Μήπως θέλεις να είσαι σε ετοιμότητα για να αποδράσεις;

Το σκάφος σού δημιουργεί την ψευδαίσθηση της απόδρασης. Κοιτάς τη θάλασσα και το σκάφος, και λες μέσα σου: «Λύνω και φεύγω» ή «Κόβω τους κάβους και φεύγω». Είναι όμως ψευδαίσθηση, επειδή όλοι μας ζούμε με το σύστημα. Και εγώ δεν κάνω τον έξυπνο, ζω με το σύστημα. Εχω π.χ. ένα συμβόλαιο με το θέατρο. Δεν μπορώ να φύγω στα καλά καθούμενα. Απλώς, επειδή κοιμάμαι και ξυπνάω μέσα στη θάλασσα, ονειρεύομαι λίγο παραπάνω.

– Τι μήνυμα θα έδινες στους ‘Ελληνες πολιτικούς;

Δεν είμαι καλός σε αυτά. Μπορεί να γίνω και λίγο άγριος. Θέλω να σταματήσουν να μιλάνε και να αρχίσουν να πράττουν, αλλά διαφορετικά απ’ ό,τι έως τώρα. Αυτά που ξέρουν και έκαναν, μάλλον δεν τα θέλει κανείς. Ας αλλάξουν, λοιπόν.

– Τα κακά της κρίσης είναι προφανή. Πιστεύεις, ωστόσο, ότι βγήκε και κάτι θετικό από όλη αυτήν την ιστορία;

Σίγουρα μπορεί να βγει κάτι θετικό. Εγώ θα χαρώ να δω τις πόλεις να αδειάζουν και τους ανθρώπους να ξαναγίνονται άνθρωποι. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία για ουσιαστική αποκέντρωση και για μια πραγματική επένδυση στην ποιότητα ζωής μας.

– Εν μέσω κρίσης και αγανάκτησης του κόσμου έπεσαν και γιαούρτια. Πέρα από την πλάκα που έκανες πρόσφατα για τα γιαουρτώματα, συμφωνείς;

Συμφωνώ σε συμβολικό επίπεδο για κάποιον που μιλά υπέρ του μνημονίου αλλά «τραγουδά» κατά. Αν δεν θέλω να βλέπω ή να ακούω έναν πολιτικό ή καλλιτέχνη που διαφωνώ μαζί του, δεν πάω να του πετάξω γιαούρτια. Απλώς δεν τον τιμώ.

– Ως πολυδιάστατος performer με καυστική διάθεση δεν νομίζεις ότι θα έπρεπε να βρίσκεσαι στην TV και να θίγεις τα κακώς κείμενα;

Αν έρθει η ώρα, θα συμβεί. Αυτόν τον καιρό είμαι ικανοποιημένος με το θέατρο. Γεμίζω το κενό μου. Τα χώνω και φεύγουν από μέσα μου. Πιστεύω, χωρίς να υπάρχει κάτι συγκεκριμένο αυτήν τη στιγμή, ότι θα ξαναέρθει η ώρα να κάνω τηλεόραση, να πω αυτά που μπορώ και να γουστάρει ο κόσμος.