Η συμφωνία της Ελλάδας με τους πιστωτές της για ένα τρίτο πρόγραμμα βοήθειας, ύψους 86 δισ. ευρώ, διασφάλισε την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη, αλλά οι οικονομολόγοι είναι επιφυλακτικοί για το αν αυτό θα είναι αρκετό για την αποκατάσταση της ευρωστίας της, αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times. «Ακόμη και αν η Αθήνα εφαρμόσει όλα τα μέτρα που συμφώνησε με τους δανειστές, η ελληνική οικονομία είναι πιθανόν να συνεχίσει να συρρικνώνεται πριν εισέλθει σε μία φάση χαμηλής ανάπτυξης, κάτι που θα κάνει το ελληνικό χρέος όλο και λιγότερο βιώσιμο», σημειώνει το δημοσίευμα.

Το πρόγραμμα απαιτεί από την Ελλάδα να κινηθεί προς την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 1% του ΑΕΠ φέτος, το οποίο θα αυξηθεί στο 3,5% έως το 2018. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, η κυβέρνηση θα πρέπει να επιβάλει νέα μέτρα, στα οποία περιλαμβάνονται οι αυξήσεις στον ΦΠΑ. Οι απόψεις για το αποτέλεσμα αυτών των υφεσιακών μέτρων στην ανάπτυξη διίστανται. Ο Christian Odendahl, επικεφαλής οικονομολόγος του Centre for European Reform, ενός ερευνητικού ινστιτούτου, πιστεύει ότι η ελληνική οικονομία θα είναι κατά 4,2% μικρότερη το 2018, ως αποτέλεσμα της δημοσιονομικής λιτότητας. «Το τρίτο πρόγραμμα της Ελλάδας αναμένεται να αποτύχει για τους ίδιους λόγους που απέτυχαν τα δύο προηγούμενα. Μία κυβέρνηση που υποστήριζε ότι θα τερματίσει τη λιτότητα, θα αναγκασθεί τώρα να κάνει το αντίθετο», δήλωσε ο Odendahl.

‘Αλλοι οικονομολόγοι είναι πιο αισιόδοξοι, σημειώνοντας ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις – περιλαμβανομένης αυτής για τις ολιγοπωλιακές αγορές προϊόντων – που έχουν ζητήσει οι δανειστές, θα έχουν θετικό αποτέλεσμα στην ανάπτυξη και την απασχόληση. Οι ίδιοι προσθέτουν ότι με τη διασφάλιση της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, η συμφωνία αναμένεται να βελτιώσει την εμπιστοσύνη και να προκαλέσει επενδύσεις. «Εάν η συμφωνία εφαρμοσθεί με ευρεία στήριξη του ελληνικού κοινοβουλίου, θα μπορούσε να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των Ελλήνων στο μέλλον τους», δήλωσε ο Holger Schmieding, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank. «Τα κεφάλαια θα μπορούσαν να επιστρέψουν προσεκτικά μετά από λίγο και το θετικό αποτέλεσμα εμπιστοσύνης θα μπορούσε να οδηγήσει την ελληνική οικονομία σε ανάπτυξη στα τέλη του 2015».

Μία παρατεταμένη ύφεση, που θα ακολουθείτο από βραδεία ανάκαμψη, θα καθιστούσε τη δυναμική του ελληνικού χρέους ακόμη χειρότερη απ΄ότι είναι σήμερα, σημειώνει η εφημερίδα. Σε ένα εμπιστευτικό έγγραφο, το ΔΝΤ προειδοποίησε τους πιστωτές της Ευρωζώνης ότι ακόμη και με ένα νέο πρόγραμμα, το ελληνικό χρέος προβλέπεται να σκαρφαλώσει στο 200% του ΑΕΠ το 2017, ένα επίπεδο που θεωρεί «ιδιαίτερα μη βιώσιμο». Αν και οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης συμφώνησαν να εξετάσουν τη δυνατότητα ελάφρυνσης του χρέους μετά την πρώτη αξιολόγηση του νέου προγράμματος, το ΔΝΤ επιμένει ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να προετοιμασθούν για πιο ριζικά μέτρα σε σχέση με αυτά που συζητούνται έως τώρα.

Υπάρχουν επίσης ερωτηματικά για το Ταμείο Περιουσίας, το οποίο θα συσταθεί για να συμβάλει, ώστε να υπάρξουν έσοδα 50 δισ. ευρώ από την ιδιωτικοποίηση κρατικής περιουσίας της Ελλάδας. Οι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι το ποσό των 50 δισ. ευρώ δεν θα είναι εφικτό. «Αυτό είναι απελπιστικά αισιόδοξο. Ακόμη και οι πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις των πιστωτών τον Απρίλιο του 2014 προέβλεπαν έσοδα 22,3 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις έως το 2020», δήλωσε ο Odendahl.