Πάντα είχα την αίσθηση ότι τα Μωρά στη Φωτιά, είχαν ένα πολύ περίεργο και προχωρημένο στίχο που παρόμοιό του δεν μπορείς να βρεις πουθενά στην ελληνική δισκογραφία. Μια κατηγορία μόνοι τους. Πολύ αυθεντικοί, με πολύ χαρακτήρα και θράσος. Ηλεκτρικός στίχος και μουσική πραγματική εκτόνωση. Η παραπάνω περιγραφή βρίσκεται ως σχόλιο από οπαδό της μπάντας, σε ένα από τα τραγούδια του συγκροτήματος στην πλατφόρμα του YouTube. Όσοι ακολουθούν τον Στέλιο «Σαλβαδόρ» Παπαϊωάννου και το συγκρότημά του, νιώθουν καλά όλα όσα περιγράφονται με απολύτως εύστοχο τρόπο.

Στις 15 Σεπτεμβρίου, στη σκηνή της Τεχνόπολης θα βρεθούν τα Μωρά στη Φωτιά και οι Panx Romana. Μία μεγάλη συναυλία από δύο θρυλικές μπάντες – με τη βραδιά ν’ ανοίγει από τους Τσιμέντο. «Το Μανιφέστο της καρδιάς μας», όπως τιτλοφορείται το live, προϊδεάζει για μια εμπειρία γεμάτη ένταση και ατελείωτο συναίσθημα. Μια μουσική βραδιά που θα μας γυρίσει πολλά χρόνια πίσω.

Μιλήσαμε με τον Στέλιο «Σαλβαδόρ» για το event της Παρασκευής, τις σημαντικές στιγμές του γκρουπ, τη γνωριμία του με τον Παύλο Σιδηρόπουλο αλλά και ποιο τραγούδι αντιπροσωπεύει τα Μωρά στη Φωτιά.

– Είτε με τον ένα, είτε με τον άλλον τρόπο, παίζετε στην Αθήνα 3-4 φορές το χρόνο. Πώς νιώθετε όταν κατεβαίνετε κάτω στην πόλη…

Είμαι ένας καλλιτέχνης που καλώς ή κακώς δε συνδέθηκα ποτέ «καρριερίστικα» με την Αθήνα, δεν έχω υπογράψει ποτέ με κάποια μεγάλη δισκογραφική. Πάντα ήμουν σε κάποια ανεξάρτητη, δεν έζησα ποτέ μόνιμα στην Αθήνα δημιουργώντας έτσι επαγγελματικές ή δημόσιες σχέσεις. Γι’ αυτό με τιμά και με συγκινεί ιδιαίτερα το ενδιαφέρον του κόσμου της Αθήνας για το γκρουπ μας, που είναι πάντα μαζί μας πολύ θερμός και μας υποδέχεται με μεγάλη αγάπη κάθε φορά που κατεβαίνουμε. Αγάπη βέβαια που είναι το λιγότερο αμοιβαία. Νιώθουμε κι εμείς υπέροχα κάθε φορά που συναντιόμαστε με το κοινό της Αθήνας. Την Παρασκευή τα Μωρά στη Φωτιά κατεβαίνουν στην πόλη για ένα ανεπανάληπτο live.

– Παρόλα αυτά, αν δεν κάνω λάθος, για πρώτη φορά στην Τεχνόπολη. Προετοιμάζεστε για ένα μοναδικό live μαζί με τους Panx Romana. Ποιος έριξε την ιδέα, πώς στήθηκε η συναυλία;

Όντως για πρώτη φορά στην Τεχνόπολη, σ’ αυτόν τον υπέροχο συναυλιακό χώρο, με τους αγαπημένους μας Panx Romana, σε μια πολυαναμενόμενη θα έλεγα συνάντηση-συνεργασία, για την υλοποίηση της οποίας είναι αποκλειστικά υπεύθυνη η Εύα Κολόμβου. Μας προσέγγισε και ανέλαβε όλη την παραγωγή για το event στις 15 Σεπτεμβρίου, που ήταν σαν έτοιμο από καιρό να γίνει και γι’ αυτό είμαστε πολύ χαρούμενοι όλοι, τώρα που γίνεται πραγματικότητα.

– Στις συναυλίες σας γίνεται ένας χαμός. Μπάντα και οπαδοί γίνονται ένα. Απίστευτη ενέργεια με την αδρεναλίνη να ανεβαίνει στα ύψη. Πες μας δυο-τρεις βραδιές που σου έχουν μείνει χαραγμένες για πάντα στο μυαλό.

Με μια γρήγορη αναδρομή, θα θυμάμαι για πάντα την πρώτη μας κάθοδο συναυλία στο Αν Club, το Φεβρουάριο του 2000. Φαντάσου ήταν η πρώτη φορά που παίζαμε στην Αθήνα μετά την κυκλοφορία του πρώτου δίσκου του 1987 – δεκατρία ολόκληρα χρόνια μετά, για πρώτη φορά. Σ’ ένα κατάμεστο Αν, μ’ έναν παλμό μέσα που δεν είχαμε ξαναζήσει και μια ουρά απ’ έξω που έφτανε μέχρι την πλατεία Εξαρχείων. Μετά θυμάμαι τις καταπληκτικές μας συναυλίες στο Ροντέο και βέβαια το επετειακό μας live στο Κύτταρο το 2008 για τα 20 χρόνια του συγκροτήματος. Κι ευτυχώς για μας που είμαστε ένα γκρουπ με σαράντα χρόνια ιστορία, τα καλύτερα και πιο εκρηκτικά μας live είναι τα τελευταία sold out που έχουν γίνει στο Κύτταρο. Τουλάχιστον συγκλονιστικά.

– Ποια είναι η πιο ωραία αλλά και η πιο άσχημη στιγμή του συγκροτήματος, που μετράει, όπως είπες κι εσύ, τέσσερις δεκαετίες ζωής – για την ακρίβεια 39 χρόνια μουσικής.

Την πιο άσχημη για να μην πω τις πιο άσχημες στιγμές δε θέλω ούτε να τις θυμάμαι. Η πιο ωραία στιγμή ήταν όταν πήρα στα χέρια μου τα cd από την πρώτη κοπή του τρίτου δίσκου μας το 2005, που εκδόθηκε από την νεοσύστατη τότε δισκογραφική εταιρεία Baby Records, ένα δικό μου label που μας έδωσε τη δυνατότητα να είμαστε ανεξάρτητοι, αλλά και παρόντες, για να στεγάσουμε το πολύπαθο πνευματικό μας έργο. Σε αυτό το δίσκο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά η «Αδρεναλίνη» δεκαεφτά ολόκληρα χρόνια μετά τη δημιουργία της.

– Πόσο εύκολο είναι να… πειθαρχήσει ένας ροκάς ενώ γράφει μουσική και στίχους;

Η καλή προετοιμασία πάντα οδηγεί στην απελευθέρωση. Κι όταν κάνεις αυτό που σ’ αρέσει, δε χρειάζεται πειθαρχία με τη στενή έννοια του όρου. Εγώ ό,τι κι αν κάνω προσπαθώ πάντα να βρω χρόνο για τη δημιουργία, κατά την οποία πετάς αυτά που δεν είσαι εσύ, για να βρεις και να κρατήσεις αυτά που είσαι. Αυτόν το στόχο τον επιθυμείς τόσο πολύ και είναι τόσο δύσκολο να τον πετύχεις, που είσαι συνέχεια από πάνω, μέχρι να τα καταφέρεις. Αλλά κι όταν το καταφέρνεις, αυτή είναι η πιο σημαντική στιγμή ελευθερίας.

– Έχεις βγάλει χρήματα όλα αυτά τα χρόνια από τα Μωρά στη Φωτιά; Ποια είναι η καθημερινότητα ενός μουσικού μιας μπάντας που παίζει ροκ μουσική.

Ως γνωστόν είμαι και ο παραγωγός του συγκροτήματος, με δικό μου label τη Baby Records, εκτός από συνθέτης, στιχουργός, τραγουδιστής και μπασίστας. Τα χρόνια της κρίσης δυσκολεύτηκα ιδιαίτερα – και ειδικά τα δύο χρόνια του εγκλεισμού λόγω της πανδημίας. Χρειάστηκε να εργαστώ σε πρωινή δουλειά, την οποία ασκώ μέχρι σήμερα. Γυρνάω μετά από οκτάωρη καθημερινή εργασία και πάντα προσπαθώ να βρω χρόνο για να ολοκληρώσω το καινούργιο μου υλικό.

– Μπορεί ένα συγκρότημα σήμερα, με την ίδια μουσική τρέλα και τα ίδια πάθη, να έχει μια πορεία σαν τη δικιά σας ή αντίστοιχων γκρουπ της ελληνικής σκηνής; Τι είναι καλύτερα σήμερα, τι είναι πιο δύσκολο; Ποιο είναι το πιο ουσιαστικό που έχει αλλάξει την τωρινή εποχή σε σύγκριση με τη δεκαετία του ’80 και του ’90;

Δεν ξέρω αν είναι πιο εύκολο ή πιο δύσκολο, πάντως ξέρω ότι εγώ όταν ξεκίνησα δεν υπήρχε καμία προοπτική. Το ήθελα τόσο πολύ που δημιουργήθηκε προοπτική. Δεκαοκτώ χρονών, αυτοδίδακτος μουσικός, από επαρχία, να μπει στη δισκογραφία με δικά του ροκ τραγούδια, το 1985; Ναι με την ίδια «τρέλα» όπως το έθεσες παρά πάνω, ναι μπορεί, όποιος θέλει και σήμερα…

– Είχες την τύχη να γνωρίσεις τον Παύλο Σιδηρόπουλο. Θέλεις να μας πεις τι σου έκανε εντύπωση από τον πρίγκιπα του ελληνικού ροκ…

Και πριν καν τον γνωρίσω από κοντά, είχα εντυπωσιαστεί, ακούγοντας τον, που μέσα σ’ αυτήν την ένταση του rock ‘n’ roll η φωνή του και η τελική του έκφραση, απέπνεε ανθρωπιά. Όταν τον είδα από κοντά, πέρα από το εκτόπισμά του το καλλιτεχνικό πάνω στη σκηνή -είχε μια σχεδόν ερωτική σχέση με το μικρόφωνο-,στην κατ’ ιδίαν μας συνομιλία με προσέγγισε πολύ ζεστά. Μου σέρβιρε ένα ποτό, καθώς του άρεσε να κάθεται πίσω από το μπαρ, με μια καλοπροαίρετη διάθεση να ασχοληθεί μαζί μου και με σχεδόν πατρικό τόνο να με συμβουλέψει. Να σημειώσω ότι εγώ τότε δεν ήμουνα κι από τα πιο ανεκτικά σε συμβουλές άτομα, παρ’ όλα αυτά, όταν μου είπε ότι θα ήταν καλό όταν κατεβαίνω από τη σκηνή να ξεβάφομαι αν είμαι βαμμένος, να ξεντύνομαι αν είμαι ντυμένος κάπως διαφορετικά και να ξαναγίνομαι ο καθημερινός μου εαυτός, έτρεξα έντρομος στην τουαλέτα να ξεβαφτώ και σε χρόνο dt,έκανα κατά γράμμα ό,τι μου είπε. Περιττό να σου πω ότι εκείνη τη βραδιά του 1988 στο Όνειρο στη Θεσσαλονίκη, εμφανιστήκαμε ως support στον Παύλο Σιδηρόπουλο και τους Απροσάρμοστους κι εγώ ήμουνα ημίγυμνος από τη μέση και πάνω, το αριστερό μου χέρι ήταν ολόκληρο καλυμμένο με μπλε πούπουλα, το δεξί χέρι με κόκκινα πούπουλα, το πρόσωπο μου ήταν βαμμένο στη βάση μαύρο και πάνω του ήταν σχεδιασμένη μια λευκή νεκροκεφαλή, ενώ στα φρύδια μου ήταν σχεδιασμένες δύο φλόγες, δύο φωτιές. Κι εγώ έπαιζα σαξόφωνο αντί για μπάσο και τραγουδούσα. Λοιπόν μου έδωσε μια πολύτιμη συμβουλή με τον πιο ωραίο τρόπο, που κρατάω μέχρι σήμερα.

– Αν έπρεπε να συμμετάσχεις με τα Μωρά στη Φωτιά σε ένα μεγάλο μουσικό φεστιβάλ αλλά θα παίζατε μόνο ένα τραγούδι, ποιο θα ήταν αυτό που θα επέλεγες – και γιατί;

Το Μανιφέστο. Γιατί είναι σαν να το έγραψα σήμερα και κάθε φορά που το λέω, είναι σαν να είναι η πρώτη φορά.

Πληροφορίες για τη συναυλία

Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων, 15 Σεπτεμβρίου 2023
Doors open: 19:30 – Starts: 20:30
Προπώληση: 12€ – Ταμείο: 15€
Εισιτήρια προπωλούνται στο more.com