Οι συνεχιζόμενες επιθέσεις από στρατό του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία έχουν αυξήσει τις ανησυχίες για μια πυρηνική σύγκρουση σε επίπεδο που δεν έχει παρατηρηθεί από τη δεκαετία του 1980. Οι πολεμικοί αναλυτές που ασχολούνται με τα πυρηνικά έχουν προσπαθήσει να κατευνάσουν τις ανησυχίες, επιμένοντας ότι οι πιθανότητες κλιμάκωσης της κατάστασης που θα οδηγούσε σε ένα τέτοιο καταστροφικό σενάριο είναι ελάχιστες. Παρ’ όλα αυτά, ο Αντόνιο Γκουτέρες γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, αναγνώρισε αυτή την εβδομάδα ότι «η προοπτική πυρηνικού πολέμου είναι πλέον και πάλι μέσα στη σφαίρα του πιθανού».

Αυτές οι σκληρές δηλώσεις έκαναν ορισμένους Αμερικανούς να αναρωτηθούν αν βρίσκονται σε περιοχή υψηλού κινδύνου και αν αποτελούν εν δυνάμει στόχο. Ενώ ο συνολικός κίνδυνος πυρηνικού πολέμου είναι χαμηλός και δεν μπορούμε να πούμε πού θα χτυπήσει ο Πούτιν στο απίθανο σενάριο ότι θα αποφασίσει να επιτεθεί στις ΗΠΑ, οι άνθρωποι σε μια χούφτα πολιτείες πιθανόν να αισθάνονται λίγο πιο άβολα από τους ανθρώπους σε άλλα μέρη της χώρας.

Εκτόξευση βαλλιστικών πυραυλων

Τι είναι το «πυρηνικό σφουγγάρι»

Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ των ΗΠΑ και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, κυβερνητικοί αξιωματούχοι άρχισαν να εγκαθιστούν σιλό διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων (ICBM) στη μέση της χώρας, συγκεκριμένα σε αραιοκατοικημένες περιοχές του βόρειου Κολοράντο, του Γουαϊόμινγκ, της Νεμπράσκα, της Μοντάνα και της Βόρειας Ντακότα. Αυτά σχεδιάστηκαν για να αποτελέσουν τους πρώτους στόχους σε περίπτωση επίθεσης – ένα «πυρηνικό σφουγγάρι» που θα τραβούσε τα πυρά μακριά από τις πιο αστικές περιοχές.

Πεδία πυραύλων Minuteman βρίσκονταν επίσης κάποτε στη Νότια Ντακότα και το Μιζούρι, αλλά έκτοτε έχουν απενεργοποιηθεί. Εκείνα στις άλλες πολιτείες παραμένουν ενεργά.

Ένας όρος όπως το «πυρηνικό σφουγγάρι» δεν είναι καθησυχαστικός, αλλά η σκέψη έχει ως εξής, όπως διευκρινίστηκε από τον στρατηγό εν αποστρατεία Τζιμ Μάτις στις ακροάσεις επιβεβαίωσης του 2017 για το αξίωμα του υπουργού Άμυνας: Επειδή οι πύραυλοι είναι θαμμένοι τόσο βαθιά στο έδαφος σε αυτές τις περιοχές, οι εχθροί θα πρέπει να δεσμεύσουν δύο, τρία ή τέσσερα όπλα για να εξουδετερώσουν τον καθένα, «απορροφώντας» έτσι μεγάλο μέρος του οπλοστασίου του εχθρού.

Επειδή τα σιλό βρίσκονται σε αραιοκατοικημένες περιοχές των πεδιάδων, οι υποστηρικτές υποστηρίζουν ότι τίθενται σε άμεσο κίνδυνο λιγότερες ζωές. Αλλά η λογική του καθορισμού μιας περιοχής ως πρωταρχικής ζώνης επίθεσης σε μια πυρηνική σύγκρουση προβληματίζει πολλούς -και η έννοια του πυρηνικού σφουγγαριού είναι μια έννοια που έχει προκαλέσει επικρίσεις εδώ και δεκαετίες.

Μεγάλες επικρίσεις της τακτικής του σφουγγαριού

Το 1978, ο Dominic Paolucci, ένας συνταξιούχος πλοίαρχος του Πολεμικού Ναυτικού που υπηρέτησε στην ομάδα Strat-X που αξιολόγησε τις στρατηγικές επιλογές των ΗΠΑ τη δεκαετία του 1960, καταφέρθηκε εναντίον της στρατηγικής λέγοντας: «Είναι τρέλα να χρησιμοποιούμε την ακίνητη περιουσία των Ηνωμένων Πολιτειών ως ένα μεγάλο σφουγγάρι για να απορροφήσουμε τα σοβιετικά πυρηνικά όπλα. Ο στόχος των στρατιωτικών μας δυνάμεων και της στρατηγικής μας θα πρέπει να είναι να μειώσουμε το βάρος οποιασδήποτε πιθανής επίθεσης στην αμερικανική ακίνητη περιουσία αντί να προσελκύσουμε ακόμη περισσότερη».

Υπάρχουν πολλά άλλα επιχειρήματα που μπορούν να διατυπωθούν σήμερα όπως αναφέρει το Fast Company. Τα πυρηνικά, φυσικά, δεν χρειάζεται πλέον να παραδίδονται μέσω ICBM και μπορούν να εκτοξεύονται από υποβρύχια και βομβαρδιστικά. Και το οπλοστάσιο της Ρωσίας φέρεται να διαθέτει περισσότερες από 1.500 κεφαλές που έχουν αναπτυχθεί σε στρατηγικά συστήματα μεγάλης εμβέλειας και σχεδόν 3.000 σε εφεδρεία. Αυτό είναι περισσότερο από αρκετό για να πλήξει μεγαλύτερες πόλεις εκτός από τον κορεσμό του σφουγγαριού.

Εκτόξευση βαλλιστικών πυραυλων

Παρά τις επικρίσεις, οι ΗΠΑ φαίνεται να είναι προσηλωμένες στην ιδέα ενός πυρηνικού σφουγγαριού σε αυτές τις πέντε πολιτείες. Το Πεντάγωνο σχεδιάζει να δαπανήσει 264 δισεκατομμύρια δολάρια για το πρόγραμμα ICBM επόμενης γενιάς, το οποίο θα αναβαθμίσει τα σιλό και τους πυραύλους και θα εξασφαλίσει την απορροφητικότητα του σφουγγαριού για τις επόμενες δεκαετίες.