Μπορεί η Άνγκελα Μέρκελ να μην συνέχισε τον εμβολιασμό της με AstraZeneca και να επέλεξε το εμβόλιο της Moderna για τη δεύτερη δόση της, ωστόσο η Γερμανίδα καγκελάριος δεν άλλαξε κάτι όσον αφορά την ατζέντα της πολιτικής της. Μεταξύ αυτών βρίσκεται και το προσφυγικό ζήτημα.

Πιο συγκεκριμένα, υπέρ της επικαιροποίησης της συμφωνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία για τους πρόσφυγες τάχθηκαν η καγκελάριος της Γερμανίας και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, επισημαίνοντας τη σημασία της.

«Είναι σημαντικό να συνεχίσουμε να στηρίζουμε την Τουρκία, με 3,7 εκατομμύρια πρόσφυγες να ζουν εκεί -κάποιοι εκ των οποίων βρίσκονται στην Τουρκία εδώ και δέκα χρόνια», δήλωσε η κ. φον ντερ Λάιεν, κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε νωρίτερα σήμερα με την καγκελάριο στο Βερολίνο, με αφορμή την έγκριση του γερμανικού προγράμματος που υπεβλήθη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Η πρόεδρος της Επιτροπής διευκρίνισε, πάντως, ότι «δεν υπάρχει τόσο επείγουσα ανάγκη για ανθρωπιστική βοήθεια όπως κατά το παρελθόν», ενώ τόνισε ότι «οι άνθρωποι χρειάζονται προοπτική». Η κ. Μέρκελ, από την πλευρά της, δήλωσε ότι είναι σημαντικό η συμφωνία να αναπτυχθεί περαιτέρω, τονίζοντας ότι η Τουρκία αξίζει την στήριξη της ΕΕ, η οποία έχει γι’ αυτό δεσμευτεί.

Σύμφωνα με την κ. φον ντερ Λάιεν, στο προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναμένεται να συζητηθεί και το θέμα της Τελωνειακής Ένωσης της ΕΕ με την Τουρκία. Η Άγκυρα έχει διευκολύνει τις Βρυξέλλες σε θέματα περιφερειακής ιδιαιτερότητας, πρόσθεσε η Γερμανίδα πολιτικός, η οποία -όπως είπε- είχε νωρίτερα το πρωί τηλεφωνική συνομιλία με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Σύμφωνα με όσα επισήμανε, εκτός από το μεταναστευτικό, θα πρέπει να διεξαχθούν εντατικότερες συνομιλίες και για θέματα κλίματος και υγείας.

Μέρκελ: Αιτία ντροπής για την Γερμανία η εισβολή στην Σοβιετική Ένωση πριν 80 χρόνια

Η συνέντευξη Τύπου αυτή συνέπεσε με τη συμπλήρωση 80 ετών από την ημέρα που η Βέρμαχτ εισέβαλε στη Σοβιετική Ένωση. Η επίθεση και τα εκατομμύρια των νεκρών τιμώνται σήμερα σε πολλές πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, παρά το γεγονός ότι στις περισσότερες από αυτές υπήρξε με τα χρόνια και αναθεωρητισμός, αλλά και μια τάση προς τον ναζισμό, που δεν δικαιολογεί το παρελθόν.

Η καγκελάριος μίλησε για «αιτία ντροπής» με την ευκαιρία της θλιβερής επετείου. Ο Ρώσος ιστορικός, Όλεγκ Μπουντνίτσκι, υπενθύμισε σήμερα τα δεινά τα οποία υπέστη ο άμαχος πληθυσμός. Στο δημόσιο γερμανικό ραδιόφωνο (Deutschlandfunk) έκανε λόγο για «τρομερές συνέπειες της εισβολής. Οι Γερμανοί θεωρούσαν τα κατεχόμενα εδάφη της Σοβιετικής Ένωσης περιοχή βαρβάρων, στην οποία μπορούσαν να συμπεριφερθούν όπως τους άρεσε.

Περίπου 7,4 εκατομμύρια άμαχοι σκοτώθηκαν. Υπήρχαν αδιάκριτοι πυροβολισμοί και απαγχονίσεις μπροστά στον πληθυσμό, καθώς και συλλογικές τιμωρίες για ενέργειες μαχητών της αντίστασης. Σχεδόν κάθε οικογένεια επηρεάστηκε από τα δεινά», τόνισε ο Μπούντνιτσκι.

Ο ομοσπονδιακός πρόεδρος, Φρανκ-Βάλτερ Στάινμάιερ, είχε ήδη ζητήσει την Παρασκευή μεγαλύτερη αναγνώριση στη Γερμανία των θυμάτων της Σοβιετικής Ένωσης κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε ομιλία του στο Γερμανορωσικό Μουσείο στο Βερολίνου είπε ότι «κανείς δεν θρήνησε περισσότερα θύματα σε αυτόν τον πόλεμο από τους λαούς της πρώην Σοβιετικής Ένωσης -κι όμως αυτά τα εκατομμύρια δεν έχουν καταγραφεί τόσο βαθιά στη συλλογική μνήμη αυτής της χώρας όπως απαιτούν τα βάσανά τους και η ευθύνη των Γερμανών. Ο γερμανικός πόλεμος ήταν δολοφονική βαρβαρότητα». Σήμερα κατέθεσε ένα στεφάνι για τα θύματα στο Σοβιετικό Μνημείο των πεσόντων του Βερολίνου.

Στο εβδομαδιαίο podcast βίντεό της, η καγκελάριος Μέρκελ περιέγραψε την 80η επέτειο της ναζιστικής επίθεσης στην τότε Σοβιετική Ένωση ως «αιτία ντροπής. Η Γερμανία υποκλίνεται ταπεινά στους επιζώντες αυτού του επιθετικού πολέμου και είναι βαθιά ευγνώμων που τόσο πολλοί από αυτούς έτειναν χείρα συμφιλίωσης στη Γερμανία».

«Πρέπει να επενδύσουμε τεράστια ποσά, αν θέλουμε η βιομηχανία μας να παραμείνει ανταγωνιστική»

Παράλληλα, η κ. Μέρκελ επισήμανε ότι η Γερμανία θα πρέπει να επενδύσει «τεράστια ποσά στη βιομηχανία της», εάν θέλει να παραμείνει ανταγωνιστική στους τομείς της υψηλής τεχνολογίας, καθώς η πανδημία υποχωρεί και ο κόσμος περνά στην καθαρή ενέργεια. Επίσης, σημείωσε ότι η χώρα της βγαίνει από την κρίση σχετικά καλά σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές, κάποιοι τομείς ενδεχομένως να χρειάζονται περαιτέρω βοήθεια.

Μιλώντας στην «Ημέρα της Βιομηχανίας» που διοργανώνει ο Σύνδεσμος Γερμανικής Βιομηχανίας (BDI), η καγκελάριος παραδέχθηκε ότι στο μέλλον «θα πρέπει να επενδύσουμε τεράστια ποσά» για την στήριξη της βιομηχανίας, ενώ ξεχώρισε την τεχνητή νοημοσύνη, την κβαντική υπολογιστική, την κατασκευή μπαταριών και μικροτσίπ.

«Ας είμαστε ειλικρινείς, υπάρχουν κάποιοι τομείς στους οποίους δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε χωρίς κρατικό χρήμα. Χωρίς κρατική βοήθεια, η επέκταση της παραγωγής μικροτσίπ στην Ευρώπη δεν θα είναι εφικτή», συνέχισε η κ. Μέρκελ σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ. Ωστόσο, η ίδια επισήμανε και ότι μετά το σχέδιο διάσωσης και ανάκαμψης της ευρωπαϊκής οικονομίας, «πρέπει να αναπληρώσουμε την επίδραση της πανδημίας. Τα δημοσιονομικά πρέπει να ξαναμπούν σε τάξη τα επόμενα χρόνια».

«Έργα ψηφιοποίησης και προστασίας του κλίματος με 25,6 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης»

Έργα μετάβασης στην ψηφιακή εποχή και πολιτικές για την προστασία του κλίματος θα χρηματοδοτηθούν με τα 25,6 δισεκατομμύρια ευρώ που θα λάβει η Γερμανία από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, σύμφωνα με την καγκελάριο Μέρκελ, η οποία εξέφρασε την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε τελικά το πρόγραμμα που υπέβαλε το Βερολίνο, έπειτα από τα αρχικά επικριτικά σχόλια.

«Κατά τη διάρκεια της πανδημίας διαπιστώσαμε ότι υστερούσαμε ακόμη σημαντικά» στο θέμα της ψηφιοποίησης, δήλωσε η κ. Μέρκελ κατά τη διάρκεια της ανάλυσης του γερμανικού προγράμματος παρουσία της κ. Φον ντερ Λάιεν, η οποία τόνισε -μεταξύ άλλων- ότι η Γερμανία θα διαθέσει πάνω από το 50% των κονδυλίων στην ψηφιοποίηση, το περισσότερο από όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης συγκριτικά.

Σύμφωνα με την κ.Μέρκελ, 2,5 δισεκατομμύρια θα διατεθούν στην ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων, 5,4 δισεκατομμύρια στα κίνητρα αγοράς ηλεκτρικών αυτοκινήτων, την επέκταση του δικτύου σταθμών φόρτισης και την αντικατάσταση πετρελαιοκίνητων λεωφορείων, 3 δισεκατομμύρια στην ψηφιοποίηση των νοσοκομείων, ενώ θα χρηματοδοτηθούν μεταξύ άλλων έρευνες για εναλλακτικά καύσιμα υδρογόνου και για ενεργειακά οικονομικότερους μικροεπεξεργαστές.

Επιπλέον, θα δημιουργηθούν ακόμη 90.000 θέσεις σε παιδικούς σταθμούς. «Αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα», δήλωσε η κ. φον ντερ Λάιεν, η οποία έχει διατελέσει υπουργός Οικογένειας σε προηγούμενη κυβέρνηση Μέρκελ.