«Οικτρή» μπορεί να χαρακτηριστεί η ασφάλεια στο μουσείου του Λούβρου, καθώς παρά το γεγονός ότι φιλοξενεί αμέτρητους και διάσημους πολιτιστικούς θησαυρούς δεν διαθέτει σχεδόν κάμερες ασφαλείας στις αίθουσες του.
Πιο αναλυτικά, με αφορμή την κινηματογραφική ληστεία και την αδυναμία αποζημίωσης, αποκαλύφθηκε ότι το μουσείο ξεκίνησε έλεγχο ασφαλείας πριν από μια δεκαετία που αποκάλυψε τεράστια κενά, τα οποία ακόμη και σήμερα δεν έχουν διορθωθεί.
Έκθεση που διέρρευσε στα γαλλικά ΜΜΕ ανέφερε ότι μόνο 39% των αιθουσών είχαν κάμερες μέχρι το 2024 και ένας έλεγχος ασφαλείας που είχε ξεκινήσει το 2015, ο οποίος διαπίστωσε ότι το μουσείο δεν παρακολουθούνταν επαρκώς και δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένο για τυχόν κρίση, απλώς οδήγησε μόνο σε μια προκήρυξη διαγωνισμού για έργα ασφάλειας στο τέλος του περασμένου έτους.
«Θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να ολοκληρωθεί το έργο, το οποίο σύμφωνα με το μουσείο, δεν αναμένεται να ολοκληρωθεί πριν από το 2032», σημείωνε η έκθεση.
Επίσης, επισήμανε ότι οι υπερβολικές δαπάνες για την αγορά έργων τέχνης και ο επαναπρογραμματισμός σχεδίων στην μετά covid εποχή καθώς και τα απολεσθέντα έσοδα εξαιτίας αναποτελεσματικότητας και απάτης με εισιτήρια, είναι παράγοντες που συμβάλλουν στην αδυναμία του μουσείου να ανακαινίσει την γηρασμένη υποδομή.

Μάλιστα, οι πρωτοβουλίες για αναπτυξιακά έργα που ανακοίνωσε φέτος το μουσείο δεν βασίστηκαν σε μελέτες σκοπιμότητας, είτε τεχνικές είτε οικονομικές, και δεν έλαβαν υπόψη τις ανάγκες σε προσωπικό, σημειώνει η έκθεση.
Η έκθεση περιείχε 10 συστάσεις, ανάμεσά τους τη μείωση του αριθμού των αποκτημάτων του μουσείου, την αύξηση στις τιμές των εισιτηρίων και την ανακαίνιση της ψηφιακής υποδομής και της διακυβέρνησής του.
Σημειώνεται, ότι μετά τη ληστεία, Γάλλοι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι το Λούβρο θα αποκτήσει μέχρι το τέλος του έτους επιπλέον μέτρα ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων συσκευών για την αποτροπή εισβολών στο μουσείο και φραγμάτων για τα οχήματα σε κοντινές δημόσιες οδούς.
Τον Ιανουάριο, εν μέσω αυξανόμενων παραπόνων για την αναταραχή στο μουσείο, η Γαλλία ξεκίνησε ένα φιλόδοξο αναπτυξιακό έργο που περιλαμβάνει ένα νέο χώρο αφιερωμένο στη Μόνα Λίζα του Λεονάρντο, τον πιο διάσημο πίνακα στον κόσμο, και νέα μέτρα ασφαλείας για την προστασία των επισκεπτών και των πολύτιμων εκθεμάτων του.