Η 39χρονη Άμι Σαντόρο εργάζεται σχεδόν δύο δεκαετίες ως ερευνήτρια εγκληματολογίας, έχοντας βρεθεί σε περισσότερες από 1.000 σκηνές εγκλημάτων. Η εμπειρία αυτή, γεμάτη σκληρές εικόνες και ιστορίες βίας, την έχει σημαδέψει σε τέτοιο βαθμό που πλέον έχει οργανώσει την καθημερινή της ζωή γύρω από την ασφάλειά της και των δικών την ανθρώπων. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το σπίτι της θυμίζει «φρούριο», καθώς έχει λάβει μέτρα που δύσκολα θα συναντήσει κανείς σε μια συνηθισμένη κατοικία, σύμφωνα με το δημοσίευμα της nypost.

«Σε όλη την καριέρα μου είδα πόσο εύκολο είναι να πάει κάτι στραβά και έχω δει το χειρότερο της ανθρωπότητας», εξηγεί σε συνέντευξή της στο NeedToKnow και προσθέτει: «Έχω τοποθετήσει ενισχυμένες κάσες στις πόρτες, έξτρα μακριούς σύρτες ασφαλείας και μπάρες στα παράθυρα, ώστε να μην υπάρχει περίπτωση κάποιος να μπει μέσα».

Η ίδια δεν αφήνει ποτέ παράθυρα ισογείου ανοιχτά, ενώ έχει φροντίσει όλα τα σημεία εισόδου να είναι συνδεδεμένα με συναγερμό. Παράλληλα, έχει υιοθετήσει απλές αλλά ουσιαστικές συνήθειες, όπως το να κλείνει πάντα τις κουρτίνες της μόλις νυχτώσει. «Έχω δει πολλές υποθέσεις διάρρηξης και περιστατικά με ηδονοβλεψίες, όπου ο κόσμος δεν είχε τραβήξει τις κουρτίνες του και οι δράστες μπορούσαν να βλέπουν μέσα. Έτσι, εγώ φροντίζω να μην αφήνω ποτέ τον χώρο μου εκτεθειμένο», λέει.

Κάποιοι τη θεωρούν καχύποπτη αλλά εκείνη τηρεί αυστηρά τα πρωτόκολλά της

Ορισμένοι θα μπορούσαν να πουν ότι όλα αυτά δείχνουν μια υπερβολική καχυποψία. Ωστόσο, η Σαντόρο πιστεύει πως η δουλειά της δεν την έχει κάνει «παράλογη» αλλά απλώς πιο προσεκτική. «Δεν είναι παράνοια, είναι επίγνωση. Έχω δει με τα μάτια μου πόσο εύκολο είναι να παραβιαστεί ένα σπίτι και δεν μπορώ να το αγνοήσω», εξηγεί.

Το πιο δύσκολο κομμάτι της δουλειάς της είναι η συνεχής επαφή με τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης. «Κάθε φορά που νομίζω ότι έχω δει το χειρότερο, εμφανίζεται κάτι ακόμη πιο σοκαριστικό», παραδέχεται. Ωστόσο, όπως τονίζει, μέσα από κάθε τραγωδία βλέπει και την άλλη όψη: «Σε κάθε φρικτό περιστατικό υπάρχουν άνθρωποι που σπεύδουν να βοηθήσουν, οικογένειες που στηρίζουν τα θύματα και κοινότητες που ενώνονται για να ξεπεράσουν μαζί το κακό».

Η Σαντόρο επιμένει ότι αυτή η ισορροπία ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι είναι που της δίνει τη δύναμη να συνεχίζει. «Όσο και αν έχω συνηθίσει τις πιο άσχημες εικόνες, ξέρω ότι η ανθρωπιά υπάρχει και είναι δυνατή. Συνολικά, πιστεύω ότι οι άνθρωποι είναι κατά βάση καλοί», καταλήγει.

Η ιστορία της δείχνει πώς η επαγγελματική εμπειρία μπορεί να αλλάξει όχι μόνο την ψυχολογία αλλά και τον τρόπο ζωής ενός ανθρώπου. Για τη Σαντόρο, η προσωπική ασφάλεια έγινε προτεραιότητα, χωρίς όμως να χάσει την πίστη της στην καλοσύνη των ανθρώπων.