Η Κίνα επιστρατεύει ένα νέο «όπλο» απέναντι στις προκλήσεις του Ντόναλντ Τραμπ και πρόκειται για μια στρατηγική που περιγράφεται ως «ομηρεία σε γυάλινο κλουβί».
Το Πεκίνο προκειμένου να απαντήσει στο πόλεμο νεύρων του Αμερικανού προέδρου εκδίδει απαγορεύσεις εξόδου ή εισόδου στη χώρα για άτομα ειδικού ενδιαφέροντος, όπως επιχειρηματίες. Για να εφαρμοστεί η απόφαση χρειάζεται μόνο ένα έγγραφο, χωρίς κάποια αιτιολόγηση -δεν αναγράφεται δήθεν για προσωπικά δεδομένα και για λόγους εθνικής ασφάλειας- και έκτοτε το θύμα παγιδεύεται.
Σε αντίθεση με τις ταινίες, όπου σε παρόμοιες περιπτώσεις επιστρατεύεται η αστυνομία κι ούτω καθεξής, στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει τίποτα άλλο. Απλώς το άτομο που αφορά η απαγόρευση, δεν μπορεί να εισέλθει στην Κίνα για να κάνει τις δουλειές του ή να φύγει από τη χώρα, ακόμα κι αν πρόκειται για ένα επαγγελματικό ή προσωπικό ταξίδι.
Με αυτό τον τρόπο, αναζητά τη δικαίωση του μέσω μιας μακράς γραφειοκρατικής διαδικασίας, που δεν απαιτεί τόσο χρήματα, όσο ψυχικά αποθέματα, τα οποία κάποια στιγμή θα εξαντληθούν.

Ο John Kamm του Ιδρύματος Dui Hua, το οποίο παρακολουθεί τους κινεζικούς ταξιδιωτικούς περιορισμούς, απέδωσε την αύξηση των περιπτώσεων στην αυξανόμενη ένταση μεταξύ του Πεκίνου και της Ουάσινγκτον του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Μιλώντας στους Financial Times, ο Kamm δήλωσε ότι «δεν υπάρχει μια ενιαία εξήγηση για το ευρύ φάσμα των περιπτώσεων απαγόρευσης εξόδου. Πρόκειται για ένα αυξανόμενο πρόβλημα. Προσωπικά γνωρίζω περίπου 30 με 40 περιπτώσεις, αλλά πιστεύω ότι ο πραγματικός αριθμός είναι σημαντικά μεγαλύτερος».
Οι FT έγραψαν ότι οι απαγορεύσεις συχνά επιβάλλονται χωρίς εξηγήσεις, αφήνοντας τα θύματα να περιηγηθούν σε ένα αδιαφανές και συχνά εχθρικό σύστημα με ελάχιστη καθοδήγηση. Μάλιστα, πολλοί άνθρωποι ότι έχουν στοχοποιηθεί από μια απαγόρευση μόνο όταν προσπαθούν να φύγουν ή να εισέλθουν στη χώρα.
Δύο άτομα περιέγραψαν στους Financial Times τις εμπειρίες τους, ζητώντας να μην κατονομαστούν.

«Ήμουν στο αεροδρόμιο και στον έλεγχο ένα φως έγινε κόκκινο και ακούστηκε μια περίεργη σειρήνα. Ένας υπάλληλος με ενημέρωσε ότι απαγορεύεται να φύγω από τη χώρα, μού έδωσε έναν αριθμό τηλεφώνου για να καλέσω για περισσότερες πληροφορίες και ζήτησε να αποχωρήσω. Περίμενα να εμφανιστεί η αστυνομία ή η ασφάλεια, αλλά τίποτα. Τηλεφώνησα στον αριθμό που έλαβα, αλλά δεν το σήκωσε ποτέ κανείς. Μετά από μήνες κατάφερα να ταξιδέψω εκτός Κίνας, αλλά μέχρι τότε είχα τρελαθεί. Δεν ήξερα τι γινόταν», είπε το πρώτο άτομο.
Το δεύτερο άτομο ανέφερε πως είναι επιχειρηματίας και η εμπειρία του είναι παρόμοια με την προηγούμενη. «Με σταμάτησαν σε αεροδρόμιο… Έψαχνα απεγνωσμένα στη μνήμη μου για οτιδήποτε θα μπορούσα να έχω κάνει λάθος. Με είχε κυριεύσει ο τρόμος. Κάθε μέρα μου φαινόταν σαν ένας χρόνος. Τελικά, μετά από μήνες έγινε ανάκληση της απαγόρευσης», δήλωσε στους FT.
Σχεδόν το σύνολο των 53.000 δικαστικών απαγορεύσεων εξόδου ή εισόδου που εκδόθηκαν πέρυσι αφορούσαν αστικές υποθέσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία του ανώτατου δικαστηρίου της Κίνας, επηρεάζοντας τόσο Κινέζους, όσο και αλλοδαπούς πολίτες.