Η εντεινόμενη στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ιράν και Ισραήλ έχει ήδη φέρει στο προσκήνιο τη σημαντική φθορά που έχει υποστεί το ιρανικό πυραυλικό δυναμικό, τόσο σε επίπεδο οπλοστασίου όσο και ως προς την ικανότητα συντονισμένων επιθέσεων μεγάλης κλίμακας.

Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα από το Critical Threats Project (CTP) του Αμερικανικού Ινστιτούτου Επιχειρήσεων και το Institute for the Study of War (ISW), η αεροπορική εκστρατεία του Ισραήλ έχει οδηγήσει σε σοβαρή στρατηγική υποχώρηση της Τεχεράνης.

Ισχυρά πλήγματα στις ιρανικές υποδομές και μεταφορά βάσεων εκτόξευσης

Η μεταφορά των βάσεων εκτόξευσης από τη δυτική στην κεντρική ιρανική επικράτεια αποδεικνύει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει πλέον το Ιράν στην άμεση ανταπόδοση. Οι Ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές έχουν καταστρέψει περίπου το 35-40% του αποθέματος βαλλιστικών πυραύλων και το 50% των εκτοξευτών, αναγκάζοντας τις ιρανικές δυνάμεις να αποσύρουν μονάδες από τη δυτική Ιρανία — σημείο εκτόξευσης που μέχρι πρότινος τους έδινε πλεονεκτική γεωγραφική θέση.

Η μεταφορά της επιχειρησιακής βάσης στο Εσφαχάν, στο κέντρο του Ιράν, έχει στρατηγικές συνέπειες. Η απόσταση των περίπου 1.600 χιλιομέτρων από το Ισραήλ αποκλείει τη χρήση αρκετών τύπων πυραύλων μεσαίου βεληνεκούς που το Ιράν χρησιμοποιούσε μέχρι πρόσφατα, όπως οι Haj Qassem, Fattah και Kheibar Shekan, των οποίων το μέγιστο δραστικό βεληνεκές κυμαίνεται μεταξύ 1.400-1.450 χιλιομέτρων.

Ποιοι πύραυλοι παραμένουν λειτουργικοί από το κέντρο του Ιράν;

Η ανάγκη εκτόξευσης από το Εσφαχάν αφήνει στο Ιράν λίγες επιλογές. Οι διαθέσιμοι πύραυλοι με εμβέλεια άνω των 1.600 χιλιομέτρων περιλαμβάνουν:

Emad: 1.700 χλμ (υγρών καυσίμων)

Ghadr: 1.950 χλμ (υγρών καυσίμων)

Sejjil-1: 2.000 χλμ (στερεών καυσίμων)

Η χρήση των Emad και Ghadr, που απαιτούν υγρό καύσιμο, θεωρείται πιο επικίνδυνη και τεχνικά πολύπλοκη, λόγω της ασταθούς φύσης του καυσίμου. Αντίθετα, η πρόσφατη χρήση του Sejjil-1 από το Ιράν (για πρώτη φορά, στις 18 Ιουνίου) πιθανόν δείχνει μια στροφή προς πιο αξιόπιστους πυραύλους στερεών καυσίμων, κατάλληλους για βαθύτερες περιοχές εκτόξευσης.

Μειωμένες επιθέσεις – αποτέλεσμα φθοράς ή στρατηγικής επιλογής;

Παρόλο που κάποιοι παρατηρητές ίσως εκλαμβάνουν τη μειωμένη ένταση των ιρανικών πυραυλικών επιθέσεων ως στρατηγική διατήρησης δυνάμεων, η εκτίμηση του ISW είναι ξεκάθαρη: το Ιράν δεν διατηρεί εφεδρείες, αλλά αδυνατεί να οργανώσει επιθέσεις μεγάλης κλίμακας λόγω των απωλειών και της υποβάθμισης του συστήματος διοίκησης, ελέγχου και εκτόξευσης.

Από τις 12 Ιουνίου, όταν ξεκίνησε η εκστρατεία του Ισραήλ, ο αριθμός των πυραύλων ανά επίθεση έχει μειωθεί από 40 σε μόλις λίγους ανά αποστολή, ενώ από τις 15 Ιουνίου κανένας ιρανικός πύραυλος δεν έχει προκαλέσει απώλειες.

Η επιτυχία της Ισραηλινής αεράμυνας ενισχύεται και από τις επιτυχείς αναχαιτίσεις. Από τους 1.000 ιρανικούς drones που έχουν εκτοξευθεί, μόνο οι 200 έφτασαν σε Ισραηλινό εναέριο χώρο, και όλοι αναχαιτίστηκαν επιτυχώς.

Παράπλευρες απώλειες: παραγωγή και αναπλήρωση οπλοστασίου

Οι Ισραηλινές επιδρομές δεν περιορίστηκαν σε αποθήκες και εκτοξευτές, αλλά στόχευσαν και εγκαταστάσεις παραγωγής βαλλιστικών πυραύλων, μεταξύ των οποίων το Shahid Soltani Garrison, το Parchin Complex και το Khojir Military Complex — εργοστάσια κρίσιμα για την αναπλήρωση των αποθεμάτων και την υποστήριξη παραστρατιωτικών δυνάμεων όπως η Χεζμπολάχ και οι Χούθι.

Ενίσχυση πίεσης και εσωτερική αναταραχή

Η συνεχιζόμενη αποδυνάμωση του ιρανικού πυραυλικού δυναμικού, η ανάγκη χρήσης μόνο πυραύλων μακράς εμβέλειας από το εσωτερικό της χώρας, και η αδυναμία συντονισμένων επιθέσεων καταδεικνύουν τη στρατηγική επιτυχία της Ισραηλινής επιχείρησης. Παράλληλα, ενδείξεις ανησυχίας του καθεστώτος για κοινωνικές αναταραχές, μπλακάουτ στο διαδίκτυο, οικονομική κατάρρευση και εσωτερική καταστολή υπογραμμίζουν τη διπλή πίεση που δέχεται το Ιράν – εξωτερική και εσωτερική.

Το ερώτημα που προκύπτει τώρα είναι κατά πόσο το Ιράν θα καταφέρει να ανασυντάξει την πυραυλική του ισχύ ή αν θα μπει σε φάση μακρόχρονης αποδυνάμωσης – με πιθανές γεωπολιτικές επιπτώσεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.