Η βρετανική κυβέρνηση προειδοποίησε την Αμάλ Κλούνεϊ και άλλους κορυφαίους νομικούς για πιθανές κυρώσεις από την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, εξαιτίας της συμμετοχής τους στη διαδικασία που οδήγησε στην άσκηση δίωξης κατά Ισραηλινών αξιωματούχων για εγκλήματα πολέμου στη Γάζα.

Η Αμάλ Κλούνεϊ, διακεκριμένη διεθνής νομικός και υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, βρίσκεται ανάμεσα στους Βρετανούς νομικούς που προειδοποιήθηκαν από τη Βρετανική Κυβέρνηση για τον κίνδυνο να τεθούν στο στόχαστρο της κυβέρνησης Τραμπ, λόγω της εμπλοκής τους στην υπόθεση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (International Criminal Court – ICC) σχετικά με την ισραηλινή στρατιωτική επιχείρηση στη Γάζα.

Η Κλούνεϊ συμμετείχε σε ειδική νομική επιτροπή που παρείχε ανεξάρτητη γνωμοδότηση στο ICC ως προς το εάν υπήρχαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για την άσκηση δίωξης κατά του πρωθυπουργού του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου και του πρώην υπουργού Άμυνας Γιοάβ Γκάλαντ. Η επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν επίσης ο πρώην πρόεδρος του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY) Θεόδωρος Μέρον, η Μπαρονέσα Ελένα Κένεντι, ο Ντάνι Φρίντμαν, η Ελίζαμπεθ Γουίλμσερστ KC και ο Λόρδος Άντριαν Φούλφορντ, συμφώνησε ομόφωνα ότι οι κατηγορίες έπρεπε να προχωρήσουν.

Ως αποτέλεσμα, το ICC εξέδωσε εντάλματα σύλληψης κατά του Νετανιάχου και του Γκάλαντ, κατηγορώντας τους για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, στο πλαίσιο της ισραηλινής επιχείρησης εναντίον της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας. Το Δικαστήριο εξέδωσε επίσης εντάλματα και για τρία ηγετικά στελέχη της Χαμάς, τα οποία είναι πλέον νεκρά, σύμφωνα με τους Financial Times.

Σε απάντηση στις ενέργειες του ICC, ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε τον Φεβρουάριο προεδρικό διάταγμα, με το οποίο επιβάλλει κυρώσεις στον εισαγγελέα του Δικαστηρίου Καρίμ Καν και προειδοποιεί για την πιθανότητα επιβολής επιπρόσθετων κυρώσεων κατά όσων θεωρούνται υπεύθυνοι για τις «παραβάσεις» του ICC.

Οι κυρώσεις περιλαμβάνουν το πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και την απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ. Το διάταγμα προέβλεπε 60ήμερη προθεσμία για την κατάρτιση λίστας με νέα πρόσωπα υπό κυρώσεις — προθεσμία που έληξε στις 7 Απριλίου, χωρίς ωστόσο να έχουν γίνει μέχρι στιγμής επίσημες ανακοινώσεις για νέες κυρώσεις.

Σύμφωνα με πηγές που επικαλείται η εφημερίδα Observer, το Υπουργείο Εξωτερικών, Κοινοπολιτείας και Ανάπτυξης του Ηνωμένου Βασιλείου (Foreign, Commonwealth and Development Office – FCDO) ενημέρωσε ανεπίσημα νομικούς όπως η Κλούνεϊ, η Κένεντι και ο Φρίντμαν, ότι μπορεί να βρεθούν αντιμέτωποι με αμερικανικά αντίποινα λόγω της συμβολής τους στην υπόθεση.

Οι εμπλεκόμενοι δεν προέβησαν σε δημόσια σχόλια. Εκπρόσωποι του Νετανιάχου και του Γκάλαντ έχουν απορρίψει τις κατηγορίες του ICC ως «ψευδείς» και «παράλογες».

Η υπόθεση έχει προκαλέσει σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την ανεξαρτησία του διεθνούς δικαίου και τις πιέσεις που δέχονται δικηγόροι και δικαστές που συμμετέχουν σε ευαίσθητες διεθνείς υποθέσεις.