Οι απαιτήσεις των ΗΠΑ προς την Ευρώπη στο τομέα των εξοπλιστικών δεν είναι ένα καινούργιο ζήτημα. Αντιθέτως, χρονολογείται από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, με την ένταση να κορυφώνεται όταν ο Σαρλ ντε Γκωλ ύψωσε ανάστημα στο ΝΑΤΟ.
Η Αμερική απαιτούσε από τους Ευρωπαίους να αναλάβουν περισσότερες ευθύνες, να εξοπλιστούν, να απορρίπτουν τις συμφωνίες με τη Σοβιετική Ένωση, να επιδίδονται σε κυνήγι Σοβιετικών κατασκόπων, να αποστέλλουν στρατεύματα όπου χρειάζεται – και ο κατάλογος είναι μακρύς.
Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και του αφηγήματος περί κομμουνιστικού κινδύνου οι ΗΠΑ μπλόκαραν την αμυντική συνεργασία Ηνωμένου Βασιλείου-Γαλλίας που υπογράφηκε το 1998 και απαίτησαν οι Ευρωπαϊκές χώρες να αγοράζουν αμερικανικά αμυντικά προγράμματα.

Την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα οι αμυντικές σχέσεις πέρασαν από «σαράντα κύματα», καθώς δεν υπήρχε κάποιος μεγάλος εχθρός. Έτσι, η Ουάσιγκτον παρενέβη με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα για να εμποδίσει την «αποστασία» Ευρωπαϊκών κρατών από το αμερικανικό αμυντικό πρόγραμμα -ανάμεσά τους και η Ελλάδα- ή τη μείωση αγοράς όπλων. Από το 2010 το πρόβλημα λύθηκε χάρη στην τεχνολογία «kill switch», δηλαδή σε ειδικό λογισμικό και σύστημα δεδομένων που ελέγχεται από απόσταση και χρειάζεται ειδική άδεια για να λειτουργήσει. Με αυτό τον τρόπο οι αμυντικοί εταίροι δεσμεύτηκαν σε «αγαστή συνεργασία», ώστε αν καταστεί ανάγκη να μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν τα όπλα που αγόρασαν, αφού σε αντίθεση περίπτωση θα ήταν άχρηστα.
Τώρα, ο Ντόναλντ Τραμπ όχι μόνο ζητάει περισσότερες ευρωπαϊκές κινήσεις στην άμυνα, αλλά απειλεί και να αποσύρει την αμερικανική υποστήριξη. Ωστόσο, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο οι ΗΠΑ θα πληγούν σοβαρά, καθώς επέλεξαν να γίνουν ο κηδεμόνας της Ευρώπης.

Πού θα χάσουν οι ΗΠΑ
Η Ευρώπη δεν πρόκειται να ανεξαρτητοποιηθεί αμυντικά από τις ΗΠΑ από τη μια μέρα στην άλλη, με βάση το πρόσφατο παρελθόν, ούτε αναμένεται διακοπή της αμυντικής συνεργασίας. Εντούτοις, οι συνέπειες για την άλλη πλευρά του Ατλαντικού αναμένεται να είναι σοβαρές, έγραψε το Foreign Policy.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η Ευρώπη αποτελεί το μεγαλύτερο αγοραστή αμερικανικών αμυντικών συστημάτων, παρότι ο στρατός της δεν μοιάζει ετοιμοπόλεμος. Επιπλέον, στο τομέα των πληροφοριών οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είναι κορυφαίες, επειδή εκμεταλλεύονται τις ευρωπαϊκές.
Συγκεκριμένα, εκμεταλλεύονται έργο των Ευρωπαίων εταίρων τους -θεμιτά ή αθέμιτα-, αλλά και την αδυναμία ανάπτυξης τους. Παραδείγματος χάριν, μέχρι πρότινος κανένα κράτος στην Ευρώπη δεν θα ξόδευε υπέρογκα ποσά στις μυστικές υπηρεσίες του, από τη στιγμή που υπήρχαν οι αμερικανικές όπου ήδη έκαναν τη δουλειά. Αν όμως οι σχέσεις με τις ΗΠΑ ενταθούν περισσότερο, αυτό θα αλλάξει.

Επίσης, τα πυρηνικά προγράμματα είναι μια εξίσωση με πολλές πτυχές. Από τη μία μπορεί να αξιοποιηθούν για πολεμικούς σκοπούς, αλλά μπορούν να συμβάλλουν και στο τομέα της ενέργειας σε μια εποχή που υπάρχει ενεργειακό πρόβλημα.
Με βάση το δημοσίευμα, η τωρινή κατάσταση χαρακτηρίζεται από πολλά παράδοξα, που μελλοντικά μπορεί να υποβαθμίσουν την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, αλλά και να καταστήσουν τη γηραιά ήπειρο ισότιμο συνομιλητή, γιατί ενδεχομένως χάρη στην πολιτική του Τραμπ αποφασίσει να αναλάβει ουσιαστική δράση.
Φυσικά, μπορεί να μη συμβεί τίποτα από τα παραπάνω και οι πιέσεις των ΗΠΑ να αποτελούν μια δύστροπη προώθηση των συμφερόντων τους. Στις αρχές Απριλίου, αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ συνοψίζοντας την αμερικανική στάση, δήλωσε: «Είμαστε ενοχλημένοι με τον αποκλεισμό των ΗΠΑ. Δεν νοείται αποκλεισμός των αμερικανικών εταιρειών από τα ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα».