Μπορεί η πρόσφατη συνάντηση του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο να έγινε σε καλό κλίμα, ωστόσο πρακτικά σε άλλαξε τίποτα αναφορικά με την ένταξη της Άγκυρας στο πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών F-35. Οπότε τώρα η γειτονική χώρα αλλάζει ρότα, προχωρώντας σε συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο για την προμήθεια αεροσκαφών Eurofighter Typhoon. Πρόκειται για μια επιλογή που δεν είναι μόνο στρατιωτική, αλλά και πολιτική, καθώς δείχνει ότι η Τουρκία αναζητά πλέον νέους συμμάχους και τρόπους ενίσχυσης της αεροπορικής της ισχύος, χωρίς να εξαρτάται αποκλειστικά από την Ουάσιγκτον.
Ειδικότερα, η Τουρκία θα αγοράσει 20 Eurofighter Typhoon από τη Βρετανία, με κόστος που φτάνει περίπου τα 8 δισεκατομμύρια λίρες. Παράλληλα, η Άγκυρα βρίσκεται σε συζητήσεις με χώρες του Κόλπου για την προμήθεια άλλων 24 μαχητικών, επιδιώκοντας να ενισχύσει ταχύτερα τον αριθμό των αεροσκαφών της. Το Λονδίνο από τη δική της πλευρά, βλέπει στη συμφωνία αυτή ως μια ευκαιρία για βαθύτερη συνεργασία, με τον πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ να μιλά για «σημαντικό βήμα» στις διμερείς σχέσεις.
Ωστόσο, το ουσιαστικό ερώτημα δεν είναι μόνο πόσα αεροσκάφη θα παραλάβει η Τουρκία, αλλά πότε θα τα πάρει και με ποιες τεχνικές προδιαγραφές. Η πρώτη παράδοση υπολογίζεται γύρω στο 2030, την ίδια περίοδο δηλαδή που η Ελλάδα αναμένεται να έχει ήδη παραλάβει τα πρώτα υπερσύγχρονα μαχητικά F-35 από τις ΗΠΑ, αλλά και να έχει ενισχύσει ακόμη περισσότερο τον στόλο των γαλλικών Rafale, ενώ τα F-16 που διαθέτει θα έχουν εξελιχθεί στην έκδοση Viper, δηλαδή θα έχουν γίνει πολύ πιο σύγχρονα και αξιόμαχα.
Το ζήτημα των ραντάρ: Το AESA είναι το «κλειδί»
Η πραγματική δύναμη ενός μαχητικού όμως στις μέρες μας, δεν εξαρτάται μόνο από το σκάφος ή τον κινητήρα του, αλλά κυρίως από το ραντάρ του και τα όπλα που μπορεί να χρησιμοποιήσει. Το ραντάρ AESA, που διαθέτουν ήδη τα ελληνικά Rafale, δίνει καθαρό επιχειρησιακό πλεονέκτημα: ανώτερη ακρίβεια, μεγαλύτερη αντοχή σε παρεμβολές, δυνατότητα παρακολούθησης πολλών στόχων ταυτόχρονα και άμεση προσαρμογή σε συνθήκες μάχης. Ακόμη δεν έχει γίνει σαφές εάν τα Eurofighter που θα παραλάβει η Τουρκία θα εξοπλιστούν εξ αρχής με AESA. Αν όχι, η Άγκυρα θα αποκτούσε αεροσκάφη σύγχρονης σχεδίασης αλλά με αισθητή επιχειρησιακή αδυναμία, ειδικά σε σύγκριση με τα ελληνικά Rafale.
Από την άλλη πλευρά, ο πύραυλος BVR MBDA Meteor θεωρείται καθοριστικός για τον έλεγχο του εναέριου χώρου σε μεγάλες αποστάσεις. Η Τουρκία έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον να τον ενσωματώσει στα Eurofighter, ωστόσο αυτό αντιμετωπίζεται με έντονο προβληματισμό από την Ελλάδα και δεν είναι βέβαιο ότι θα εγκριθεί άμεσα ούτε ότι θα γίνει ταυτόχρονα σε όλα τα αεροσκάφη των γειτόνων μας. Εάν η ενσωμάτωση των Meteor καθυστερήσει ή γίνει σταδιακά, τότε η Ελλάδα θα διατηρεί καθαρό επιχειρησιακό προβάδισμα για σημαντικό χρονικό διάστημα. Αντίθετα, αν οι Meteor τοποθετηθούν και χρησιμοποιηθούν από την πρώτη στιγμή, η ισορροπία στον εναέριο χώρο του Αιγαίου θα γίνει πιο ανταγωνιστική.
Τι σημαίνει πρακτικά για την Ελλάδα
Το ελληνικό αεροπορικό οπλοστάσιο βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε φάση ενίσχυσης και αναβάθμισης – με Rafale, Viper και τον ορίζοντα των F-35. Το σημαντικό, όπως επισημαίνουν οι επιτελείς του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας είναι να συνεχιστεί η επένδυση σε:
τεχνολογική υπεροχή (ραντάρ, αισθητήρες)
-σύγχρονα όπλα μακράς εμβέλειας
-εκπαίδευση πιλότων και διαλειτουργικότητα με συμμάχους.
Επιπλέον, υπάρχει και η διπλωματική διάσταση: η Ελλάδα έχει ήδη αναβαθμισμένες συμμαχίες σε Γαλλία, ΗΠΑ και Ε.Ε., κάτι που επηρεάζει συνολικά το περιβάλλον ασφαλείας και δεν επιτρέπει αιφνιδιασμούς. Συμπερασματικά, η αγορά των Eurofighter από την Τουρκία είναι μια σημαντική στρατιωτική και πολιτική εξέλιξη. Δεν αλλάζει όμως αυτόματα τις ισορροπίες. Ο πραγματικός παράγοντας είναι ο χρόνος και ο εξοπλισμός που θα συνοδεύσει τα αεροσκάφη. Αν η Τουρκία παραλάβει Typhoon με AESA και Meteor άμεσα, η κατάσταση γίνεται πιο ανταγωνιστική. Αν όμως η ενσωμάτωση καθυστερήσει, η Ελλάδα διατηρεί σαφές προβάδισμα.