Ο σχολικός εκφοβισμός – bullying είναι ένα φαινόμενο νεανικής παραβατικότητας που εμφανίζεται σε πολλές χώρες του κόσμου και αναφέρεται στη χρήση βίας μεταξύ μαθητών ή συνομήλικων παιδιών.

Είναι μία επιθετική συμπεριφορά που εκδηλώνεται σκόπιμα και περιλαμβάνει μία ανισορροπία δύναμης και αντοχής. Πρόκειται για μία επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά που παίρνει φυσική και λεκτική μορφή. Αξιοσημείωτη είναι η θέση του Baker (1998), που αναφέρει ότι η σχολική βία αντανακλά την αποτυχία της κοινότητας στα σχολεία.

Λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη την έκρυθμη κατάσταση της κοινωνίας σε κάποιες Ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, μπορούμε να αιτιολογήσουμε εν μέρει την αύξηση των κρουσμάτων του σχολικού εκφοβισμού. Η ραγδαία αύξηση της φτώχειας, τα υψηλά επίπεδα ανεργίας καθώς και τα υψηλά ποσοστά της εγκληματικότητας, οι κοινωνικές ανισότητες, η άνοδος ρατσιστικών πολιτικών παρατάξεων, η υπέρμετρη προβολή της βίας, το έλλειμμα των διαπροσωπικών σχέσεων, αποτελούν βασικούς και καθοριστικούς παράγοντες που ευνοούν στην εξέλιξη του φαινομένου (Γιωτοπούλου- Μαραγκοπούλου, 2010, Χηνάς- Χρυσαφίδης, 2000).

Ο βίαιος αυτός παραβατισμός αναφέρεται σε άτομα που είναι δύσκολο να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Εκείνο που διαφοροποιεί το είδος αυτό βίας από τα υπόλοιπα μέσα σε μία κοινωνία είναι ότι η σχολική βία αναφέρεται στην επιβολή της βούλησης ενός μέρους προς ένα άλλο με σκοπό την πρόκληση ζημιάς ή βλάβης μέσα στα εκπαιδευτικά πλαίσια.

παιδί κλαίει


Σχετικά με τη διεθνή βιβλιογραφία, ένας ευρύς ορισμός αναφέρει ότι bullying είναι όταν ένας μαθητής επανειλημμένα είναι εκτεθειμένος σε αρνητικές ενέργειες εκ μέρους ενός ή περισσότερων άλλων μαθητών, οι οποίες εκδηλώνονται ως μορφές βίαιης ή επιθετικής συμπεριφοράς. Το «πείραγμα» μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε εκφοβισμό αν συμβαίνει για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και το σημαντικότερο όταν το παιδί αισθανθεί ότι οι πράξεις των άλλων δεν διέπονται από αστείο και δεν γίνονται μέσα στα όρια του παιχνιδιού.

Ο σχολικός εκφοβισμός, ανάλογα με τα μέσα που χρησιμοποιεί ο δράστης για να βλάψει το θύμα, παίρνει διάφορες μορφές:

  • Τον άμεσο ή σωματικό εκφοβισμό
  • Το λεκτικό εκφοβισμό
  • Τον έμμεσο ή κοινωνικό εκφοβισμό
  • Τον εκβιασμό
  • Τον οπτικό εκφοβισμό
  • Τον ηλεκτρονικό εκφοβισμό
  • Το σεξουαλικό εκφοβισμό
  • Το ρατσιστικό εκφοβισμό

Οι παράγοντες που οδηγούν τους θύτες σε αντικοινωνικές συμπεριφορές είναι:

  • Τα προσωπικά χαρακτηριστικά θυτών
    Το κακό οικογενειακό περιβάλλον των θυτών
  • Διάφοροι παράμετροι του σχολικού περιβάλλοντος
  • Ο τρόπος αντιμετώπισης της βίας από τους σημαντικούς γι’ αυτά ενήλικες (συμπεριλαμβανομένων και των εκπαιδευτικών)
  • Η προβολή της βίας από τα Μ.Μ.Ε.
  • Τα κοινωνικά προβλήματα (οικονομικές ανισότητες, οι απρόσωπες σχέσεις γειτονίας, η αύξηση της εγκληματικότητας και του κοινωνικού ρατσισμού κ.ά.)

Ο εκφοβισμός μπορεί να έχει δια βίου συνέπειες τόσο στα θύματα όσο και στους παρατηρητές. Οι νέοι και τα παιδιά που συμμετέχουν στις πράξεις αυτές, είτε ως θύματα είτε ως θύτες αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες στο χώρο του σχολείου και είναι πιθανόν να αναπτύξουν σωρεία ψυχολογικών και ψυχοσωματικών προβλημάτων.

Η βαρύτητα των επιπτώσεων του εκφοβισμού εξαρτάται από:

  • τις μορφές του (άμεσος ή έμμεσος),
  • τη διάρκειά του (βραχυπρόθεσμος ή μακροχρόνιος),
  • την περίοδο εκδήλωσης των επιπτώσεων και
  • τον ρόλο των παιδιών στο φαινόμενο (θύτης, θύμα, παρατηρητής)

Ο εκφοβισμός λόγω της σοβαρότητας των περιστατικών του, σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις, εκδηλώνεται με ανθρωποκτονία ή αυτοκτονία (Bauman & DelRio, 2005).

Το ενδιαφέρον εστιάζεται στο σχολείο γιατί εκεί είναι δυνατή η εφαρμογή προγραμμάτων για την πρόληψη και την αντιμετώπιση του προβλήματος. Είναι πολύ σημαντικό και οι εκπαιδευτικοί να μπορούν να αναγνωρίζουν και να διακρίνουν τις μορφές του εκφοβισμού του άμεσου (σωματικής ή λεκτικής βίας) και του έμμεσου εκφοβισμού (κοινωνικής απομόνωσης και αποκλεισμού από την ομάδα), προκειμένου να προβαίνουν στις κατάλληλες ενέργειες (Βασιλείου, 2005).

Τι είναι σημαντικό να κάνουμε

  • να συζητήσουμε αναλυτικά με το παιδί για τα γεγονότα και τις συμπεριφορές, που το ενοχλούν
  • να το διαβεβαιώσουμε ότι «δε φέρει καμία ευθύνη το ίδιο για ό,τι συνέβη»
  • να το ευχαριστήσουμε και να το επιβραβεύσουμε που είχε το θάρρος και μίλησε στους γονείς του για αυτό που του συνέβη
  • να του υπενθυμίσετε ότι είμαστε κοντά του, προκειμένου να το φροντίσουμε και να το διαφυλάξουμε από επόμενους κινδύνους
  • να του εμπνεύσουμε το αίσθημα, ότι μπορεί και πρέπει να αντιδράσει, να μη σιωπά, ώστε να εμποδίσει την επανάληψη τέτοιων συμπεριφορών
  • να προτείνουμε στο παιδί πρακτικούς τρόπους για την αντιμετώπιση δύσκολων καταστάσεων
  • να ζητήσουμε τη συμβουλευτική καθοδήγηση από ειδικό ψυχικής υγείας, αν η κατάσταση κρίνεται εξαιρετικά κρίσιμη.
Παιδί σε σχολική τάξη

Στην Ελλάδα, οι μεθοδευμένες προσπάθειες για την αντιμετώπιση του φαινομένου έχουν ξεκινήσει. Αξιοποιώντας την πλούσια διεθνή εμπειρία και γνώση για το πρόβλημα, με οργάνωση και συντονισμό όλων των ενδιαφερόμενων φορέων και με το σχεδιασμό μίας εθνικής πολιτικής για το θέμα, είναι εφικτό, αν όχι να εξαλείψουμε, τουλάχιστον να ελαττώσουμε σημαντικά την ένταση και έκταση του φαινομένου.

Είναι χρέος μας να παρέχουμε στα παιδιά ένα ασφαλές σχολικό και κοινωνικό περιβάλλον με ίσες ευκαιρίες για όλους και με σεβασμό στην διαφορετικότητα και στις ιδιαίτερες ανάγκες του καθενός.

  • Η Μαρία Κολοκυθά είναι ψυχοθεραπεύτρια, σύμβουλος ψυχικής υγείας