Σε νέα, υψηλότερη βάση μπαίνουν οι προβλέψεις για τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας το 2021, έπειτα από τη θετική έκπληξη των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου.

Πλέον, ο επίσημος στόχος της κυβέρνησης για ανάπτυξη 3,6% για ορισμένους αναλυτές φαίνεται συντηρητικός, όπως και οι εκτιμήσεις των μεγαλύτερων επενδυτικών οίκων του εξωτερικού, της Κομισιόν και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Η αναπάντεχα ρηχή ύφεση του 2,3% στο πρώτο τρίμηνο σε συνδυασμό με τους πρόδρομους δείκτες για τις βασικές συνιστώσες του ΑΕΠ κλειδώνουν την έξοδο από την κρίση αλλά το μεγάλο στοίχημα είναι η ταχύτητα της ανάκαμψης για το 2021 λόγω κυρίως της αβεβαιότητας για την πορεία της πανδημίας.  Τα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών δεν κρύβουν ότι αιφνιδιάστηκαν ευχάριστα από τις αντοχές της οικονομίας στα πλήγματα της καραντίνας το πρώτο τρίμηνο του έτους αλλά «δεν πετάνε στα σύννεφα» εκφράζοντας συγκρατημένη αισιοδοξία για την επίτευξη του νέου αναθεωρημένου στόχου για μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 3,6% ολόκληρο το έτος.

Πάντως η ρευστότητα και οι εστίες κινδύνου για τους «κινητήρες» της ανάκαμψης παραμένουν.  Ουδείς μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια την πορεία της πανδημίας που θα επηρεάσει καθοριστικά το κλίμα στην οικονομία και την ψυχολογία των νοικοκυριών. Το ερώτημα είναι αν και πόσο θα ενισχυθεί η καταναλωτική δαπάνη με την συμβολή και μέρους από το μαξιλάρι των καταθέσεων ύψους 24 δις. ευρώ που δημιουργήθηκε την εποχή της πανδημίας και συνεπώς ο  βαθμός αναθέρμανσης του τζίρου στην αγορά.

Σε πρόσφατη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας για τους καταλύτες της ανάπτυξης επισημαίνεται ότι  «η πρωτόγνωρη, για την τελευταία δεκαετία, αύξηση της αποταμίευσης των νοικοκυριών συντείνει στην ύπαρξη ακόμη μεγαλύτερου περιθωρίου αύξησης του ΑΕΠ, μέσω ενεργοποίησης αυτής της αδρανούς ζήτησης, όταν οι επιδημιολογικές συνθήκες το επιτρέψουν και η αβεβαιότητα αρθεί». Επισημαίνεται ότι το υπουργείο Οικονομικών εκτιμά ότι η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί κατά 2,6% φέτος.

Επίσης θολό παραμένει το τοπίο για το τουρισμό καθώς τα δεδομένα αλλάζουν μέρα με τη μέρα με πιο νωπό την απόφαση της Βρετανίας να θέσει την Ελλάδα σε τουριστική καραντίνα έως τις 21 Ιουνίου επιφέροντας πλήγμα στις εισπράξεις του Ιουνίου δεδομένου ότι μετά τους Γερμανούς οι Βρεττανοί είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πηγών εσόδων. Το 2019 ήρθαν στη χώρας μας 3,5 εκατομμύρια τουρίστες από τη Βρετανία με τις εισπράξεις να διαμορφώνονται στα 2,5 δις. ευρώ

Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο σημειώνει ότι το σενάριο του υπουργείου Οικονομικών για αύξηση του ΑΕΠ κατά 3,6% το 2021 έχει στηριχθεί στη σημαντική ανάκαμψη των τουριστικών εισπράξεων. Ωστόσο ακόμα δεν είναι εμφανές σε τι ύψος θα κυμανθεί η ζήτηση από το εξωτερικό για το «ελληνικό τουριστικό προϊόν», φέτος. Η θετική πορεία του τουρισμού, υπόκειται στην αβεβαιότητα των διεθνών υγειονομικών εξελίξεων αφενός και, αφετέρου, υπάρχουν κάποια αρνητικά μηνύματα που αφορούν ειδικά στην Ελλάδα και είναι πιθανό να επηρεάσουν τις αφίξεις τουριστών. Τέτοια παραδείγματα είναι η μη συμπερίληψη της Ελλάδας στην «πράσινη λίστα» του Ηνωμένου Βασιλείου που περιλαμβάνει τουριστικούς προορισμούς ασφαλείς από επιδημιολογικής άποψης και η ταξιδιωτική οδηγία της κυβέρνησης των ΗΠΑ, η οποία συμπεριέλαβε την Ελλάδα στη λίστα των χωρών «επιπέδου 4», τις οποίες οι Αμερικανοί πολίτες συμβουλεύονται να αποφεύγουν, λόγω πανδημίας, στα ταξίδια τους. Μία ανάκαμψη των τουριστικών εισπράξεων μικρότερη του αναμενόμενου θα συγκρατήσει την αύξηση του ΑΕΠ και ως εκ τούτου αποτελεί μία σημαντική αβεβαιότητα για την επίτευξη του στόχου που έχει τεθεί για τη μεγέθυνση το 2021.

Την ίδια ώρα οι αναλυτές της Εθνικής Τράπεζες εκτιμούν ότι η ώθηση στο ΑΕΠ το 2021 από την αναμενόμενη βελτίωση των συνθηκών στον τουριστικό τομέα εκτιμάται ότι θα υπερβεί τις 1,8 ποσοστιαίες μονάδες, αντανακλώντας την αύξηση των τουριστικών εσόδων κατά 80% ετησίως ή κατά 3,4 δις ευρώ υψηλότερα από το 2020, με τα ανοδικά περιθώρια να είναι ακόμη μεγαλύτερα.