Την ανάγκη δημιουργίας μόνιμου μηχανισμού αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των φοροαπαλλαγών υπογραμμίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση Mind the Gap, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να καταγράφει τον υψηλότερο αριθμό φορολογικών δαπανών στην Ε.Ε., με βαρύ δημοσιονομικό αποτύπωμα.

Το 2023 καταγράφηκαν 1.116 φοροαπαλλαγές, με κόστος 18,82 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 31% των συνολικών φορολογικών εσόδων. Οι περισσότερες εντοπίζονται στον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων (249), στον φόρο νομικών προσώπων (233), στα τέλη χαρτοσήμου (76) και στον ΦΠΑ (75). Ωστόσο, η Κομισιόν διαπιστώνει ότι πολλές απαλλαγές στον ΦΠΑ έχουν αντίστροφα προοδευτικό αποτέλεσμα, καθώς τα προϊόντα με μειωμένους συντελεστές δεν καταναλώνονται κυρίως από νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος.

Αντίθετα, οι εκπτώσεις στον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων συμβάλλουν στη μείωση των ανισοτήτων, αλλά ο υπερβολικά μεγάλος αριθμός διατάξεων καθιστά επιτακτική την ανάγκη συστηματικής αξιολόγησής τους.

Φόροι

Μείωση του «κενού ΦΠΑ»

Στο μέτωπο του ΦΠΑ, η Ελλάδα καταγράφει σημαντική πρόοδο. Το «κενό ΦΠΑ», η διαφορά ανάμεσα στα δυνητικά και στα πραγματικά έσοδα, μειώθηκε σε 3 δισ. ευρώ το 2023 (11%), από 24% το 2019, συγκλίνοντας προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (9,5%).

Παρά τη βελτίωση, η Κομισιόν προειδοποιεί ότι η ανάπτυξη του τομέα υπηρεσιών και του τουρισμού μπορεί να επιβραδύνει τη σύγκλιση, καθώς η μη συμμόρφωση εμφανίζει υψηλότερους κινδύνους.

Την ίδια ώρα, η Ελλάδα εξακολουθεί να χάνει μεγάλο μέρος δυνητικών εσόδων λόγω των πολλών μειωμένων συντελεστών και απαλλαγών. Το «χάσμα πολιτικής» στον ΦΠΑ ανήλθε το 2023 στο 57%, το δεύτερο υψηλότερο στην Ε.Ε., με κόστος 7 δισ. ευρώ.

Παραοικονομία

Ευρώ

Η παραοικονομία εκτιμάται στο 21% του ΑΕΠ (2022), επίπεδο σημαντικά υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (17,6%). Παρά τη μείωση από το 24% του 2012, το πρόβλημα παραμένει έντονο, με τους αυτοαπασχολούμενους να αποτελούν τον βασικό πυρήνα δραστηριοτήτων που διαφεύγουν της φορολογικής καταγραφής.

Το ΔΝΤ έχει επίσης κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, ζητώντας συνέχιση των προσπαθειών για περιορισμό της φοροδιαφυγής και ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης.

Ληξιπρόθεσμα χρέη

Οι οφειλές προς την εφορία συνεχίζουν να καταγράφουν από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ποσοστό των εισπρακτέων χρεών επί του συνόλου μειώθηκε οριακά την περίοδο 2018–2023, από 81,6% σε 75,2%, αλλά παραμένει ιδιαίτερα υψηλό.

Η διαγραφή οφειλών προβλέπεται μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις, ενώ η Κομισιόν σημειώνει ότι δεν υπάρχει συνεργασία ή ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στις φορολογικές αρχές και τους διαχειριστές αφερεγγυότητας —κενό που δυσχεραίνει την αποτελεσματική διαχείριση των ανεξόφλητων χρεών.