Με καθυστέρηση που σε αρκετές περιπτώσεις αγγίζει τα δύο έως τρία έτη, εξαιτίας του πολύπλοκου διοικητικού μηχανισμού, προχωρούν οι πληρωμές των αναδρομικών του 11μήνου από τον ΕΦΚΑ προς τους συνταξιούχους.
Από το σύνολο των περίπου 370.000 δικαιούχων που είχαν προσφύγει στη Δικαιοσύνη, εκτιμάται ότι μόλις 20.000 έχουν μέχρι σήμερα λάβει τα οφειλόμενα ποσά, τα οποία κυμαίνονται μεταξύ 2.500 και 3.000 ευρώ, προσαυξημένα με τόκο 6%. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η αγωγή είχε κατατεθεί ήδη από το 2017, ενώ η απόφαση πληρωμής εκδόθηκε μόλις το καλοκαίρι του 2025.
Έτσι, η εκκαθάριση των αναδρομικών έως 4.000 ευρώ για την περίοδο από 11 Ιουνίου 2015 έως 12 Μαΐου 2016 παραμένει σε εκκρεμότητα για ένα μικρό ποσοστό συνταξιούχων, λόγω της γνωστής διοικητικής καθυστέρησης. Τα ποσά αφορούν κυρίως περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις, καθώς και στα δώρα, σύμφωνα με την απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας του 2020. Οι 370.000 συνταξιούχοι που είχαν κινηθεί νομικά και δικαιώθηκαν στα Πρωτοδικεία αναμένουν σταδιακά την εξόφληση, καθώς ο ΕΦΚΑ δεν ασκεί εφέσεις επί των αποφάσεων. Αντίθετα, όσοι δεν προσέφυγαν δικαστικά έχουν απολέσει οριστικά το δικαίωμα διεκδίκησης.
Τα αναδρομικά αυτά καταβάλλονται με επιτόκιο 6%, και αφορούν αποκλειστικά όσους συνταξιούχους προχώρησαν σε προσφυγές, παρά τις τότε δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών –όπως του πρώην κυβερνητικού εκπροσώπου Στέλιου Πέτσα– που αποθάρρυναν τις δικαστικές διαδικασίες. Εν συνεχεία, με νομοθετική ρύθμιση επί υπουργίας Γιάννη Βρούτση καθορίστηκε ότι μετά το 2020 παύει η δυνατότητα υποβολής νέων αγωγών, με αποτέλεσμα –βάσει και της καθοριστικής απόφασης του ΑΕΔ– όσοι δεν προσέφυγαν να παραμένουν οριστικά εκτός οποιασδήποτε διεκδίκησης.

Το δημοσιονομικό κόστος και η εκκρεμότητα της ΕΑΣ
Την ίδια στιγμή, παραμένει άγνωστο πότε θα αποφασιστεί η καταβολή των αναδρομικών που αφορούν την Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ), για αγωγές που είχαν κατατεθεί πριν από το 2017. Το δημοσιονομικό βάρος θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει κρίνει αντισυνταγματική την επιβολή της εισφοράς για τα έτη 2017-2018.
Πηγές από τον ΕΦΚΑ και το υπουργείο Εργασίας αναφέρουν ότι δεν έχει ακόμη ανοίξει συζήτηση για τον τρόπο και τον χρόνο καταβολής των ποσών, τα οποία ενδέχεται να δοθούν σε δόσεις. Δεδομένου ότι η αντισυνταγματικότητα αφορά το σύνολο των συνταξιούχων, ακόμη και όσοι δεν είχαν κινηθεί νομικά δικαιούνται επιστροφές για το συγκεκριμένο διάστημα.
Αντιθέτως, οι νέοι συνταξιούχοι μετά τις 13 Μαΐου 2016 δεν εμπίπτουν στο πεδίο των αναδρομικών, καθώς οι σχετικές περικοπές –συμπεριλαμβανομένης της ΕΑΣ– ενσωματώθηκαν στον επανυπολογισμό του νόμου Κατρούγκαλου, καθιστώντας τις κρατήσεις νόμιμες. Συνολικά, η αντισυνταγματικότητα της ΕΑΣ αφορά περίπου 350.000 συνταξιούχους του Δημοσίου, με εκτιμώμενο κόστος περί τα 420 εκατ. ευρώ.

Χιλιάδες υποθέσεις σε εκκρεμότητα
Επί του παρόντος εκκρεμούν περί τις 8.000 αγωγές, κυρίως από συνταξιούχους ειδικών μισθολογίων – στρατιωτικούς, πανεπιστημιακούς και δικαστικούς λειτουργούς. Επιπλέον, περίπου 400.000 συνταξιούχοι έχουν ήδη προσφύγει για τη συνολική διεκδίκηση των αναδρομικών, ενώ άλλοι 800.000 με 900.000 δικαιούνται επιστροφές χωρίς να έχουν υποβάλει αγωγές.
Το κύριο ζητούμενο παραμένει ο τρόπος καταβολής των ποσών – εφάπαξ ή τμηματικά. Η εμπειρία των προηγούμενων ετών δείχνει ότι το οικονομικό επιτελείο προσανατολίζεται στη λύση των δόσεων, χωρίς όμως να υπάρχει επίσημο χρονοδιάγραμμα.

Αναδρομικά για συντάξεις μετά το 2016
Παράλληλα, περίπου 35.000 συνταξιούχοι που αποχώρησαν μετά τον Μάιο του 2016 δικαιούνται αυξήσεις και αναδρομικά, βάσει του νόμου Βρούτση (ν. 4670/2020), καθώς δεν έχει ολοκληρωθεί ο απαιτούμενος επανυπολογισμός των συντάξεών τους. Οι αυξήσεις, οι οποίες ισχύουν αναδρομικά από τον Οκτώβριο του 2019, αφορούν ασφαλισμένους με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης.
Σε αρκετές περιπτώσεις, τα ποσά των αναδρομικών κυμαίνονται μεταξύ 3.000 και 5.000 ευρώ για όσους διαθέτουν 35 έως 36 έτη ασφάλισης, ενώ για συνταξιούχους με 40 χρόνια και υψηλότερες αποδοχές το ποσό δύναται να υπερβεί τις 8.500 ευρώ. Η νομοθεσία προβλέπει ότι όλοι οι συνταξιούχοι με πάνω από 30 έτη εργασιακού βίου δικαιούνται αυξήσεις με βάση τα βελτιωμένα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου 4670/2020.