Την παρουσία της στις διεθνείς αγορές ετοιμάζεται να δηλώσει ξανά η Ελλάδα στοχεύοντας στην ενίσχυση των ταμειακών διαθεσίμων τα οποία μετά τις πρόωρες αποπληρωμές χρέους έχουν υποχωρήσει στα 35 – 36 δισ. ευρώ. Με την ελληνική οικονομία να έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα μετά από 13 χρόνια, η προσοχή του Δημοσίου στρέφεται τώρα στην απόκτηση καλύτερης βαθμολογίας ακόμη και μέσα στο 2024 γεγονός που θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη αύξηση στη ζήτηση για επενδύσεις στην Ελλάδα, είτε στα ομόλογα είτε σε άμεσες ξένες επενδύσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) είναι έτοιμος να πατήσει το κουμπί για μία νέα επανέκδοση η οποία θα κρατήσει ζωηρό το επενδυτικό ενδιαφέρον και θα ζεστάνει συγχρόνως την δευτερογενή αγορά ομολόγων αλλά και τα κρατικά ταμεία.

Αν και η διάρκεια του ελληνικού τίτλου που θα επανεκδοθεί είναι ακόμη ανοιχτή το πιο πιθανό είναι να δημοπρατηθεί το 10ετές ομόλογο που είχε κάνει ποδαρικό τον Ιανουάριο του 2023 μέσω του οποίου το ελληνικού δημόσιο δανείστηκε 3,5 δισ. ευρώ με επιτόκιο 4,25%. Σε ότι αφορά το ποσό της επανέκδοσης αυτό δεν θα ξεπερνά τα 400 – 500 εκατ. ευρώ με ημερομηνία διακανονισμού να είναι η Τετάρτη 17 Ιανουαρίου.

Σειρά θα πάρει η έκδοση ενός νέου ομολόγου την επόμενη εβδομάδα και θα συνδυαστεί με την πρώτη από τις 11 αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που θα έχει η ελληνική οικονομίας μέσα στο 2024 από τους πέντε ξένους οίκους που λαμβάνει υπόψη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Το πρώτο ραντεβού της Ελλάδας με την Scope Ratings είναι προγραμματισμένο για τις 26 Ιανουαρίου, οπότε μία – δύο ημέρες πριν ή αμέσως μετά ο ΟΔΔΗΧ αναμένεται να δώσει εντολή στις τράπεζες που λειτουργούν ως ανάδοχοι να βολιδοσκοπήσουν τις προθέσεις των επενδυτών για τον υπό έκδοση τίτλο.

Όπως όλα δείχνουν η πρώτη κίνηση για το 2024 θα είναι με 10ετές ομόλογο που θα έχει ως στόχο την άντληση ενός ποσού κοντά στα 2,5 δισ. με 3 δισ. ευρώ. Με βάση το ιστορικό από τις προηγούμενες εκδόσεις και την αυξημένη όρεξη των επενδυτών για ελληνικά ομόλογα και με αποδόσεις κοντά στο 3,3% η κάλυψη αυτού του ποσού θα είναι μία εύκολη υπόθεση για το ελληνικό δημόσιο. Ωστόσο εκεί που θα δοθεί έμφαση είναι η σύνθεση των επενδυτών να είναι εξαιρετικά «ποιοτική».

Με τις δύο αυτές κινήσεις στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας θα έχουν καλύψει από νωρίς το 35% των φετινών δανειακών αναγκών οι οποίες ακόμη και με το πιο επιθετικό σενάριο δεν ξεπερνούν τα 10 δισ. ευρώ. Η στρατηγική χρηματοδότησης για το 2024 περιλαμβάνει ακόμη μείωση της εξάρτησης από τα έντοκα γραμμάτια κατά 2 δισ. ευρώ στα 12 δισ. ευρώ συνολικά και νέες πρόωρες αποπληρωμές δόσεων από τα δάνεια που έλαβε η χώρα από το πρώτο μνημόνιο. Σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ οι καθαρές χρηματοδοτικές ανάγκες φέτος ανέρχονται σε 5,4 δισ. ευρώ και οι πληρωμές τόκων σε 4,85 δισ. ευρώ.