Σε ηλικία 92 ετών πέθανε η γυναίκα με το προσωνύμιο «Μάμι» (σ.σ. «Γιαγιά») από την Ταϊβάν, η οποία ήταν η τελευταία γνωστή επιζώσα από τις «σκλάβες του σεξ» που είχε η Ιαπωνία στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

«Το ζήτημα των γυναικών αυτών είναι μια πληγή στην ιστορία της ανθρωπότητας και η κυβέρνηση έδωσε προτεραιότητα στην αξιοπρέπεια και την ευημερία των Ταϊβανέζων θυμάτων» ανέφερε σήμερα ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Τζεφ Λιου. Η κυβέρνηση του νησιού «συνέχισε να εκφράζει τις ανησυχίες της» στο Τόκιο και προέτρεψε τους Ιάπωνες «να ικανοποιήσουν το αίτημά μας, να ζητήσουν συγγνώμη και να αποζημιώσουν τις Ταϊβανέζες γυναίκες της ανακούφισης και τις οικογένειές τους».

Περισσότερες από 200.000 γυναίκες, κυρίως από τη Νότια Κορέα αλλά και από άλλες ασιατικές χώρες, χρησιμοποιήθηκαν ως σκλάβες του σεξ από τον ιαπωνικό στρατό, που τις αποκαλούσε «γυναίκες της ανακούφισης».

Στην Ταϊβάν, η οποία ήταν υπό ιαπωνική διακυβέρνηση μεταξύ 1895-1945, περίπου 60 γυναίκες είχαν αναγνωριστεί ως επιζώσες, σύμφωνα με το Ίδρυμα Διάσωσης των Γυναικών της Ταϊπέι, ενός ιδρύματος που βοηθά τις γυναίκες θύματα σεξουαλικής βίας και πορνείας. Το ίδρυμα εκτιμά ωστόσο ότι ο πραγματικός αριθμός των γυναικών αυτών ξεπερνά τις 2.000 στο νησί.

Μάλιστα, η σεξουαλική δουλεία γυναικών από την Ιαπωνία εν καιρώ πολέμου είναι ένα πολιτικά ευαίσθητο ζήτημα σε όλη την Ασία. Σύμφωνα με όσα είναι γνωστά, η Ιαπωνία εκείνη την περίοδο σε μια προσπάθεια να κάνει εθνοκάθαρση στις υποδουλωμένες περιοχές της Ασίας, εξανάγκασε ντόπιες να βγουν στην πορνεία. Αρκετές από αυτές βιάζονταν συστηματικά, ενώ τα παιδιά τους κατέλειγαν να δουλεύουν ως σκλάβοι για την Ιαπωνική Αυτοκρατορία.

Η κυβέρνηση της Ιαπωνίας έχει παραδεχτεί τις ακρότητες, ωστόσο διαφωνεί με την καταβολή αποζημιώσεων, ενώ οργίζεται με όσες οργανώσεις ή κράτη συνεχίζουν να θίγουν αυτό το θέμα, ακόμη κι ως ιστορική αναφορά.