Το twitter και η υπηρεσία της ΒΒΜ (BlackBerry Messenger) ήταν οι «κύριοι υποκινητές» των επεισοδίων που προκλήθηκαν στην βρετανική πρωτεύουσα και όχι μόνο, σύμφωνα με δημοσίευμα της Daily Mail.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η εφημερίδα, οι νεαροί που ληστεύουν τα μαγαζιά του Λονδίνου ήξεραν πού και πότε να χτυπήσουν χάρη σε ηλεκτρονικά και τηλεφωνικά μηνύματα που αντάλλασσαν μεταξύ τους στο διαδίκτυο και τα κινητά τους τηλέφωνα.

Ο Μάικ Μπούτσερ, δημοσιογράφος σε θέματα τεχνολογίας και σύμβουλος ψηφιακών συστημάτων του δημάρχου του Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον είπε σε συνέντευξή του στο BBC ότι «η κινητή τηλεφωνία είναι «όπλο» υπέρ της διάδοσης πληροφοριών ακριβείας σε πραγματικό χρόνο και με το μικρότερο δυνατό κόστος».

Η παρουσία μηνυμάτων που έλεγαν «αν δείτε αστυνομικό πυροβολήστε», προκάλεσαν την αντίδραση του εκπρόσωπος της εταιρείας BlackBerry που δήλωσε ότι «συμπάσχουμε με όσους επλήγησαν από τα κρούσματα βίας και ως εταιρεία είμαστε έτοιμοι να βοηθήσουμε τις αρχές όσο και με όποιον τρόπο μας ζητηθεί».

Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές και δηλώσεις του σε τοπικά μέσα ενημέρωσης, αιτία του κακού ήταν επίσης και το ηλεκτρονικό παιχνίδι Grand Theft Auto, που είναι ιδιαίτερα αγαπητό στα παιδιά και η αγορά του απαγορεύεται σε ανηλίκους, χωρίς αυτό βέβαια να εμποδίζει τους γονείς τους να τους το αγοράσουν.

Άνδρας της αστυνομίας του Τότεναμ, βέβαια, είπε ότι οι δεδομένες πράξεις βίας είναι πράξεις κακών ανθρώπων και πως οι νεαροί που τις πραγματοποιούν είναι εκτός ελέγχου.

Αποτυπωμένες σε βίντεο και φωτογραφίες είναι οι στιγμές που άνανδροι νέοι ληστεύουν… τα ρούχα ενός πολίτη στο κεντρικό Λονδίνο αφήνοντάς τον μόνο με το εσώρουχό του, στη μέση του δρόμου.

Σε άλλο βίντεο ντοκουμέντο, ένας νεαρός μαθητής γίνεται στόχος τουλάχιστον 10 ανδρών, ίσως και ίδιας ή κοντινής με εκείνον ηλικίας, ενώ τον ακινητοποιούν και του κλέβουν το σακίδιο που φοράει στην πλάτη.

Την ίδια ώρα, οι αστυνομικοί προσπαθούσαν να βάλουν τάξη στην εκτός ελέγχου κατάσταση και την εξαπλωμένη εγκληματικότητα.

Σχόλια χρηστών στο Twitter κάνουν λόγο για παρόμοιες καταστάσεις και στο Μπέρμινγχαμ, όμως, προς το παρόν, παραμένουν ανεπιβεβαίωτα.