Οι υγειονομικές αρχές της Ρουμανίας βρίσκονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, καθώς επιβεβαιώθηκαν δύο περιπτώσεις λέπρας σε γυναίκες που εργάζονταν ως μασέζ σε κέντρο ευεξίας στην πόλη Κλουζ.

Το περιστατικό έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, δεδομένου ότι το τελευταίο επιβεβαιωμένο κρούσμα της νόσου, γνωστής και ως νόσος του Hansen, είχε καταγραφεί στη χώρα πριν από 44 ολόκληρα χρόνια.

Τα δύο επιβεβαιωμένα κρούσματα αφορούν δύο νεαρές γυναίκες, Ινδονήσιες υπηκόους, ηλικίας 21 και 25 ετών, οι οποίες έχουν ήδη τεθεί σε θεραπευτική αγωγή. Σύμφωνα με το Υπουργείο Υγείας, διεξάγονται εντατικοί έλεγχοι και σε άλλα δύο άτομα για να διαπιστωθεί η πιθανή επέκταση της μόλυνσης.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ιστορικό της μιας εκ των ασθενών. Ο Υπουργός Υγείας Alexandru Rogobete, δήλωσε πως η μία γυναίκα είχε επιστρέψει πρόσφατα από την Ασία, όπου πέρασε έναν μήνα. Όπως ανέφερε ο Rogobete, σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Agerpres, η μητέρα της νοσηλεύεται στην ίδια περιοχή με την ίδια ασθένεια.

Το σπα στο οποίο εργάζονταν οι δύο γυναίκες τέθηκε άμεσα εκτός λειτουργίας από τις αρχές, έως ότου ολοκληρωθεί η πλήρης υγειονομική έρευνα.

Καθησυχαστικά μηνύματα προς το κοινό

Παρόλο τον αναμενόμενο συναγερμό, ο Υπουργός Υγείας Alexandru Rogobete απηύθυνε έκκληση στους πελάτες του κέντρου ευεξίας να μην πανικοβληθούν. Όπως εξήγησε, η λέπρα δεν μεταδίδεται εύκολα.

 Απαιτείται «παρατεταμένη έκθεση» σε μολυσμένα άτομα, συνήθως μέσω σταγονιδίων από τη μύτη και το στόμα, για να περάσει η νόσος. Ως εκ τούτου, η περιστασιακή επαφή με τους εργαζόμενους ή τους χώρους του σπα κρίνεται απίθανο να έχει οδηγήσει σε μετάδοση.

Η εξέλιξη αυτή επαναφέρει τη συζήτηση για τη διαχείριση σπάνιων, αλλά όχι εξαφανισμένων, ασθενειών όπως η νόσος του Hansen στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η λέπρα στην Ελλάδα και η Σπιναλόγκα

Η λέπρα έχει πάψει εδώ και δεκαετίες να αποτελεί ζήτημα δημόσιας υγείας στην Ελλάδα.

Παρά την ουσιαστική εξάλειψη της νόσου, η ιστορική μνήμη παραμένει έντονη, κυρίως λόγω ενός τόπου που σημάδεψε για χρόνια την αντιμετώπιση των ασθενών: τη Σπιναλόγκα.

Το μικρό νησί στον κόλπο της Ελούντας λειτούργησε από το 1903 έως το 1957 ως χώρος απομόνωσης για άτομα με λέπρα, δημιουργώντας μια κοινότητα που έζησε για δεκαετίες πίσω από τα ενετικά τείχη.

Σπίτια, εκκλησία, μικρό ιατρείο και καταστήματα συνέθεταν την εικόνα μιας καθημερινότητας που εξελισσόταν παράλληλα με τον υπόλοιπο κόσμο αλλά σε συνθήκες αποκλεισμού.

Σήμερα, η Σπιναλόγκα αποτελεί έναν από τους πιο δημοφιλείς ιστορικούς προορισμούς της Κρήτης. Χιλιάδες επισκέπτες φτάνουν κάθε χρόνο με καραβάκι για να περπατήσουν στα σοκάκια και να γνωρίσουν από κοντά το τελευταίο λεπροκομείο της χώρας, που έγινε ευρύτερα γνωστό μετά το βιβλίο της Victoria Hislop, «Το Νησί».