Έχουν περάσει μόλις λίγες ημέρες από την απελευθέρωση των τελευταίων εν ζωή Ισραηλινών ομήρων και ήδη η εύθραυστη συμφωνία εκεχειρίας μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς δοκιμάζεται, αφότου ο ισραηλινός στρατός εξαπέλυσε αεροπορικές επιδρομές στη Γάζα, κατηγορώντας την οργάνωση για παραβίαση της συμφωνίας.
Σε κάθε περίπτωση η επίτευξη της εκεχειρίας αποτέλεσε απρόσμενη εξέλιξη, καθώς προηγήθηκαν μήνες αποτυχημένων διπλωματικών προσπαθειών για τον τερματισμό του διετούς πολέμου στη Γάζα – μια σύγκρουση που αναζωπυρώθηκε βίαια μετά την αιματηρή επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου.
Καθοριστικό ρόλο στη μεσολάβηση φέρεται να έπαιξε μια ασυνήθιστη διπλωματική επιλογή του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος δεν εμπιστεύτηκε επαγγελματίες διπλωμάτες, αλλά δύο άνδρες από τον χώρο των ακινήτων: τον στενό του φίλο, Στιβ Γουίτκοφ, και τον γαμπρό του, Τζάρεντ Κούσνερ – πρόσωπα που προέρχονται από τον κόσμο των επιχειρήσεων της Νέας Υόρκης.
Παρά το γεγονός ότι δεν κατέχει επίσημο ρόλο στον Λευκό Οίκο, ο Τζάρεντ Κούσνερ βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στο επίκεντρο της διεθνούς σκηνής, αναλαμβάνοντας ρόλο απεσταλμένου του Ντόναλντ Τραμπ στη Μέση Ανατολή.
Καθώς η αμερικανική κυβέρνηση παρουσίαζε την εκεχειρία στη Γάζα ως διπλωματική επιτυχία, ο Κούσνερ –και γαμπρός του Τραμπ– εμφανίστηκε στην αποκαλούμενη «πλατεία των ομήρων» στο Τελ Αβίβ. Εκεί απευθύνθηκε σε ένα συγκινημένο και ταυτόχρονα θυμωμένο πλήθος, το οποίο νωρίτερα είχε αποδοκιμάσει την αναφορά στον πρωθυπουργό, Μπενιαμίν Νετανιάχου, πριν ξεσπάσει σε ιαχές: «Ευχαριστούμε, Τραμπ!».

Ο άγνωστος ρόλος του Κούσνερ
Ήταν μια εντυπωσιακή επιστροφή στην πολιτική σκηνή για τον Τζάρεντ Κούσνερ, ο οποίος –μαζί με τη σύζυγό του, Ιβάνκα Τραμπ– είχε ουσιαστικά αποσυρθεί από το προσκήνιο μετά τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο, που ακολούθησαν την εκλογική ήττα του Ντόναλντ Τραμπ το 2020.
Όταν ο Τραμπ επέστρεψε στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, ο Κούσνερ και η Ιβάνκα παρέμειναν στη μεγαλοπρεπή έπαυλή τους στο Μαϊάμι, αξίας 24 εκατομμυρίων δολαρίων, χωρίς να αναλάβουν κανέναν επίσημο ρόλο στη μεταβίβαση της εξουσίας, διατηρώντας σαφώς μεγαλύτερη απόσταση από την κυβέρνηση σε σύγκριση με την πρώτη θητεία του Τραμπ.
Για πολλούς, ο κεντρικός ρόλος του Κούσνερ στις διαπραγματεύσεις παρέμενε άγνωστος, μέχρι τη στιγμή που εκείνος και ο Τόνι Μπλερ συμμετείχαν σε συνάντηση στον Λευκό Οίκο τον Αύγουστο, για να συζητήσουν τον σχεδιασμό της μεταπολεμικής διακυβέρνησης και ανοικοδόμησης της Γάζας.
«Ένα από τα δυνατά του σημεία ήταν ότι λειτουργούσε ανεπίσημα», δήλωσε πρώην Αμερικανός διπλωμάτης αναφερόμενος στον Κούσνερ, «αλλά είχε απευθείας πρόσβαση στον Τραμπ».

«Μπορούσε να κινείται στο παρασκήνιο και, αξιοποιώντας τις επιχειρηματικές του διασυνδέσεις, να γεφυρώνει διαφορετικές πλευρές – χτίζοντας έτσι την απαραίτητη αξιοπιστία για να συμβάλει στην επίτευξη της συμφωνίας», είπε η ίδια πηγή.
Μετά την επίθεση του Νετανιάχου προς το Κατάρ στις αρχές του μήνα, οι Κούσνερ και Γουίτκοφ φαίνεται να διέκριναν ένα άνοιγμα. Άραβες ηγέτες εξέφραζαν ανησυχίες πως το χτύπημα θα μπορούσε να δημιουργήσει επικίνδυνο προηγούμενο για μελλοντικές επιθέσεις στην περιοχή.
Σε μια επικοινωνία που αρχικά αποκαλύφθηκε από τη Wall Street Journal και αργότερα επιβεβαιώθηκε από Αμερικανούς αξιωματούχους, οι Κούσνερ και Γουίτκοφ φέρεται να συνέταξαν τη συγγνώμη που ο Ισραηλινός πρωθυπουργός απηύθυνε στον Καταριανό ομόλογό του, Σεΐχη Μοχάμεντ μπιν Αμπντουλραχμάν Αλ Θάνι, μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας. Η απολογία αυτή έγινε λίγο πριν από την κοινή εμφάνιση Τραμπ και Νετανιάχου σε σύνοδο κορυφής στον Λευκό Οίκο, στα τέλη Σεπτεμβρίου.
«Ήταν μια κίνηση που κάνουν ώριμοι άνθρωποι», δήλωσε Αμερικανός αξιωματούχος με γνώση των παρασκηνιακών προσπαθειών των Γουίτκοφ και Κούσνερ για την επίτευξη εκεχειρίας. «Αυτό μας έδωσε ένα σημαντικό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα».
Παρατηρητές επισημαίνουν ότι το αποτύπωμα του Τζάρεντ Κούσνερ στη στρατηγική των ΗΠΑ για τη Μέση Ανατολή είναι εμφανές ήδη από την έναρξη της δεύτερης κυβέρνησης Τραμπ. Μια χαρακτηριστική πρόταση του προέδρου των ΗΠΑ –η ανοικοδόμηση της Λωρίδας της Γάζας ως μια τεράστια παραθαλάσσια ιδιοκτησία– είχε διατυπωθεί για πρώτη φορά από τον ίδιο τον Κούσνερ, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στο Χάρβαρντ το 2024.

Η ιδέα προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, με επικριτές να κατηγορούν τον Τραμπ για πρόθεση εθνοκάθαρσης, ιδίως μετά τη δήλωσή του ότι οι Παλαιστίνιοι θα μπορούσαν να απομακρυνθούν βίαια από τη Γάζα πριν ξεκινήσει η διαδικασία ανακατασκευής.
Η «ψυχρή» στάση απέναντι στη διπλωματία και οι στενές σχέσεις με τον Νετανιάχου
Ο Άαρον Ντέιβιντ Μίλερ, πρώην Αμερικανός διπλωμάτης και διαπραγματευτής για θέματα Μέσης Ανατολής, και νυν ανώτερος συνεργάτης στο Carnegie Endowment for International Peace, θυμάται μια συνάντησή του με τον Κούσνερ κατά την πρώτη προεδρική θητεία Τραμπ, περιγράφοντας τη στάση του ως «ψυχρή» και «μη συναισθηματική» απέναντι στη διπλωματία της περιοχής.
«Ο Κούσνερ μου είπε: “Μην μου μιλάτε για ιστορία”», θυμάται ο Άαρον Ντέιβιντ Μίλερ. «”Δεν με ενδιαφέρει η ιστορία. Εδώ κάνουμε τα πράγματα διαφορετικά”».
Η οικογένεια του Κούσνερ διατηρούσε στενούς δεσμούς με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου για δεκαετίες, κυρίως μέσω του πατέρα του, Τσαρλς Κούσνερ, επιφανούς δωρητή σε φιλοϊσραηλινούς σκοπούς. Σύμφωνα με τους New York Times, η σχέση αυτή ήταν τόσο στενή, που ο Νετανιάχου είχε φιλοξενηθεί στο παρελθόν στο οικογενειακό σπίτι των Κούσνερ στο Νιου Τζέρσεϊ.
Ωστόσο, ο Τζάρεντ Κούσνερ είχε δηλώσει στον Μίλερ ότι κλειδί της διπλωματικής προσέγγισης του Τραμπ στην πρώτη του θητεία ήταν να «καθιστά αδύνατο για οποιονδήποτε Ισραηλινό πρωθυπουργό να του πει όχι».
Περιγράφοντας τις συνομιλίες, ένας Αμερικανός αξιωματούχος ανέφερε ότι η ένθερμη υποστήριξη του Τραμπ προς το Ισραήλ επέτρεψε στον Κούσνερ και τον Γουίτκοφ να συνεργαστούν στενά με Άραβες ηγέτες και να έχουν απευθείας επαφές με τη Χαμάς, χωρίς να αποξενώσουν την κυβέρνηση Νετανιάχου.
Ο Κούσνερ, που διαχειρίζεται δισεκατομμύρια δολάρια σε επενδύσεις -μεταξύ αυτών και κεφάλαια από τη Σαουδική Αραβία και το κρατικό επενδυτικό ταμείο του Κατάρ- μέσω της επενδυτικής του εταιρείας Affinity Partners, βρίσκεται σήμερα, σύμφωνα με τον Guardian, στο επίκεντρο της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας στην Ουάσινγκτον.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ πάντως έχει αρνηθεί επανειλημμένα την ύπαρξη οποιασδήποτε σύγκρουσης συμφερόντων ανάμεσα στο διπλωματικό έργο του Κούσνερ και τον ρόλο του στην Affinity Partners.