Ήταν ο αόρατος «θηρευτής» που κυνηγούσε παιδιά στους δρόμους της Ουάσινγκτον, απαγάγοντας, βιάζοντας και στραγγαλίζοντας τουλάχιστον έξι μικρά κορίτσια κατά τη διάρκεια της 17μηνης «βασιλείας» του τρόμου του. Ο κατά συρροή δολοφόνος, που αποκαλούσε τον εαυτό του «Φάντασμα του Αυτοκινητόδρομου» (Freeway Phantom), βασάνιζε και δολοφονούσε τα νεαρά του θύματα, το ένα μόλις δέκα ετών, προτού πετάξει τα σώματά τους στην άκρη των αυτοκινητόδρομων.

Από τον Απρίλιο του 1971 έως τον Σεπτέμβριο του 1972, τρομοκράτησε την πρωτεύουσα των Ηνωμένων Πολιτειών και μέχρι σήμερα δεν έχει ταυτοποιηθεί. Τα αποτρόπαια εγκλήματά του θα έπρεπε να τον κατατάσσουν ανάμεσα στους πιο διαβόητους δολοφόνους της Αμερικής, όπως τον «Γιο του Σαμ», τον «Zodiac», τον «Στραγγαλιστή της Βοστώνης» ή τον «Δολοφόνο της Παραλίας Γκίλγκο». Ωστόσο, εκτός Ουάσινγκτον, ελάχιστοι έχουν ακούσει για τον μυστηριώδη αυτόν δολοφόνο ή τη φονική του δράση.

Ο λόγος, όπως παραδέχονται πλέον οι ερευνητές, είναι εξίσου ανατριχιαστικός με τα ίδια τα εγκλήματα: τα θύματα του δολοφόνου ήταν φτωχά μαύρα κορίτσια από παραμελημένες συνοικίες, τα οποία δεν είχαν σημασία για τις Aρχές εκείνη την εποχή. «Αυτά τα μαύρα κορίτσια δεν σήμαιναν τίποτα για κανέναν, μιλώ για το αστυνομικό τμήμα», είχε δηλώσει το 2018 στην Washington Post ο Τόμι Μάσγκροουβ, πρώην επικεφαλής του τμήματος ανθρωποκτονιών της Ουάσινγκτον. «Αν αυτά τα κορίτσια ήταν λευκά, θα είχαν διαθέσει πολύ περισσότερες δυνάμεις για την υπόθεση, δεν υπάρχει αμφιβολία».

Περισσότερο από μισό αιώνα μετά τους φόνους που η Αμερική προτίμησε να ξεχάσει, η υπόθεση επανέρχεται στο φως χάρη στο podcast Monster: Freeway Phantom, το οποίο εξετάζει τις σοκαριστικές αποτυχίες της έρευνας. Το δολοφονικό σερί του «Φαντάσματος» ξεκίνησε στις 25 Απριλίου 1971, όταν η 13χρονη Κάρολ Σπινκς περπάτησε ως το κατάστημα 7-Eleven για να αγοράσει τρόφιμα. Δεν γύρισε ποτέ στο σπίτι της, και το σώμα της βρέθηκε έξι ημέρες αργότερα σε πρανές δίπλα στον αυτοκινητόδρομο I-295. Η ιατροδικαστική εξέταση αποκάλυψε ότι είχε βιαστεί πριν στραγγαλιστεί.

Μόλις τρεις μήνες αργότερα, η 16χρονη Νταρλένια Τζόνσον εξαφανίστηκε πηγαίνοντας προς τη θερινή της εργασία. Το σώμα της έμεινε άταφο για 11 ημέρες, μόλις 15 πόδια από το σημείο όπου είχε βρεθεί η Σπινκς. Λιγότερο από τρεις εβδομάδες αργότερα, το «Φάντασμα» χτύπησε ξανά, σε μια ιδιαίτερα ανατριχιαστική υπόθεση: η 10χρονη Μπρέντα Κρόκετ τηλεφώνησε στο σπίτι της για να πει ότι είχε απαχθεί. «Ένας λευκός άνδρας με πήρε και πηγαίνω σπίτι με ταξί», είπε, προτού καλέσει ξανά λίγα λεπτά αργότερα για να επαναλάβει το ίδιο μήνυμα. Το σώμα της βρέθηκε την επόμενη μέρα από έναν περαστικό στον αυτοκινητόδρομο I-50.

H Κάρολ Σπινκς

Μέσα στους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο του ίδιου έτους, ο δολοφόνος στόχευσε δύο ακόμα θύματα. Η 12χρονη Νενομόσια Γέιτς απήχθη, βιάστηκε και στραγγαλίστηκε, ενώ το πέμπτο του θύμα ήταν η 18χρονη Μπρέντα Γούνταρντ. Το τελευταίο του θύμα, η 17χρονη μαθήτρια λυκείου Ντάιαν Γουίλιαμς, βρέθηκε σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1972, επίσης στραγγαλισμένη και πεταμένη δίπλα στον I-295.

Όπως αναφέρει η Daily Mail, τα έξι θύματα παρουσίαζαν ανησυχητικές ομοιότητες: όλες ήταν μικρόσωμες, όλες εκτός από μία βρέθηκαν ξυπόλυτες, και τέσσερις από αυτές –οι Σπινκς, Τζόνσον, Γούνταρντ και Γουίλιαμς– είχαν το ίδιο μεσαίο όνομα: Denise. Μόνο μετά την ανεύρεση των πρώτων τεσσάρων σορών οι αστυνομικοί συνειδητοποίησαν ότι οι φόνοι συνδέονταν μεταξύ τους και πως είχαν να κάνουν με κατά συρροή δολοφόνο. Η υπόθεση αρχικά ονομάστηκε «Οι δολοφονίες των μικρών κοριτσιών».

Η Μπρέντα Γούνταρντ

Αυτό άλλαξε όταν βρέθηκε το πέμπτο θύμα, η Μπρέντα Γούνταρντ, τον Νοέμβριο του 1971. Στην τσέπη του παλτού της, η αστυνομία ανακάλυψε ένα χειρόγραφο σημείωμα του δολοφόνου, στο οποίο προκαλούσε τις Αρχές και υιοθετούσε το ψευδώνυμό του: «Αυτό είναι ισοδύναμο της αναλγησίας μου προς τους ανθρώπους, ειδικά τις γυναίκες. Θα παραδεχτώ τους άλλους όταν με πιάσετε αν μπορείτε!», έγραφε το σημείωμα, υπογεγραμμένο «Free-way Phantom». Παρά το χειροπιαστό αυτό στοιχείο, ο δολοφόνος δεν εντοπίστηκε ποτέ.

Η όποια δημόσια προσοχή είχε λάβει η υπόθεση, σύντομα χάθηκε. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, μετά από δέκα χρόνια χωρίς αποτελέσματα και χωρίς κανένα αξιόπιστο στοιχείο που να οδηγεί στον δράστη, η έρευνα σταμάτησε σιωπηλά. Την ίδια περίοδο, προέκυψαν διαφωνίες στο γραφείο του Ερλ Σίλμπερτ, ο οποίος ήταν τότε εισαγγελέας των Ηνωμένων Πολιτειών για την Περιφέρεια της Ουάσινγκτον, σχετικά με το πώς έπρεπε να συνεχιστεί η υπόθεση. Παρότι ο Σίλμπερτ απέτυχε να συλλάβει το «Φάντασμα του Αυτοκινητόδρομου», απέκτησε εθνική φήμη για τη δίωξη των διαρρηκτών του Γουότεργκεϊτ, που οδήγησε στην παραίτηση του προέδρου Νίξον.

Η Μπρέντα Κρόκετ

Για ένα διάστημα υπήρξε ως ύποπτος, ένας τεχνικός υπολογιστών που είχε εκτίσει ποινή για τη δηλητηρίαση μιας ιερόδουλης στην Ουάσινγκτον το 1938, ωστόσο δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία για να του απαγγελθούν κατηγορίες. Το 2023, ο συνταξιούχος προφάιλερ του FBI, Τζιμ Κλεμέντε, κλήθηκε να επανεξετάσει την υπόθεση για το οκταμερές podcast Monster: Freeway Phantom, το οποίο παρουσιάζει και συνυπογράφει η βραβευμένη ρεπόρτερ Σέλεστ Χέντλι.

Βασισμένος σε αναφορές του FBI και αρχεία που διασώθηκαν από συνταξιούχους αστυνομικούς της Ουάσινγκτον, ο Κλεμέντε κατάφερε να συνθέσει ένα νέο προφίλ του κατά συρροή δολοφόνου. Είναι πεπεισμένος ότι ο δράστης ήταν μαύρος, ηλικίας 20 έως 30 ετών και ζούσε στις ίδιες γειτονιές με τα θύματα. Τον περιέγραψε ως «σεξουαλικό παραβάτη προτίμησης ανηλίκων», ο οποίος έβλεπε στα θύματά του «ευαλωτότητα και προσβασιμότητα», έχοντας συγκεκριμένη σεξουαλική προτίμηση για κορίτσια μικρής ηλικίας και μικρόσωμα.

Σύμφωνα με τον Κλεμέντε, ο δολοφόνος επέλεγε τις λεωφόρους για να πετά τα σώματα, επειδή ελάχιστοι περπατούν εκεί, ενώ η συνεχής κίνηση των οχημάτων καθιστά δύσκολο να εντοπιστούν πτώματα. Όσον αφορά το ανατριχιαστικό σημείωμα που άφησε στο παλτό της Μπρέντα Γούνταρντ, ο Κλεμέντε πιστεύει ότι ο δολοφόνος γνώριζε πως θα τραβούσε την προσοχή των μέσων ενημέρωσης και «απολάμβανε το προσωνύμιο» που του έδιναν. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπήρχε κανένα στοιχείο που να οδηγεί σε συγκεκριμένο ύποπτο.

Η Ντάιαν Γουίλιαμς

Η Ρομέιν Τζένκινς, η πρώτη γυναίκα ντετέκτιβ ανθρωποκτονιών στην αστυνομία της Ουάσινγκτον, συνεργάστηκε με τον Κλεμέντε και το podcast για τη διαμόρφωση του προφίλ. Η ίδια είχε επανεκκινήσει την υπόθεση τη δεκαετία του 1980, πολύ πριν συνταξιοδοτηθεί. Η παρουσιάστρια του podcast, Χέντλι, την περιέγραψε ως «την ψυχή της ιστορίας», καθώς την κινούσε «μια εσωτερική ανάγκη να λύσει την υπόθεση».

Η Τζένκινς παραδέχτηκε ότι οι αστυνομικοί είχαν αιφνιδιαστεί από τη σειρά των δολοφονιών και ότι «ήταν εντελώς απροετοίμαστοι» να ερευνήσουν ένα τέτοιο έγκλημα. «Ο όρος κατά συρροή δολοφόνος δεν υπήρχε καν τότε», είχε δηλώσει πριν τον θάνατό της πέρυσι σε ηλικία 81 ετών. Επίσης, ανέφερε ότι η πρωτεύουσα βρισκόταν τότε «σε πλήρη αναταραχή» λόγω των διαδηλώσεων κατά του πολέμου στο Βιετνάμ. «Αν ήθελες να είσαι εγκληματίας, εκείνη ήταν η στιγμή, γιατί όλοι οι αστυνομικοί ήταν απασχολημένοι», σημείωσε.

Στην αρχή της έρευνας, αποκάλυψε, «όλοι ήταν ύποπτοι – ιερείς, στρατηγοί τεσσάρων αστέρων. Όμως κοιτούσαν τους λάθος υπόπτους, γιατί γυναίκες είχαν δολοφονηθεί, αλλά την υπόθεση ερευνούσαν αποκλειστικά άνδρες». Και επειδή τα θύματα ήταν μαύρα, πίστευε ότι η υπόθεση δεν αποτέλεσε ποτέ πραγματική προτεραιότητα. Επιπλέον, όπως είπε, αποδεικτικά στοιχεία είχαν χαθεί ή καταστραφεί. «Ε, αυτό είναι η Ουάσινγκτον», σχολίασε πικρά.

Η υπόθεση του «Φαντάσματος του Αυτοκινητόδρομου» παραμένει ανοιχτή και υπάρχει ακόμη επικήρυξη έως και 300.000 δολαρίων για οποιαδήποτε πληροφορία οδηγήσει στη σύλληψη και καταδίκη του υπεύθυνου ή των υπευθύνων για τους φόνους των έξι κοριτσιών.